Το δίλημμα των εκλογών: Ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος κάνει κρας τεστ μεταξύ Μητσοτάκη και Τσίπρα

260

Το δίλημμα των προσεχών εκλογών έχει ήδη τεθεί. Οι πολίτες θα κληθούν να επιλέξουν Κυβερνήτη. Κυριάκο Μητσοτάκη ή Αλέξη Τσίπρα;

Και οι δύο προηγούνται των κομμάτων που ηγούνται. Το κομματικό σύστημα βρίσκεται πολύ χαμηλά στην εκτίμηση των πολιτών. Μόλις με 3,4 στην κλίμακα του 10.

Ζούμε σε μια εποχή αλλεπάλληλων και πρωτόγνωρων κρίσεων, εθνικών και διεθνών. Με δυσμενείς επιπτώσεις στη ζωή των πολιτών. Ιδίως των νεώτερων γενιών. Ανασφάλεια και αβεβαιότητα για το μέλλον. Ενεργειακή κρίση και ακρίβεια προαναγγέλλουν ένα δύσκολο χειμώνα. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η κοινωνία αποζητά ασφάλεια, σταθερότητα, εμπιστοσύνη. Ζούμε την εποχή των αναγκών. Όχι των επιθυμιών. Οι πολίτες αγωνιούν για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Με αυτό το κριτήριο θα συγκρίνουν πώς θα επιλέξουν τον ηγέτη που θα εμπιστευθούν.

Υπευθυνότητα

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως υπεύθυνος ηγέτης επέλεξε να αντιμετωπίσει το απειλητικό διεθνές περιβάλλον, την ερντογανική επιθετικότητα και προκλητικότητα και τις δυσκολίες του επερχόμενου χειμώνα, στο πλευρό της κοινωνίας. Αγνοεί το πολιτικό κόστος και το ρίσκο της εξάντλησης της τετραετίας. Δεν ενδίδει στον πειρασμό των πρόωρων εκλογών και της αλλαγής του εκλογικού νόμου. Παραμένει προσηλωμένος στη θεσμική του στάση. Τηρεί τις δεσμεύσεις του. Εμπιστεύεται την κρίση των πολιτών για την αποτίμηση του έργου του και τη σύγκριση με τα πεπραγμένα του αντιπάλου του.

Ανευθυνότητα

Ο Αλέξης Τσίπρας τοποθετείται ακριβώς στον αντίποδα. Προκειμένου να ενισχύσει το πεσμένο ηθικό των οπαδών του, εξαιτίας της δημοσκοπικής του καθήλωσης, απαιτεί εκλογές. Αδιαφορεί για τους κινδύνους και τις απειλές που εγκυμονεί μια παρατεταμένη περίοδος ακυβερνησίας 2-3 μηνών. Συνέπεια της ψήφισης της απλής αναλογικής. Για μια χώρα, όπως η Ελλάδα, όπου το πολιτικό σύστημα αγνοεί τις έννοιες συνεργασία και συναίνεση, ενώ κυριαρχεί ο διχασμός, η εχθροπάθεια και η τοξικότητα, η απλή αναλογική αποτελεί το συντομότερο δρόμο προς το χάος και τη χρεοκοπία.

Υπενθυμίζοντας την ανευθυνότητά του και αμφισβητώντας τις δημοσκοπήσεις, ο Αλέξης Τσίπρας διερωτάται: «Εάν πράγματι ο Μητσοτάκης προηγείτο 8-10 μονάδες δεν θα έκανε τώρα εκλογές;». Επιβεβαιώνοντας τον παλαιοκομματισμό του προσθέτει: «Εάν εγώ είχα να μοιράσω 50 δις, αντί να μαζεύω 37 δις, θα ήμουν Πρωθυπουργός μέχρι να βαρεθώ». Αποσιωπά ότι τα 37 δις επέβαλε το αχρείαστο Μνημόνιο που υπέγραψε ως εγγύηση για την εξυπηρέτηση του δανείου των 100 δις που έλαβε αυξάνοντας κατά 1/3 το δημόσιο χρέος. Ούτε οι «θεσμοί» που τον επιτηρούσαν θα του επέτρεπαν να τα «μοιράσει». Τα 37 δις ήταν το οδυνηρό τίμημα που οι «θεσμοί» επέβαλαν για τον εκτροχιασμό της ελληνικής οικονομίας από τις ράγες που η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ είχε επιτύχει να τροχιοδρομήσει. Αποτέλεσμα της τυχοδιωκτικής διαπραγμάτευσης Βαρουφάκη, το πρώτο εξάμηνο του 2015. Όταν η ευρωπαϊκή ταυτότητα της χώρας παίχτηκε στα ζάρια.

