Του Γιάννη Στουρνάρα*
H ανθρωπότητα βρίσκεται εν μέσω της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, η οποία περιλαμβάνει καινοτομίες στους τομείς της αυτοματοποίησης και της τεχνολογίας των πληροφοριών. Οι διαδικασίες παραγωγής και λήψης αποφάσεων γίνονται ήδη πιο αποδοτικές, αυτόνομες και προσαρμοστικές, με τη χρήση των μεγάλων δεδομένων (big data), της τεχνητής νοημοσύνης (AI) και του Διαδικτύου των Πραγμάτων (Internet of Things). Η 4η Βιομηχανική Επανάσταση διαφέρει από όλες τις προηγούμενες, διότι διεισδύει σε όλες τις πτυχές της καθημερινότητας και επηρεάζει όλες τις θέσεις εργασίας και τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας. Αποτελεί ουσιαστικά τον συγκερασμό του ψηφιακού, του φυσικού και του βιολογικού κόσμου.
Οι έξυπνες μηχανές προκαλούν αβεβαιότητα και εύλογα ερωτήματα σχετικά με τον αντίκτυπο στην καθημερινή ζωή, τις αλλαγές που επέρχονται στην αγορά εργασίας και τη διαμόρφωση της σχέσης ανθρώπου – μηχανής. Η υιοθέτηση των ψηφιακών τεχνολογιών και η επέλαση της αυτοματοποίησης απαιτούν κατανόηση των ευκαιριών και των προκλήσεων. Η περαιτέρω ανάπτυξη της ψηφιακής ωριμότητας των επιχειρήσεων και της οικονομίας απαιτεί τεχνογνωσία και υψηλά επίπεδα ψηφιακού αλφαβητισμού.
Οι ψηφιακές τεχνολογίες προσφέρουν στις επιχειρήσεις νέες επιλογές και δυνατότητες αναφορικά με τον τρόπο λειτουργίας τους και την αξιοποίηση της εργασίας. Ταυτόχρονα, ο εκθετικός ρυθμός προόδου της τεχνολογίας θέτει νέες προκλήσεις για την επιτυχή μετάβαση των επιχειρήσεων στην ψηφιακή εποχή. Η χρήση τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών επιδρά τόσο στη φύση της εργασίας όσο και στον τρόπο οργάνωσής της. Η τεχνολογική πρόοδος καταργεί τις θέσεις εργασίας που απαιτούν συνήθεις χειρωνακτικές και γνωστικές δεξιότητες, ενώ δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας και νέα επαγγέλματα που απαιτούν ψηφιακές δεξιότητες.
Σύμφωνα με το World Economic Forum, μέχρι το 2025, 85 εκατομμύρια θέσεις εργασίας θα καταργηθούν και αντίστοιχα 97 εκατομμύρια θέσεις εργασίας θα δημιουργηθούν ως αποτέλεσμα της αλλαγής στον καταμερισμό της εργασίας μεταξύ ανθρώπων και μηχανών. Την ίδια στιγμή, οι σύγχρονες τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών καθώς και το Διαδίκτυο επιτρέπουν την ταχύτερη διασύνδεση των εργαζομένων και οδηγούν στην ανάγκη επανασχεδιασμού του χώρου εργασίας, με πιο ευέλικτες μορφές ψηφιακής αλληλεπίδρασης εργαζομένων και εργοδοτών.
Η αγορά εργασίας αλλάζει με μεγάλη ταχύτητα. Βασικό ρόλο στο νέο, εκθετικά μεταβαλλόμενο, περιβάλλον έχουν οι δεξιότητες των ατόμων. Η τεχνολογία απαιτεί έναν συνδυασμό τεχνικών, μεθόδων, διαδικασιών και δεξιοτήτων. Σημαντικό ρόλο στην τεχνολογική πρόοδο μέχρι σήμερα έχουν διαδραματίσει βασικά χαρακτηριστικά του ανθρώπου, όπως η παρατηρητικότητα και η διάθεση για εξέλιξη και γνώση. Η σύγχρονη εποχή είναι η εποχή της συνεχούς ανάπτυξης δεξιοτήτων και της καινοτομίας σε όλους τους τομείς. Μια καινοτόμος οικονομία και κοινωνία απαιτεί την απόκτηση, ενεργοποίηση και χρήση εξειδικευμένων δεξιοτήτων, όπως είναι η χρήση μαθηματικού προγραμματισμού, αλλά χρειάζεται, συγχρόνως, άτομα με υψηλές κοινωνικές και συναισθηματικές δεξιότητες.
