Του Βασίλη Κοντογιαννόπουλου
Το κίνημα των Τεμπών, που τείνει να προσλάβει πολιτική υπόσταση, πλαισιωμένο από τον αντισυστημισμό. Ζητεί αλήθεια και δικαιοσύνη. Δεν ήταν δυστύχημα, ήταν έγκλημα.
Οι πλατείες ήταν γεμάτες. Η σύνθεση όμως του πλήθους δεν ήταν ομοιογενής. Τρεις κατηγορίες πολιτών συνέρρευσαν.
Το κίνημα των Τεμπών, που τείνει να προσλάβει πολιτική υπόσταση, πλαισιωμένο από τον αντισυστημισμό. Ζητεί αλήθεια και δικαιοσύνη. Δεν ήταν δυστύχημα, ήταν έγκλημα. Να μπουν φυλακή όχι όσοι από εγκληματική αμέλεια παραβίασαν το μοιραίο βράδυ όλους τους κανονισμούς ασφαλείας των τρένων, αλλά οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι. Από τον Καραμανλή και τον Μητσοτάκη, μέχρι τον Π.τ.Δ.
Παρόντα τα “θεσμικά” κόμματα, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ. Απαιτούν “να φύγει ο Μητσοτάκης”, γιατί αυτόν θεωρούν υπεύθυνο για την πολιτική τους καχεξία. Το αντιμητσοτακικό τους μένος δεν τους επιτρέπει να αντιληφθούν ότι έχουν μετατραπεί σε νεροκουβαλητές του αντισυστημισμού. Φθείρονται με μεγαλύτερη ταχύτητα απ’ ότι φθείρεται η Ν.Δ.
Στις πλατείες όμως το μεγαλύτερο ποσοστό των πολιτών πήγαν για να συμπαρασταθούν στους συγγενείς των τραγικών θυμάτων, αλλά και να εκφράσουν την απαίτησή τους να εξαλειφθούν όλα όσα θυμώνουν τους Έλληνες. Από την ασφάλεια των τρένων μέχρι το πολιτικό σύστημα και τις παθογένειες που αυτό εξέθρεψε.
Πάνδημο αίτημα
Αλήθεια και δικαιοσύνη αποτελούν πάνδημο αίτημα. Προκειμένου να αποκαλυφθεί η αλήθεια και να αποδοθεί δικαιοσύνη, το ταχύτερο δυνατόν, ένας από τους κορυφαίους Συνταγματολόγους, ο καθηγητής Ν. Αλιβιζάτος, πρότεινε, με κοινή απόφαση όλων των κομμάτων, να παρακαμφθεί η προανακριτική επιτροπή της Βουλής και να παραπεμφθεί ο εγκαλούμενος για παράβαση καθήκοντος Υπουργός απ’ ευθείας στο φυσικό του δικαστή, Δικαστικό Συμβούλιο και Ειδικό Δικαστήριο.
Η Κυβέρνηση, παρά τους αρχικούς ενδοιασμούς της, αποδέχθηκε την πρόταση. Η Αντιπολίτευση, αντίθετα, σύσσωμη αντιτάχθηκε. Ισχυρίστηκε ότι πρόκειται για μεθόδευση της Κυβέρνησης με στόχο τη… συγκάλυψη. Δεν εξηγεί όμως τί είδους συγκάλυψη αποτελεί η παραπομπή ενός Υπουργού στο φυσικό του δικαστή, όταν αυτός υποτίθεται ότι είναι ο τελικός της στόχος.
Υποκρισία
Αποκαλύπτεται, όχι απλώς η υποκρισία των κομμάτων της Αντιπολίτευσης, αλλά ο πραγματικός τους στόχος. Δεν επιδιώκει την αλήθεια και την απονομή δικαιοσύνης, αλλά τη χυδαία πολιτική εκμετάλλευση του τραγικού δυστυχήματος. Εξηγούμαι:
Πρώτον, η παράκαμψη της κοινοβουλευτικής διαδικασίας δεν αποτελεί κυβερνητική μεθόδευση, αλλά πρόταση διακεκριμένου Συνταγματολόγου που είναι γνωστό ότι πρόσκειται στον χώρο της κεντροαριστεράς.
