Του Βαγγέλη Στεργιόπουλου
Ο Κωνσταντίνος Β’, βασιλιάς της Ελλάδας από το Μάρτιο του 1964 έως τον Ιούνιο του 1973, είχε γεννηθεί στις 2 Ιουνίου 1940 στο Παλαιό Ψυχικό.
Ο μοναχογιός του βασιλιά Παύλου Α’ και της βασίλισσας Φρειδερίκης (το άλλο τους τέκνο ήταν η πριγκίπισσα Ειρήνη, η μικρότερη αδελφή του Κωνσταντίνου) βαπτίστηκε στα Ανάκτορα των Αθηνών στις 20 Ιουλίου 1940.
Τα νεανικά χρόνια – Η ενηλικίωση
Μετά την εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα, τον Απρίλιο του 1941, ο Κωνσταντίνος ακολούθησε τη διαδρομή της βασιλικής οικογένειας, από την αποχώρησή της από την ηπειρωτική Ελλάδα (22 Απριλίου 1941) έως την επάνοδό της στη χώρα (28 Σεπτεμβρίου 1946), μετά το δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου 1946.
Μετά το θάνατο του βασιλιά Γεωργίου Β’, την 1η Απριλίου 1947, και την ανάρρηση στο θρόνο του αδελφού του Παύλου, ο Κωνσταντίνος κατέστη διάδοχος του θρόνου, ως το μοναδικό άρρεν τέκνο του βασιλιά, σύμφωνα με τις τότε ισχύουσες συνταγματικές διατάξεις.
Ο Κωνσταντίνος φοίτησε στο Εθνικό Εκπαιδευτήριο Αναβρύτων στο Μαρούσι και παρακολούθησε μαθήματα στις Σχολές Ευελπίδων, Ναυτικών Δοκίμων και Ικάρων, καθώς και ιδιαίτερη σειρά άλλων μαθημάτων και ξένων γλωσσών.
Μετά την ενηλικίωσή του έλαβε τους βαθμούς του ανθυπολοχαγού, του σημαιοφόρου και του ανθυποσμηναγού.
Από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με τον αθλητισμό και στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης (1960) κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στην ιστιοπλοΐα με σκάφη τύπου «Ντράγκον», με πλήρωμα τους Οδυσσέα Εσκιτζόγλου και Γεώργιο Ζαΐμη.
Ο Κωνσταντίνος βασιλιάς
Στις 6 Μαρτίου 1964 ο Κωνσταντίνος διαδέχτηκε στο θρόνο του Βασιλείου της Ελλάδος τον αποθανόντα πατέρα του Παύλο. Η ορκωμοσία του έγινε ενώπιον της Βουλής και την ίδια ημέρα ορκίστηκε και αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων με τους ανώτατους βαθμούς της στρατιωτικής ιεραρχίας.
Στις 23 Ιανουαρίου 1963, ως διάδοχος ακόμη, είχε αρραβωνιαστεί στην Κοπεγχάγη τη 17χρονη πριγκίπισσα της Δανίας Άννα-Μαρία, τριτότοκη κόρη του βασιλιά της Δανίας Φρειδερίκου Θ’, την οποία νυμφεύτηκε, ως βασιλιάς πλέον, στην Αθήνα στις 18 Σεπτεμβρίου 1964.
Από το γάμο τους γεννήθηκαν πέντε παιδιά, η Αλεξία (Κέρκυρα, 10 Ιουλίου 1965), ο Παύλος (Αθήνα, 20 Μαΐου 1967), ο Νικόλαος (Ρώμη, 1η Οκτωβρίου 1969), η Θεοδώρα (Λονδίνο, 9 Ιουνίου 1983) και ο Φίλιππος (Λονδίνο, 26 Απριλίου 1986).
Η κρίση του 1965
Το καλοκαίρι του 1965 εκδηλώθηκε η πρώτη σοβαρή κρίση της βασιλείας του Κωνσταντίνου, με την απαίτησή του να έχει τον τελευταίο λόγο στο διορισμό του υπουργού Εθνικής Άμυνας και στην ηγεσία του στρατεύματος. Η διαφωνία του με τον τότε πρωθυπουργό οδήγησε στην παραίτηση της λαοπρόβλητης κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου στις 15 Ιουλίου. Τα λεγόμενα «Ιουλιανά» ακολούθησε μια περίοδος έντονης πολιτικής ανωμαλίας («Αποστασία»), που οδήγησε τελικά στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.