Η ύπαρξη αρκετών εργαζομένων υψηλής εξειδίκευσης δεν είναι το μοναδικό ζητούμενο, αν και βέβαια αποτελεί βασική προϋπόθεση για την επιτυχή ανταπόκριση στην πρόκληση της σύγχρονης τεχνολογίας. Για την εξισορρόπηση της προσφοράς και της ζήτησης εργασίας χρειάζεται οι εργαζόμενοι να διαθέτουν τις κατάλληλες δεξιότητες. Τα άτομα δεν αρκεί πλέον να αναπτύξουν θεμελιώδεις δεξιότητες, όπως γλωσσικό γραμματισμό, αριθμητική και επίλυση προβλημάτων, αλλά χρειάζονται και συμπληρωματικές κοινωνικές και συναισθηματικές δεξιότητες και αξίες, όπως δεκτικότητα σε νέες εμπειρίες, προσαρμοστικότητα, επικοινωνία και ομαδικότητα.
Στον σύγχρονο κόσμο της εργασίας που χαρακτηρίζεται από συνεχείς αλλαγές, οι απαιτούμενες γνώσεις και δεξιότητες υπερβαίνουν ένα συγκεκριμένο πεδίο ειδίκευσης. Οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας χρειάζεται να συνδυάζουν την κύρια ειδικότητά τους με ευρύτερες γνώσεις και δεξιότητες, καθώς και με άλλες εξειδικεύσεις. Παράλληλα, όσο πιο γρήγορα αλλάζει ο κόσμος, τόσο μειώνεται ο χρόνος ζωής των δεξιοτήτων. Ως εκ τούτου, οι εργαζόμενοι θα πρέπει να αναβαθμίζουν τις δεξιότητές τους και να επανειδικεύονται καθ’ όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους ενώ θα πρέπει να μπορούν να προσαρμόζονται σε κάθε αλλαγή. Σύμφωνα με το World Economic Forum, το 50% των εργαζομένων θα χρειαστούν επανεκπαίδευση μέχρι το 2025.
Ψηφιακός μετασχηματισμός, απομακρυσμένη εργασία και διά βίου μάθηση φαίνεται να συνθέτουν την εργασία του μέλλοντος. Ο εργαζόμενος θα απομακρύνεται όλο και περισσότερο από το λεγόμενο γραμμικό μοντέλο σταδιοδρομίας, όπου απασχολείται στο ίδιο επάγγελμα με το οποίο ξεκίνησε μέχρι τη συνταξιοδότησή του. Η σταδιοδρομία πολλές φορές χαρακτηρίζεται ως «απρόβλεπτη» και «μεταβατική». Και τα άτομα, για να επιτύχουν πλέον στην επαγγελματική τους πορεία, χρειάζεται να διαθέτουν ένα πλέγμα πολύπλευρων δεξιοτήτων. Αλλωστε, λόγω των νέων συνθηκών της πανδημίας, δεξιότητες, όπως η ενεργή μάθηση, η ανθεκτικότητα, η ευελιξία, αποδεικνύονται εξαιρετικά χρήσιμες.
Επομένως, αυτό που θα μεταβάλλεται διαρκώς στον σύγχρονο κόσμο της εργασίας είναι η ζήτηση σε δεξιότητες.
Η επέλαση της ψηφιακής τεχνολογίας ανέδειξε δύο κυρίαρχα ζητήματα: τις δεξιότητες που θα πρέπει να διαθέτουν οι νέοι, καθώς και τη σημασία της διασύνδεσης της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας. Ορισμένοι εργοδότες δηλώνουν ότι η πλήρωση των κενών θέσεων εργασίας είναι δύσκολη, διότι ακόμη και οι υποψήφιοι που διαθέτουν πολλά προσόντα, δεν διαθέτουν τα σωστά προσόντα. Ισχυρίζονται ότι τα εκπαιδευτικά συστήματα «διδάσκουν στους πτυχιούχους του αύριο τις δεξιότητες που είχε ανάγκη η αγορά εργασίας χθες».
Προκειμένου η εκπαίδευση να συμβαδίζει με τις εξελίξεις απαιτούνται κατ’ ελάχιστον τα εξής:
Πρώτον, αποτελεσματικότερη διασύνδεση της έρευνας, της εκπαίδευσης και της καινοτομίας, δηλαδή των τριών πλευρών του «τριγώνου της γνώσης».