Δεύτερον, η εμπειρία από τη λειτουργία 25 εξεταστικών επιτροπών και επτά προανακριτικών, αποκαλύπτει ότι ουδέποτε λειτούργησαν με στόχο την ανεύρεση της αλήθειας, αλλά το κομματικό όφελος. Απόδειξη ότι ουδέποτε κατέληξαν σε κοινό πόρισμα.
Τρίτον, η απ’ ευθείας παραπομπή από τη Βουλή του εγκαλούμενου Υπουργού στο Υπουργοδικείο του άρθρου 86, αποτελεί την ισχυρότερη εγγύηση ότι η ανακριτική διαδικασία θα γίνει με αμεροληψία και επαγγελματισμό από ανώτατους δικαστές κι όχι από πολιτικούς αντιπάλους.
Τέταρτον, όλες τις ανακριτικές πράξεις που δε θα πραγματοποιηθούν από την κοινοβουλευτική επιτροπή, όπως εξέταση μαρτύρων, διεύρυνση κατηγορητηρίου κλπ, θα πραγματοποιήσει Αρεοπαγίτης – ανακριτής με την απαιτούμενη εγκυρότητα και μυστικότητα, κάτι που ουδέποτε ίσχυσε για τους βουλευτές – ανακριτές.
Πέμπτον, με την πρόταση Αλιβιζάτου η Κυβέρνηση και ο Χρ. Τριαντόπουλος παραιτούνται από την προστασία που τους παρέχει το άρθρο 86, δεδομένου ότι όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται κατά πλειοψηφία. Η Αντιπολίτευση, αντίθετα, αρνείται να παραιτηθεί από την επιδίωξη της να μετατρέψει την προανακριτική διαδικασία σε αντικυβερνητικό σόου.
Παραμένει γατζωμένη στον στόχο της να συνεχιστεί η εργαλειοποίηση της τραγωδίας και η συγκάλυψη της αλήθειας.
Έκτον, η υιοθέτηση από την Κυβέρνηση της πρότασης Αλιβιζάτου αποτελεί ορόσημο. Εφεξής, η παραπομπή Υπουργού στο φυσικό δικαστή μπορεί να πραγματοποιείται χωρίς προηγούμενη αναθεώρηση του άρθρου 86 που αναμένεται να συζητηθεί στη προσεχή Συνταγματική αναθεώρηση. Η Αντιπολίτευση, αντίθετα, με την άρνησή της να αποδεχθεί την πρόταση, αγωνίζεται για τη διατήρηση της προστασίας των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου, όπως ισχύει μέχρι σήμερα.
Αποδομείται το αφήγημα της συγκάλυψης
Με την τολμηρή απόφαση της Κυβέρνησης η Δικαιοσύνη αποκτά πρωτεύοντα ρόλο στην αποκάλυψη της αλήθειας και την απόδοση ευθυνών για το τραγικό δυστύχημα, όπως αρμόζει σε μια συντεταγμένη Πολιτεία. Επιστήμονες, αναμφισβήτητου κύρους και αμεροληψίας, καθώς δεν εμπλέκονται σε κάθε είδους συμφέροντα και σκοπιμότητες, αποδομούν το τοξικό αφήγημα της “συγκάλυψης”. Σε αυτούς προστέθηκαν Βρετανός εμπειρογνώμων και δικηγόρος οικογενειών των τραγικών θυμάτων. Τεκμηριωμένα αποδίδουν την “πυρόσφαιρα”, πάνω στην οποία στηρίχθηκε ο μύθος της “συγκάλυψης” στις συνθήκες της σύγκρουσης των δύο συρμών και όχι σε παράνομο φορτίο που ούτε προσδιορίζεται ούτε εντοπίζεται.