Το πραξικόπημα των συνταγματαρχών είχε ως συνέπεια την ανατροπή της κυβέρνησης του Παναγιώτη Κανελλόπουλου και την επ’ αόριστον αναβολή των εκλογών, χωρίς όμως να μεταβληθεί η μορφή του πολιτεύματος ή το πρόσωπο του Ανώτατου Άρχοντα. Ο Κωνσταντίνος όρκισε την κυβέρνηση που προήλθε από το στρατιωτικό καθεστώς, έχοντας ως πρωθυπουργό τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Κόλλια, ένα πρόσωπο της δικής του επιλογής.
Το αποτυχημένο Βασιλικό Κίνημα
Στις 13 Δεκεμβρίου 1967 ο Κωνσταντίνος αποφάσισε να αναλάβει ο ίδιος δράση εναντίον του δικτατορικού καθεστώτος. Το επονομασθέν Βασιλικό Κίνημα απέτυχε παταγωδώς, επειδή ο Κωνσταντίνος δεν κατάφερε να αποσπάσει την υποστήριξη του Στρατού, όπως σχεδίαζε.
Έτσι, ο βασιλιάς αναγκάστηκε να διαφύγει με την οικογένειά του στο εξωτερικό. Το συνταγματικό κενό που δημιουργήθηκε καλύφθηκε μετά την απόφαση του δικτάτορα Παπαδόπουλου να αναθέσει καθήκοντα αντιβασιλέα αρχικά στον αντιστράτηγο Γεώργιο Ζωιτάκη και αργότερα στον εαυτό του. Τα στρατιωτικά μέλη της κυβέρνησης παραιτήθηκαν από τις τάξεις του Στρατού και η νέα κυβέρνηση θεώρησε το βασιλιά «αδικαιολογήτως απέχοντα των καθηκόντων του» και σε «εθελούσια προσωρινή αποδημία».
Το Κίνημα του Ναυτικού και η κατάργηση της βασιλευομένης δημοκρατίας
Στα τέλη Μαΐου του 1973 εκδηλώθηκε το Κίνημα του Ναυτικού, που είχε ως στόχο την ανατροπή της δικτατορίας. Το εν λόγω κείμενο κατεστάλη εν τη γενέσει του, και οι δικτάτορες θεώρησαν ότι ο βασιλιάς Κωνσταντίνος (όπως και ορισμένοι πολιτικοί) είχε εμπλοκή στα διαδραματισθέντα.
Έτσι, το υπουργικό συμβούλιο (με ταυτόχρονη έκδοση συντακτικής πράξης) αποφάσισε την 1η Ιουνίου 1973 να καταργήσει το πολίτευμα της βασιλευομένης δημοκρατίας, να κηρύξει έκπτωτο το βασιλιά και τους διαδόχους του και να εγκαθιδρύσει ως νέο πολίτευμα εκείνο της προεδρικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, ενώ ανέθεσε προσωρινά την προεδρία της Δημοκρατίας στον έως τότε αντιβασιλέα και πρωθυπουργό Γεώργιο Παπαδόπουλο. Το δημοψήφισμα που διεξήγαγε το χουντικό καθεστώς στις 29 Ιουλίου 1973 απέβη κατά της βασιλευομένης δημοκρατίας. Πρόεδρος της Δημοκρατίας ανακηρύχθηκε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος.
Το δημοψήφισμα του 1974
Μετά την κατάρρευση της δικτατορίας και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, στις 24 Ιουλίου 1974, η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή προκήρυξε δημοψήφισμα για την οριστική επίλυση του πολιτειακού ζητήματος. Το δημοψήφισμα αυτό διεξήχθη στις 8 Δεκεμβρίου 1974 και απέβη και πάλι κατά της βασιλευομένης δημοκρατίας.
Η περίοδος μετά το 1974
Ο Κωνσταντίνος έζησε επί μακρόν αυτοεξόριστος αρχικά στην Ιταλία και ακολούθως στη Μεγάλη Βρετανία, πριν εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα, ενώ αναγνώρισε το αποτέλεσμα της λαϊκής ετυμηγορίας του 1974 για την κατάργηση της μοναρχίας.
Ο Κωνσταντίνος έλαβε από το ελληνικό κράτος το ποσό των 13,7 εκατομμυρίων ευρώ ως αποζημίωση για την απαλλοτρίωση της βασιλικής περιουσίας.
Πηγή: in.gr