Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ΗΠΑ) είναι η πιο προωθημένη δημοκρατία στον κόσμο, με τα καλά και τα αρνητικά που ένα παρόμοιο καθεστώς μπορεί να έχει. Συμβαίνει επίσης οι ΗΠΑ να είναι μια πανίσχυρη στρατιωτικά και οικονομικά χώρα, η οποία στη διάρκεια του 20ου αιώνα κέρδισε και δύο παγκόσμιους πολέμους. Κατά συνέπεια, τι το πιο φυσικό η χώρα αυτή να προκαλεί φθόνο, μίσος και θαυμασμό βέβαια σε φίλους και εχθρούς.
Δεν χωράει έτσι καμία αμφιβολία ότι η παγκόσμια θέση και επιρροή των ΗΠΑ, παίζει καθοριστικό παγκόσμιο ρόλο και έχει τεράστιο ειδικό βάρος σε θεσμούς όπως ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), η Παγκόσμια Τράπεζα (ΠΤ), το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κ.ά.
Υπό τις σημερινές συνθήκες έτσι, παρά τις προσπάθειες της Κίνας και της Ρωσίας να αποδυναμώσουν στο μέλλον την παγκόσμια επιρροή των ΗΠΑ και μέσω αυτών της Δύσης, η αμερικανική εξωτερική πολιτική θα παραμένει ισχυρός παράγοντας από κάθε άποψη. Ενόψει λοιπόν των αμερικανικών προεδρικών εκλογών και της φιλολογίας που έχει αναπτυχθεί γύρω από τους πιθανούς εξωτερικούς προσανατολισμούς των ΗΠΑ, καλόν είναι να γνωρίζει κανείς πώς οι εξουσίες του Κογκρέσου και του προέδρου προωθούν τα αμερικανικά συμφέροντα στο εξωτερικό.
Η ενεργός ανάμιξη των ΗΠΑ στα διεθνή πράγματα, αρχίζει με την υπογραφή της Συνθήκης των Βερσαλλιών, την οποίαν ο τότε Πρόεδρος Wilson κατέθεσε στη Γερουσία στις 10 Ιουλίου 1919. Στη συζήτηση που ακολούθησε το τότε μεγάλο όνειρο του Αμερικανού Προέδρου για παγκόσμια ειρήνη, συνετρίβη σε σκληρές πραγματικότητες.
Παρά τη θέλησή του, η Γερουσία καταψήφισε τη συνθήκη, φοβούμενη τις πιθανές εμπλοκές και τις υποχρεώσεις των μελών που συνδέονταν εκείνη την ρευστή εποχή με ένταξη στην Κοινωνία των Εθνών. Ποιους θα έπρεπε να υπερασπιστούν οι ΗΠΑ και με πιο κόστος, ήταν το κυρίαρχο ερώτημα.
Το προαναφερθέν ιστορικό επεισόδιο δεν ήταν η μοναδική φορά που το Κογκρέσο απέρριψε την ατζέντα εξωτερικής πολιτικής ενός Προέδρου. Στην πραγματικότητα, η εκτελεστική εξουσία, με επικεφαλής τον Πρόεδρο, και η νομοθετική εξουσία υπό την ηγεσία του Κογκρέσου, συγκρούονται περιοδικά, εν μέρει λόγω συνταγματικού σχεδιασμού, σε ζητήματα όπως η χρήση στρατιωτικής βίας και η υπογραφή διεθνών συμφωνιών. Ωστόσο, αυτή η σχέση άλλαξε με την πάροδο του χρόνου και, από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Πρόεδρος είχε συχνά το πάνω χέρι στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας.
Τι προβλέπει το Σύνταγμα για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ
Αν και το αμερικανικό Σύνταγμα είναι το πιο σημαντικό έγγραφο της χώρας, δεν είναι ιδιαίτερα μακρύ. Στην πραγματικότητα, το αρχικό κείμενο έχει μόνο 4.543 λέξεις – περίπου το μήκος ενός δοκιμίου είκοσι σελίδων, με διπλά διαστήματα.
Ως αποτέλεσμα, το Σύνταγμα δεν παρέχει οδηγίες για τον τρόπο χειρισμού κάθε πιθανής κατάστασης εξωτερικής πολιτικής. Αντίθετα, θέτει γενικές κατευθυντήριες γραμμές και κατανέμει τις αρμοδιότητες χάραξης εξωτερικής πολιτικής μεταξύ της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας. Ορισμένες από αυτές τις ευθύνες δηλώνονται ξεκάθαρα και ρητά, ενώ άλλες υπονοούνται και έχουν ερμηνευτεί διαφορετικά με τα χρόνια.