Πλησιάζει η ώρα που η εργαλειοποίηση της τραγωδίας των Τεμπών θα γυρίσει μπούμερανγκ στους εμπνευστές της. Αριστερός και δεξιός αντισυστημισμός, αντιπολιτευόμενα κόμματα χωρίς “πολιτικό οξυγόνο”, ποικιλώνυμα συμφέροντα και φιλορωσικοί ρομποτικοί λογαριασμοί, bots, συνασπίστηκαν με κοινό στόχο τον Κυρ. Μητσοτάκη και την αποσταθεροποίηση της χώρας.
Είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι την ίδια στιγμή διεξάγονται οι δίκες για τις τραγωδίες στη Μάνδρα και το Μάτι με 27 και 104 νεκρούς αντίστοιχα, θύματα της τραγικής ανεπάρκειας
κράτους και κυβέρνησης. Κάηκαν ζωντανές μητέρες και γιαγιάδες με τα μωρά στην αγκαλιά τους. Πως εξηγείται η παντελής αδιαφορία της “κοινωνικής αντιπολίτευσης” και των αντιπολιτευόμενων κομμάτων και ΜΜΕ; Γιατί δεν αναζητούνται οι ευθύνες “όσο ψηλά κι αν βρίσκονται”; Πως εξηγείται η συναισθηματική έκρηξη της κοινωνίας, δύο χρόνια μετά το τραγικό συμβάν;
Αμφισβήτηση των θεσμών
Η εργαλειοποίηση της τραγωδίας των Τεμπών από ετερόκλητες δυνάμεις είναι γεγονός ότι έχει προκαλέσει βαθιά κρίση εμπιστοσύνης σε Κυβέρνηση, Δικαιοσύνη, Κράτος, πολιτικό σύστημα. Μια συνολική αμφισβήτηση των θεσμών της Μεταπολιτευτικής Δημοκρατίας μας.
Έχει οδηγήσει ένα σημαντικό τμήμα πολιτών και κυρίως της νεολαίας, ευάλωτης στα
fake-news που αναπαράγουν trols και φιλορωσικά bots στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ιδίως στο Tik-Tok, στην τιμωρητική ψήφο κατά των συστημικών κομμάτων. Ενισχύονται οι αντισυστημικές δυνάμεις και των δύο άκρων. Η χώρα διατρέχει σοβαρό κίνδυνο να περιέλθει σε συνθήκες πολιτικής αστάθειας και ακυβερνησίας σε μια κρίσιμη διεθνή συγκυρία γεωπολιτικών αναταράξεων. Ο Αρμαγεδώνας Τραμπ ανατρέπει σταθερές που εδώ και 80 χρόνια εθεωρούντο δεδομένες. Κηρρύσει οικονομικό πόλεμο προκαλώντας παγκόσμια ανασφάλεια.
Στο βιβλίο “Υπνοβάτες” του Κρίστοφερ Κλαρκ, οι μεγαλύτερες ευθύνες για τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο αποδίδονται στην ανικανότητα και την αμεριμνησία των πολιτικών ηγεσιών στις ευρωπαϊκές χώρες. Ήταν οι “υπνοβάτες που παρατηρούσαν τα πάντα, χωρίς να βλέπουν τίποτα, στερεμένοι από οράματα και τυφλοί μπροστά στην πραγματικότητα…”. Αυτή είναι η εικόνα εκείνων που έχουν αναγάγει το δυστύχημα των Τεμπών σε μοχλό αποσταθεροποίησης της χώρας.
