Του Περικλή Σ. Βαλλιάνου*
H ιδέα ότι η ανθρώπινη ιστορία έχει ένα «τέλος» ήταν χριστιανική επινόηση. Τη συστηματοποίησε στην Πολιτεία του Θεού ο ιερός Αυγουστίνος και την ιδιοποιήθηκε αργότερα ο Χέγκελ. Το τέλος νοείται ως χρονικό τέρμα («η συντέλεια των αιώνων») και ως πραγμάτωση ενός υπερέχοντος σκοπού. Για τον χριστιανό η κορύφωση τούτη είναι η Δευτέρα Παρουσία, η κατάλυση της εν φύσει ζωής και η έλευση της βασιλείας των ουρανών. Η αντίληψη αυτή προσφέρει στον πιστό ψυχολογική ανακούφιση, ότι το καλό στο τέλος νικάει. Τελευταίος εκφραστής της χριστιανικής ιστοριοσοφίας ήταν ο καρδινάλιος Μποσουέ, παιδαγωγός των τέκνων του Λουδοβίκου ΙΔ΄. Έκτοτε απαξιώθηκε δραστικά από τον Διαφωτισμό. Δεν απορρίπτεται όμως η δομική υπόθεση μιας βαθύτερης σκοπιμότητας που κινεί τις ανθρώπινες πράξεις, αλλά το ότι τους σκοπούς αυτούς τους θέτει μια εξωκόσμια δύναμη. Ο Θεός των χριστιανών μεταλλάχθηκε σε ιστορικό Λόγο, σε ενδοϊστορική νομοτέλεια. Η χριστιανική ιδέα εκκοσμικεύθηκε, αλλά επιβίωσε υπό ορθολογική αμφίεση. Στη θέση της θείας Πρόνοιας η φιλοσοφία έβαλε τους νόμους της φύσεως που είχε ανακαλύψει η νεωτερική επιστήμη και –κατ’ αναλογίαν προς αυτούς– τους νόμους της κοινωνικής εξελίξεως. Αμφότεροι ερμηνεύονταν σύμφωνα με την άτεγκτη αιτιοκρατία των Νεύτωνα και Λαπλάς. Η υποκατάσταση αυτή έσωζε για τον νεωτερικό άνθρωπο το πλεονέκτημα της χριστιανικής θεολογίας, τη βεβαιότητα της ελεύσεως του ποθητού «τέλους». Προνομιακοί θεματοφύλακες της απόλυτης αυτής αλήθειας ήταν υποτίθεται οι επιστήμονες, οι φιλόσοφοι και οι πολιτικοί. Όταν κατά τον 19ο αιώνα η πολιτική διαδέχθηκε τη θρησκεία ως τον μεγάλο υποκινητή και οργανωτή των μαζών, τα βασικά λαϊκά ζητούμενα της εποχής (δημοκρατία, εθνικισμός, σοσιαλισμός) βιώθηκαν ως οι νέες θρησκείες. Τη μετάλλαξη διέβλεψε ο Νίτσε. Το διάπυρο πάθος με το οποίο προβλήθηκαν τα αιτήματα αυτά διαπότισε τον ευρωπαϊκό πολιτισμό πυροδοτώντας γιγάντιες συγκρούσεις, καταστροφές και κακουργίες. Και έτσι μια διαδικασία εξορθολογισμού της κοινωνικής ζωής μετέπεσε εν καιρώ στο αντίθετό της, την κυριαρχία καινοφανών άλογων πίστεων.
Με την ιστορική πείρα που έχουμε (ελπίζω) συγκεντρώσει είναι κραυγαλέα τα σφάλματα μιας θεολογίας της ιστορίας. Την κριτική αυτή συγκεφαλαίωσε ο Ρεϊμόν Αρόν στο εμβληματικό του βιβλίο Το όπιο των διανοουμένων που πρόσφατα κυκλοφόρησε στα ελληνικά, 69 ολόκληρα χρόνια μετά τη δημοσίευσή του. Το πρώτο πρόβλημα είναι η μονοπωλιακή κατοχή της ιστορικής αλήθειας από κάποιους ιεροφάντες. Στη μαρξιστική-λενινιστική εκδοχή της ιστορικής θεολογίας όπου εστιάζει ο Αρόν τούτοι είναι οι παντογνώστες ηγέτες ενός κόμματος. Πόθεν όμως το προνόμιο τούτο; Από την ιδεολογία που πρεσβεύουν, τουτέστιν οι ίδιοι το απονέμουν στον εαυτό τους. Ποιος σκεπτόμενος άνθρωπος θα αποδεχόταν τέτοια λαθροχειρία; Το δεύτερο ζήτημα είναι η απαξίωση της ατομικότητας. Η υποκειμενική συνείδηση και τα ηθικά της διαφέροντα εξαλείφονται εδώ κάτω από τις ερπύστριες των συλλογικών οντοτήτων (τάξεις κ.λπ.) που καθορίζουν το ιστορικό γίγνεσθαι. Τα εμπειρικά άτομα είναι αναλώσιμα. Το τρίτο είναι ο ισχυρισμός περί αιτιοκρατικής αναγκαιότητος στην ιστορία – που βασίζεται σε μονοαιτιακές εξηγήσεις (λ.χ. η κοινωνική δράση καθορίζεται πρωτίστως από οικονομικά αίτια). Πώς θα αντιδράσουν όμως απέναντι στις ίδιες αντικειμενικές συνθήκες διαφορετικά ατομικά ή συλλογικά υποκείμενα δεν είναι ποτέ προβλέψιμο. Στην ανθρώπινη πράξη εμπλέκονται υπολογισμοί υλικού οφέλους αλλά και αξιολογικές επιλογές, ιδεολογικές προτιμήσεις και πολιτιστικοί εθισμοί, υποκειμενικές τελικά ιδιοσυγκρασίες. Η συνολική ιστορική ροή είναι η συνισταμένη κατά συγκυρία μυριάδων τέτοιων επιμέρους αποφάσεων. Προβλέψεις μπορούν να επιχειρηθούν, αλλά πάντα πιθανολογικές και αναιρέσιμες σύμφωνα με τις κανονικότητες της ατομικής και κοινωνικής συμπεριφοράς. Οι κανονικότητες όμως αυτές δεν είναι καθολικοί και απαράβατοι νόμοι. Τα ιστορικά συμβάντα έχουν αίτια, αλλά τα αίτια αυτά είναι κατά το συμβεβηκός. Καταστάσεις δηλαδή, που συνέπεσαν, δεν ήταν όμως αναγκαίο μεταφυσικά να συμπέσουν ούτε να αποφέρουν αυτές και όχι άλλες εκβάσεις. Η ιστορία μένει πάντα ανοιχτή.
*Ο κ. Περικλής Σ. Βαλλιάνος είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας ΕΚΠΑ.
ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2024