Όπως επισημαίνεται σε ειδική έκδοση της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων (CFA), σχετικά με τις διάφορες πτυχές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, το Σύνταγμα δίνει στο Κογκρέσο πολλές απαριθμημένες ή ρητά παραχωρημένες εξουσίες:
- Μπορεί να απαιτήσει ομοσπονδιακή χρηματοδότηση. Κάθε χρόνο, το Κογκρέσο επανεξετάζει και εγκρίνει τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, λαμβάνοντας αποφάσεις σχετικά με τα αμυντικά και διπλωματικά προγράμματα – μεταξύ άλλων – να χρηματοδοτηθούν ή να περικοπούν.
- Έχει την αποκλειστική εξουσία να κηρύξει πόλεμο. Το Κογκρέσο άσκησε αυτή την εξουσία έντεκα φορές, η τελευταία από τις οποίες ήταν κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το Σύνταγμα εξουσιοδοτεί επίσης το Κογκρέσο να εγκρίνει στρατιωτική δύναμη χωρίς να χρειάζεται να κηρύξει πόλεμο, όπως έκανε – μεταξύ άλλων – στο Αφγανιστάν και το Ιράκ στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Επιπλέον, το Κογκρέσο χρησιμοποίησε αυτή τη ρήτρα για να νομοθετήσει πώς ο Πρόεδρος εκτελεί στρατιωτική δράση. Για παράδειγμα, το 1973, ψήφισε το ψήφισμα για τις εξουσίες του πολέμου, το οποίο απαιτεί από τον Πρόεδρο να ενημερώσει το Κογκρέσο εντός σαράντα οκτώ ωρών από τη στρατιωτική δράση.
- Μπορεί να ρυθμίζει το εξωτερικό εμπόριο, το οποίο περιλαμβάνει την εξουσία επιβολής δασμών και οικονομικών κυρώσεων. Το 1808, το Κογκρέσο χρησιμοποίησε αυτή την εξουσία για να καταργήσει το δουλεμπόριο.
- Έχει τη δύναμη να «σηκώνει και να υποστηρίζει Στρατούς». Το Κογκρέσο ερμήνευσε αυτή τη ρήτρα ώστε να περιλαμβάνει την εξουσία δημιουργίας, εξάλειψης και αναδιάρθρωσης υπηρεσιών στην εκτελεστική εξουσία, όπως η CIA και το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας.
- Η Γερουσία μπορεί να εγκρίνει τις υποψηφιότητες των μελών του υπουργικού συμβουλίου, των πρεσβευτών και των ανώτερων στρατιωτικών αξιωματούχων. Παρόλο που ο Πρόεδρος ορίζει τους αξιωματούχους που είναι υπεύθυνοι για την εκτέλεση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ – όπως οι επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, του Υπουργείου Άμυνας, των στρατιωτικών υπηρεσιών και πρεσβευτές – το Κογκρέσο μπορεί να απορρίψει ή να εγκρίνει αυτές τις υποψηφιότητες.
- Η Γερουσία μπορεί να παρέχει συμβουλές και να συναινεί για τις συνθήκες. Ο Πρόεδρος μπορεί να διαπραγματευτεί συνθήκες με ξένες κυβερνήσεις. Ωστόσο, η Γερουσία έχει την αποκλειστική εξουσία να τα εγκρίνει. Κατά τη διαδικασία έγκρισης, η Γερουσία μπορεί επίσης να επισυνάψει όρους ή επιφυλάξεις στη συνθήκη.
Από τις παραπάνω αρμοδιότητες του Κογκρέσου προκύπτει ξεκάθαρα ότι ο Πρόεδρος δεν έχει το ακαταλόγιστο. Αν και το Σύνταγμα του δίνει πολλές απαριθμημένες εξουσίες στην εξωτερική πολιτική, υπάρχουν δικλείδες ασφαλείας.
Ως αποτέλεσμα ακολουθεί περιοδικά μια διελκυστίνδα για την ατζέντα της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Μια ατζέντα η οποία αρκετές φορές έχει ευνοήσει πρωτοβουλίες των Προέδρων, οι οποίοι από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έχουν φέρει την ισορροπία δυνάμεων πιο κοντά στις θέσεις και δράσεις τους. Ιδιαίτερα δε σε περιπτώσεις χρήσης στρατιωτικής βίας.
Τις πτυχές αυτής της διαταραχής της ισορροπίας δυνάμεων θα παρουσιάσουμε στο επόμενο άρθρο μας.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.
Πηγή: euro2day.gr