Με ή χωρίς κυρώσεις, οι Ρώσοι δισεκατομμυριούχοι θα αντιμετωπίσουν νέα εμπόδια στην διεθνή δραστηριότητά τους, καθώς ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν “κατέβασε την αυλαία” στην δυνατότητα ρωσικές εταιρείες να διατηρούν μετοχές τους εισηγμένες σε ξένα χρηματιστήρια, τονίζει το πρακτορείο Bloomberg.
Με βάση νέο νομοθετικό πλαίσιο που κυρώθηκε με την υπογραφή του αρχηγού του ρωσικού κράτους στις 16 Απριλίου, οι ρωσικές εταιρείες είναι υποχρεωμένες να εξέλθουν των ξένων χρηματιστηρίων, σε περίπτωση που μετοχές τους διαπραγματεύονται εκεί, σε μια διαδικασία η οποία είχε ήδη ξεκινήσει από την περίοδο της πρώτης εισβολής στην Ουκρανία, το 2014, όταν και η Ρωσία κατέλαβε και προσάρτησε την ουκρανική χερσόνησο της Κριμαίας.
Το νέο πλαίσιο θα μπορούσε να αναγκάσει τον πλουσιότερο άνδρα της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Ποτάνιν, καθώς και τους δισεκατομμυριούχους του κλάδου του χάλυωα, Βλαντιμίρ Λίσιν και Αλεξέι Μορντάσοφ, να αναθεωρήσουν τη δομή του ιδιοκτησιακού στάτους των επιχειρήσεών τους, καθώς αυτές διαθέτουν μετοχές που διαπραγματεύονται στο εξωτερικό και πληρώνουν μέρισμα σε ξένο νόμισμα.
“Οι περισσότερες επιχειρήσεις και οι βασικοί μέτοχοί τους, στις περιπτώσεις που αυτές ήταν εισηγμένες σε ξένα χρηματιστήρια, κέρδισαν από τις χρηματοοικονομικές ελευθερίες και τους οικονομικούς δεσμούς με τη Δύση”, σημειώνει ο Anton Zatolokin, επικεφαλής έρευνας στην Otkritie Broker. “Καταστρέφοντας εκείνο που χτιζόταν επί 30 χρόνια, δέχονται ένα άμεσο και έμμεσο πλήγμα”.
Λίγα πράγματα είχαν συμβολίσει στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και σε εκείνη του 2000 το ανοδικό οικονομικό μομέντουμ και την αυξανόμενη ενσωμάτωση της Ρωσίας στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα όσο το γεγονός ότι οι μεγαλύτερες εταιρείες της χώρας, όπως οι MMC Norilsk Nickel PJSC και Lukoil PJSC ενέγραφαν προγράμματα αποθετήριων εγγράφων (GDR) σε Νέα Υόρκη, Λονδίνο και Φρανκφούρτη.
Από μια κορύφωση 17 δισ. δολαρίων μόνον το 2007, οι ρωσικές IPO στο εξωτερικό είχαν έτσι κι αλλιώς υποχωρήσει τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg. Από την προσάρτηση της Κρμαίας αντιστοιχούσαν συνολικά μόλις σε 6 δισ. δολ., ενώ το κύμα των κυρώσεων έδειξε πόσο ευάλωτες είναι οι ρωσικές επιχειρήσεις με έκθεση σε ξένες αγορές όταν η γεωπολιτική κατάσταση οξύνεται.
Ορισμένοι μεγιστάνες εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία της καταβαράθρωσης της τιμής των μετοχών των εταιρειών τους για να αυξήσουν το ποσοστό τους. Ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Lukoil, Vagit Alekperov, συγκέντρωνε επί χρόνια αποθετήρια έγγραφα της εταιρείας του από την αγορά, σύμφωνα και πάλι με υπολογισμούς του Bloomberg.
Από την ημέρα της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου, η διαπραγμάτευση αποθετηρίων εγγράφων ρωσικών εταιρειών έχει “παγώσει” σε πολλά ξένα χρηματιστήρια. Οι διεθνείς κυρώσεις που ακολούθησαν έχουν θέσει στο στόχαστρο μεγιστάνες, τράπεζες, αλλά και τα διεθνή συναλλαγματικά διαθέσιμα της Ρωσίας, ενώ οι μετοχές των εισηγμένων εταιρειών της χώρας κατακρημνίστηκαν εντός λίγων ημερών.
Κάθε διαπραγμάτευση GDR ρωσικών εταιρειών σε ξένα χρηματιστήρια θα πρέπει να σταματήσει μέσα σε 10 ημέρες από τη δημοσίευση του νόμου. Το νομοθετικό πλαίσιο επιτρέπει πάντως συγκεκριμένες εξαιρέσεις για εταιρείες οι οποίες θα ζητήσουν ειδική άδεια για συνέχιση της διαπραγμάτευσης στο εξωτερικό.
Οι ξένοι κάτοχοι ακυρωμένων GDR μπορούν να λάβουν κανονικές μετοχές των εταιρειών, οι οποίες θα είναι κατατεθιμένες σε λογαριασμούς μη μόνιμων κατοίκων στη Ρωσία. Από την ημέρα της εισβολής, οι κεφαλαιακοί έλεγχοι έχουν απαγορεύσει την πώληση από ξένους ρωσικών χρεογράφων, κάνοντας αδύνατο για κάποιον να πουλήσει τις μετοχές του και να επαναπατρίσει μετρητά.
“Τα δικαιώματα των μετόχων που πίστεψαν στη Ρωσία και επένδυσαν στη ρωσική αγορά για πολλά χρόνια – και οι οποίοι δεν μπορούν να αποκτήσουν με άμεσο τρόπο ρωσικές μετοχές, πλήττονται”, είχε δηλώσει ο Lisin σε συνέντευξή του στη ρωσική εφημερίδα Kommersant αυτό τον μήνα. “Δεν έχουν καμία σχέση με την πολιτική και κινδυνεύουν να δουν τα περιουσιακά τους δικαιώματα να εξαφανίζονται”.
Άρχισαν οι διαδικασίες
Ο αγγλορωσικός όμιλος πράσινης ενέργειας και μεταλλουργίας EN+, αλλά και η ρωσική ενεργειακή Tatneft έγιναν εξάλλου σήμερα οι πρώτες ρωσικές εταιρείες οι οποίες ξεκίνησαν τη διαδικασία εξαγωγής των GDR τους από τα ξένα χρηματιστήρια, σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters.
EN+ και Tatneft, αμφότερες εισηγμένες στο χρηματιστήριο του Λονδίνου, ανέφεραν ότι εξετάζουν τη μέθοδο με την οποία θα τερματίσουν τα προγράμματα GDR τους, μολονότι η Tatneft ανέφερε ότι πιθανόν να αιτηθεί ειδική άδεια για να συνεχίσει την χρηματιστηριακή παρουσία της στο εξωτερικό.
Πηγή: www.capital.gr