Της Εύης Χριστοφιλοπούλου*
Οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, οι αλγόριθμοι και η μηχανική μάθηση (machine learning) έχουν κάνει άλματα σε πολλούς τομείς της επιστήμης και της καθημερινής ζωής. Η πανδημία έδρασε ως επιταχυντής, για το ρόλο των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση και την έρευνα. Η αναγκαστική μεταφορά της εκπαιδευτικής διαδικασίας από την αίθουσα στην οθόνη, μετάτρεψε τον ηλεκτρονικό υπολογιστή, το τάμπλετ, ακόμα και το κινητό τηλέφωνο, σε κύρια εργαλεία μάθησης.
Στη μετά Covid εποχή απαιτούνται όλο και περισσότερες δεξιότητες που σχετίζονται με την ικανότητα χειρισμού εργαλείων όπως οι εκπαιδευτικές και εργασιακές πλατφόρμες, και η επεξεργασία μεγάλης κλίμακας δεδομένων (Big Data). Η ευημερία και η ανάπτυξη στην Ευρώπη είναι συνδεδεμένη με την αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών συνδεσιμότητας και διαχείρισης δεδομένων. Η εκτίμηση μάλιστα του Ευρωκοινοβουλίου κάνει λόγο για αύξηση της παραγωγικότητας που θα επιφέρει η τεχνητή νοημοσύνη μέχρι το 2035, από 11% έως 37%, ποσοστά τα οποία αφορούν και την εκπαίδευση.
Υπάρχουν ήδη εφαρμογές που εξελίσσουν τα συστήματα εκμάθησης και εξέτασης επιτρέποντας σε διδάσκοντες και διδασκόμενους να αναπτύσσουν περισσότερες δραστηριότητες και να εστιάζουν σε θέματα ουσίας. Άλλες εφαρμογές εκμηδενίζουν το χρόνο διόρθωσης εξετάσεων (υπάρχουν και σε ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα), ενώ άλλες αναγνωρίζουν τις αδυναμίες των εκπαιδευομένων και προσαρμόζουν την ύλη στις ανάγκες τους, δίνοντας απάντηση στη διαχρονική πρόκληση των εκπαιδευτικών να διαφοροποιήσουν και να εξατομικεύσουν τη μάθηση.
Υπάρχουν επίσης εφαρμογές που μεταφράζουν σε πραγματικό χρόνο σε διαφορετικές γλώσσες καθιστώντας πραγματικότητα την «παγκόσμια» σχολική τάξη, ενώ οι εφαρμογές για εκμάθηση ξένων γλωσσών καθημερινά βελτιώνονται ενσωματώνοντας στοιχεία από εκατομμύρια χρήστες.
Αυτά δεν είναι επιστημονική φαντασία. Γίνονται ήδη στις ΗΠΑ, στον Καναδά, στην Κίνα και στην Ευρώπη αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Στις ΗΠΑ η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στην εκπαίδευση, θα έχει μία αύξηση της διείσδυσής της περίπου 48% στην περίοδο 2018-2022 και οι αμερικανικές startups που ασχολούνται με την τεχνητή νοημοσύνη έλαβαν μονό το 2018 χρηματοδοτήσεις 9,3 δισεκατομμύρια δολάρια (πηγή:Artificial Intelligence Market in the US Education Sector).Η Κίνα έχει επενδύσει πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια στην τεχνητή νοημοσύνη αποκλειστικά για την εκπαίδευση και εξάγει την τεχνολογία των σχετικών εταιρειών της σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Η Φινλανδία, πρωτοπόρος στην ένταξη εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης στην εκπαίδευση στην Ε.Ε., διαθέτει Εθνικό Κέντρο για την Τεχνητή Νοημοσύνη. Μέχρι το 2025 εκτιμάται ότι οι επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη για εφαρμογές που αφορούν μόνο την εκπαίδευση θα φτάσουν τα 6 δισεκατομμύρια δολάρια.
Έχουμε μπροστά μας μια πορεία μη αναστρέψιμη. Από τη στιγμή που μαθητές και φοιτητές θα βρεθούν αύριο σε ένα κόσμο που η τεχνητή νοημοσύνη θα είναι η πραγματικότητα τους, θα πρέπει να αρχίσουν από τώρα να εξοικειώνονται και να την χρησιμοποιούν. Οι επενδύσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και την έρευνα οφείλουν να συνδέονται με αυτές τις εξελίξεις και να «διαλειτουργούν» με τον κόσμο των επιχειρήσεων.
Οι προκλήσεις είναι τεράστιες για την Ελλάδα. Η εκπόνηση και εφαρμογή ενός στρατηγικού σχεδίου διείσδυσης της τεχνητής νοημοσύνης σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης είναι εθνική αναγκαιότητα. Ας αφήσουμε πίσω το «κάθε πόλη και πανεπιστήμιο» και ας μην φοβηθούμε την μεγάλη πρόκληση των ραγδαίων αλλαγών στον τρόπο που μαθαίνουμε, ερευνούμε και διδάσκουμε.
*PhD LSE, επίκουρη καθηγήτρια Διοικητικής Επιστήμης στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο
**πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα, «ΤΑ ΝΕΑ»