Διεθνής παρουσία

Η Ελλάδα μετέχει στο ευρωπαϊκό και το διεθνές γίγνεσθαι. Αυτό απαιτεί ηγέτες που μπορούν να σταθούν σε διεθνές επίπεδο. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, λόγω παιδείας και επαγγελματισμού, κινείται με εντυπωσιακή άνεση στο διεθνές περιβάλλον. Αποδεικνύει ότι μπορεί να στέκεται ισότιμα ανάμεσα στους ηγέτες των μεγαλυτέρων ευρωπαϊκών χωρών, Γαλλίας, Γερμανίας, Ιταλίας. Ξέρει να μιλάει στη γλώσσα που καταλαβαίνουν και να παρεμβαίνει με πρωτοβουλίες και προτάσεις που ανεβάζουν το διεθνές κύρος της χώρας. Η ιστορική ομιλία του στο Κογκρέσο. Η απάντησή του στον νεο-οθωμανικό αναθεωρητισμό και την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού στον ΟΗΕ. Η κατά πρόσωπο απάντηση στον Ερντογάν, στη σύνοδο της Πράγας, γέμισαν υπερηφάνεια κάθε καλοπροαίρετο Έλληνα.

Οι προτάσεις του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησής του, όπως το ευρωπαϊκό ψηφιακό πιστοποιητικό για τον Covid-19, προκειμένου να επαναλειτουργήσει η τουριστική αγορά. Η πρόταση για πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου και της λειτουργίας ευρωπαϊκού μηχανισμού ανάκτησης υπερκερδών από τις εταιρείες ενέργειας υιοθετούνται ως κοινή ευρωπαϊκή πολιτική.

Από τη διεθνή παρουσία του Αλέξη Τσίπρα αυτό που οι Έλληνες έχουν να θυμηθούν είναι η συνομιλία του με τον Μπιλ Κλίντον στα αγγλικά, που έγινε αντικείμενο διασυρμού και χλεύης.

«Είναι η οικονομία, ανόητε»

Η διάσημη φράση του επικοινωνιακού συμβούλου Τζέιμς Κάρβελ, του Μπιλ Κλίντον, αποτελεί οδηγό της πολιτικής του Πρωθυπουργού. Η οικονομία αποδεικνύεται το ισχυρό του χαρτί. Παρά τις αρνητικές συνέπειες της διετίας της πανδημίας και της σημερινής ενεργειακής κρίσης και ακρίβειας, η ελληνική οικονομία, έπειτα από πολλά χρόνια, εμφανίζει δυναμισμό και αντοχές που εντυπωσιάζουν.

Ο Ινδοαμερικανός οικονομικός αναλυτής και αρθρογράφος των «Financial Times», Ρουτσίρ Σαρμά, συμπεριέλαβε, σε άρθρο του, την Ελλάδα στα «επτά οικονομικά θαύματα ενός ανήσυχου κόσμου». Στην ανάλυσή του αναφέρει δύο ευρωπαϊκές χώρες, Ελλάδα και Πορτογαλία. Γιατί κατάφεραν να έχουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και γενικά καλύτερες οικονομικές επιδόσεις, επειδή, μεταξύ άλλων, πέτυχαν να μειώσουν τα κρατικά ελλείμματα και να είναι λιγότερο εξαρτημένες από το φυσικό αέριο της Ρωσίας. Για να εισπράξει από τον πρωθυπουργικό εξάδελφο Γ. Τσίπρα τον χαρακτηρισμό του «ναρκομανούς ή πληρωμένου».