Κυρίαρχα αιτήματα
Η πλειοψηφία των πολιτών που συνέρρευσαν στις πλατείες εξέφρασε την οργή και τον θυμό της όχι μόνο για τον άδικο χαμό νέων κυρίως παιδιών αλλά και για τις παθογένειες που προκαλούν ανθρώπινες τραγωδίες. Μάτι και Τέμπη έχουν ως κοινό παρονομαστή τις διαχρονικές παθογένειες του βαθέος κράτους. Παρά τον ψηφιακό μετασχηματισμό κρατικών λειτουργιών που πραγματοποιούνται με άλματα από το 2019, το βαθύ κράτος αντιστέκεται. Δίνει μάχες οπισθοφυλακής κατά της αξιολόγησης, προϋπόθεση αξιοκρατίας και αποτελεσματικότητας. Το 112 δεν μπορούσε να αποτρέψει το σφάλμα ενός ακατάλληλου σταθμάρχη. Η ακτινογραφία του ΟΣΕ, μετά το δυστύχημα, αποκάλυψε τις διαχρονικές παθογένειες της ώσμωσης βαθέος κράτους και βαθέος κόμματος μέσω του ομογενοποιημένου κομματικού συνδικαλισμού. Αυτή είναι η κύρια αιτία που οι ΔΕΚΟ οδηγήθηκαν στην απαξίωση και τη χρεοκοπία. Η πολιτική ευθύνη του Κώστα Καραμανλή είναι ότι δεν τόλμησε να συγκρουστεί με τις παθογένειες μιας από τις πιο διεφθαρμένες και διαβρωμένες από ποικιλώνυμα συμφέροντα ΔΕΚΟ.
Ο Κυρ. Μητσοτάκης, την επόμενη του τραγικού δυστυχήματος, εκτός από συγγνώμη και ανάληψη ευθύνης για τις διαχρονικές παθογένειες, δεσμεύτηκε δηλώνοντας “προσωπικά είμαι στην πολιτική για να αλλάξω αυτή την “κακιά” χώρα, αυτή την παλιά Ελλάδα που μας πληγώνει…”. Έχει στη διάθεσή του δύο χρόνια καθαρού πολιτικού χρόνου για να
ανταποκριθεί σε αυτή την ευθύνη. Η τραγωδία των Τεμπών οφείλει να αποτελέσει τον πυροκροτητή για ομοβροντία τολμηρών μεταρρυθμίσεων προς δύο κυρίως κατευθύνσεις.
Πρώτον, επανασχεδιασμός του κράτους με επίκεντρο τις ανάγκες του πολίτη, όπως είχε εξαγγείλει ο Κυρ. Πιερρακάκης ως Υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Η καθημερινότητα των πολιτών συνδέεται άρρηκτα με την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Για να υπάρξει δραστική και ορατή βελτίωση της κρατικής λειτουργίας απαιτούνται αξιολόγηση, αξιοκρατική στελέχωση, αποτελεσματική διοίκηση. Αξιολόγηση δε σημαίνει μόνο επιβράβευση των ικανών ή επανεκπαίδευση εκείνων που υστερούν. Απαιτούνται και συνέπειες για τους ανεπαρκείς και τους αδιάφορους. Απαραίτητη προϋπόθεση η αποκοπή του ομφάλιου λώρου που συνδέει το εκάστοτε κυβερνητικό κόμμα με τη δημόσια διοίκηση, μέσω του κομματικού συνδικαλισμού.
Δεύτερον, δομική μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος. “Η ρίζα της κρίσης ήταν η αδυναμία ή η απροθυμία του πολιτικού συστήματος να εξελιχθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις του τέλους του 20ου αιώνα”. Είναι η ετυμηγορία κορυφαίου Ευρωπαίου για την ελληνική χρεοκοπία. Αποτελεί προϋπόθεση sine qua non (εκ των ων ουκ άνευ) για να αλλάξει η χώρα. Η Ελλάδα του 21ου αιώνα χρειάζεται πολιτικούς με επαγγελματική καταξίωση και κοινωνική αναγνώριση. Όχι ανεπάγγελτους πολιτικούς επαγγελματίες, προϊόντα του κομματικού σωλήνα ή της μιντιακής αναγνωρισιμότητας. Δύο είναι οι βασικές τομές που απαιτούνται προκειμένου το πολιτικό σύστημα να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του 21ου αιώνα.