Δεύτερον, αποτελεσματικότερη διασύνδεση της εκπαίδευσης με την εργασία, ενίσχυση της μαθητείας και διεύρυνση των δυνατοτήτων επαγγελματικού προσανατολισμού των νέων.
Τρίτον, ανάληψη στοχευμένης δράσης και συντονισμός του κράτους, του επιχειρηματικού τομέα και της ακαδημαϊκής κοινότητας, με ενδιάμεσο στόχο την ψηφιακή αναβάθμιση της πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έμπρακτη υποστήριξη της διά βίου μάθησης, με τελικό στόχο τη βελτίωση του ψηφιακού αλφαβητισμού του συνόλου της ελληνικής κοινωνίας. Οι δεξιότητες πληροφορικής είναι πλέον απαραίτητες σε όλα τα επαγγέλματα, από τους αγρότες και τους τεχνίτες μέχρι τα στελέχη επιχειρήσεων.
Εφόσον είναι επιθυμητό ένα εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο προετοιμάζει τη μετάβαση των νέων από τα θρανία στην εργασία, εναρμονίζοντας τους μαθησιακούς στόχους με τις σύγχρονες ανάγκες και προάγοντας τις «δεξιότητες του 21ου αιώνα», το πιο σημαντικό στοιχείο αυτού του εκπαιδευτικού συστήματος είναι η μετακίνηση από τη στείρα μετάδοση γνώσεων και πληροφοριών στην αξιοποίηση της αποκτηθείσας γνώσης. Το να «μαθαίνεις πώς να μαθαίνεις» (learning to learn) δεν ήταν ποτέ τόσο επίκαιρο και σημαντικό όσο σήμερα. Είναι το κλειδί στην εποχή της ψηφιοποίησης της πληροφορίας. Η σύγχρονη εποχή αναζητά εκείνο το είδος των εργαζομένων που μπορούν να μαθαίνουν αυτόνομα, να αναλαμβάνουν ευθύνες, να προσπαθούν να επιτυγχάνουν τους στόχους τους, να είναι δημιουργικοί, να ανακαλύπτουν τις υπάρχουσες ευκαιρίες και να αντεπεξέρχονται με επιτυχία στις απαιτήσεις της σύγχρονης περίπλοκης κοινωνίας.
Η σύγχρονη εποχή χαρακτηρίζεται ως εποχή σημαντικών μεταβάσεων. Υπάρχουν σημαντικές ευκαιρίες αλλά και προκλήσεις από τη μετάβαση στην ψηφιακή εποχή, την τεχνητή νοημοσύνη, τη μηχανική μάθηση, τη ρομποτική, τα μεγάλα δεδομένα και τη βιοτεχνολογία. Αυτές οι τεχνολογικές εξελίξεις αποτελούν διαστάσεις μιας διαρκούς κοινωνικής αλλαγής που επηρεάζει τη λειτουργία της οικονομίας, των επιχειρήσεων, τη φύση και την έννοια της εργασίας, την αγορά εργασίας και τις επιστήμες. Επηρεάζει όμως και τη ζωή των ανθρώπων.
Η πανδημία, μέσω της επιτάχυνσης της ψηφιακής μετάβασης, ανέδειξε τους περιορισμούς της ψηφιακής ετοιμότητας των επιχειρήσεων και της κοινωνίας. Η πανδημία έδρασε αρνητικά στο ήδη υφιστάμενο χάσμα ψηφιακών δεξιοτήτων, ενώ συγχρόνως έφερε στην επιφάνεια, αλλά και επέτεινε, τον κίνδυνο κατάργησης πολλών θέσεων εργασίας, ως επί το πλείστον ανειδίκευτης και χαμηλής εξειδίκευσης. Στην πορεία προς την ανάκαμψη, η βελτίωση της ανθεκτικότητας μέσω των δεξιοτήτων καθίσταται επιτακτική. Με στόχο την προώθηση των ίσων ευκαιριών και την καταπολέμηση του αποκλεισμού από την εργασία, είναι απαραίτητη η ενίσχυση της προσπάθειας για την αναβάθμιση των ψηφιακών δεξιοτήτων και γνώσεων των εργαζομένων, καθώς και η παροχή εκτεταμένων ευκαιριών κατάρτισης. Αυτά αποτελούν τις μεγάλες προκλήσεις της κοινωνικής πολιτικής και της παιδείας στη σύγχρονη εποχή.
*Ο Γιάννης Στουρνάρας είναι διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος
Πηγή: ot.gr