Κατάργηση του σταυρού προτίμησης και καθιέρωση μονοεδρικών περιφερειών. Ασυμβίβαστο μεταξύ Υπουργικού και Βουλευτικού αξιώματος. Ο σταυρός προτίμησης αποτελεί τη μήτρα των πελατειακών σχέσεων, της συναλλαγής και της διαφθοράς. Η χώρα για να κυβερνηθεί την εποχή της 4ης Βιομηχανικής επανάστασης έχει ανάγκη από πολιτικό προσωπικό που να προέρχεται από την κορυφή της κοινωνίας κι όχι από τον πάτο. Γνωρίζω ότι οι προτάσεις αυτές απορρίπτονται από το υπάρχον πολιτικό σύστημα. Γνωρίζω όμως εξίσου ότι επιδοκιμάζονται από τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Την απόφαση θα πάρει η ίδια η κοινωνία. Με δημοψήφισμα. Να αποφασίσουν οι πολίτες εάν επιθυμούν τη διατήρηση του σημερινού απαξιωμένου και διάτρητου πολιτικού συστήματος ή την αναγέννησή του.
Αυτά είναι τα κυρίαρχα αιτήματα του πλήθους που συγκεντρώθηκε στις πλατείες. Δεν ζητούσαν “να φύγει ο Μητσοτάκης”. Γιατί ταυτόχρονα θα καλούσαν και αυτόν που θεωρούσαν κατάλληλο να τον διαδεχθεί. Δεν ακούστηκε κανένα όνομα. Γιατί αντίπαλος του Κυρ. Μητσοτάκη σήμερα είναι ο “κανένας”. Όσοι φαντασιώνονται ότι μπορούν να τον αντικαταστήσουν, η κοινωνία τους βαθμολογεί κάτω από τη βάση.
Ανάκτηση πολιτικής κυριαρχίας
Είναι ανάγκη να υπενθυμίσω ότι η κυριαρχία του Πρωθυπουργού δεν προέκυψε από την παραδοσιακή βάση της ΝΔ. Στηρίχθηκε σε μια κοινωνική πλειοψηφία που απαιτεί εκσυγχρονισμό, πραγματισμό, ορθολογισμό και αποτελεσματικότητα. Την απαρτίζουν πολίτες με διαφορετικές ιδεολογικές κομματικές προελεύσεις, που εμπιστεύονται την προσωπικότητα του ηγέτη. Την προσωπικότητα του μεταρρυθμιστή. Η ανάλυση του αποτελέσματος των ευρωεκλογών του 2024 κατέδειξε ότι ο κύριος όγκος των απωλειών της ΝΔ δεν ήταν προς τα δεξιά αλλά προς την αποχή και το κέντρο. Περισσότερες από τις μισές απώλειες κατευθύνθηκαν στην αποχή. Δεν μετακινήθηκαν προς άλλο πολιτικό χώρο.
Έδειξαν στον Κυρ. Μητσοτάκη προειδοποιητική “κίτρινη κάρτα” προσδοκώντας να ανταποκριθεί στη δέσμευσή του για “πολυδιάστατο εκσυγχρονισμό”. Παρόμοια είναι και η σύνθεση της “γκρίζας ζώνης” των αναποφάσιστων που αναλύουν οι δημοσκόποι. Για να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη της κοινωνικής βάσης που έδωσε το 41% στις εκλογές του 2023, αλλά και να ανατραπεί το τοξικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί, ο Πρωθυπουργός οφείλει να συγκρουστεί με τις παθογένειες και να προχωρήσει στις επιβαλλόμενες μεταρρυθμίσεις. Οι μεταρρυθμίσεις συνεπάγονται πολιτικό κόστος. Το κόστος όμως είναι μεγαλύτερο αν δεν πραγματοποιηθούν. Και για τον ίδιο και για τη χώρα.
Ο Γκαίτε έχει προειδοποιήσει: Αν χάσεις την περιουσία σου έχεις πρόβλημα. Αν χάσεις την αξία σου πάλι έχεις πρόβλημα. Αν χάσεις την τόλμη σου τα έχασες όλα.
Πηγή: tovima.gr