Πόσο πιστευτές μπορεί να είναι οι βολές Τσίπρα και Αχτσιόγλου, υπεύθυνης οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ, κατά της «νεο-φιλελεύθερης», οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση, όταν, κατά την κριτική τους, μπέρδεψαν τους φόρους με τα έσοδα;

Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις δύο πρώτες ευρωπαϊκές χώρες με τη μεγαλύτερη στήριξη στην κοινωνία και ιδιαίτερα στα ευάλωτα στρώματα, τόσο κατά τη διετία της πανδημίας, όσο και σήμερα, για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Η πολιτική που εφαρμόζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποτελεί μια ρεαλιστική και αποτελεσματική σύνθεση φιλελευθερισμού και σοσιαλδημοκρατίας. Δεν αφήνει την κοινωνία στο έλεος της αγοράς. Αναβαθμίζει την αξία της κρατικής παρέμβασης. Κινείται στον αντίποδα του νεο-φιλελευθερισμού. Καμιά κυβέρνηση ΝΔ δεν εφάρμοσε νεο-φιλελεύθερες πολιτικές. Οι καταγγελίες περί «νεο-φιλελευθερισμού» υπήρξαν το ανιστόρητο εφεύρημα της Αριστεράς για να καταπολεμήσει κάθε μεταρρύθμιση που έθιγε κατεστημένα προνόμια κρατικοδίαιτων συντεχνιών, υπέρ των οποίων συνεχίζει να αγωνίζεται.

Δημοσκοπήσεις

Έπειτα από τρία χρόνια διακυβέρνησης, κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες και λίγους μήνες πριν από τις εκλογές, το πολιτικό σκηνικό παραμένει αμετάβλητο. Σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προηγείται του Αλέξη Τσίπρα στην καταλληλότητα για Πρωθυπουργός με διψήφια ποσοστά. Η ΝΔ προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ στην πρόθεση ψήφου από 7 έως 9 μονάδες. Στην παράσταση νίκης η διαφορά είναι συντριπτική. Πρόκειται για δείκτη που ουδέποτε διαψεύσθηκε από το εκλογικό αποτέλεσμα. Ουδέποτε στη Μεταπολίτευση έχει εμφανισθεί παρόμοια δημοσκοπική εικόνα. Ο Αλέξης Τσίπρας αμφισβητεί την αξιοπιστία τους. Ισχυρίζεται ότι είναι το αποτέλεσμα προπαγάνδας και υποστήριξης από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η προσέγγιση αυτή είναι διπλά εσφαλμένη. Πρώτον, γιατί υποτιμά τη νοημοσύνη των πολιτών θεωρώντας τους υποχείρια συμφερόντων. Δεύτερον, γιατί αυτοϋπονομεύεται, αδυνατώντας να δημιουργήσει σχέση εμπιστοσύνης με το κοινωνικό σώμα.

Ιδεολογικό και στρατηγικό αδιέξοδο

Ο Αλέξης Τσίπρας είναι εγκλωβισμένος σε ιδεολογικό και στρατηγικό αδιέξοδο.
Κινείται εκτός κοινωνικής πραγματικότητας. Βρίσκεται σε δυσαρμονία με το οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον. Η αδυναμία του να εναρμονισθεί με αυτό τον οδηγεί στην άρνηση της πραγματικότητας. Οι πολίτες έχουν επίγνωση ότι τα σημερινά προβλήματα οφείλονται σε εξωγενείς παράγοντες και όχι σε εσφαλμένες κυβερνητικές πολιτικές. Ο Αλέξης Τσίπρας, ανεπιγνώτως, τα χρεώνει όλα προσωπικά στον Μητσοτάκη. «Ακρίβεια Μητσοτάκη» είναι η μόνιμη επωδός.

Επένδυσε σε μια άστοχη ενέργεια της ΕΥΠ, την επισύνδεση του τηλεφώνου του τότε Ευρωβουλευτή Νίκου Ανδρουλάκη. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός αναγνώρισε το λάθος, αποπέμποντας τους υπευθύνους. Από κοινού με μιντιακά και άλλα συμφέροντα, επιχείρησε να αποσταθεροποιήσει τον Πρωθυπουργό. Απείλησε να κηρύξει «ανένδοτο». Η κοινωνία δεν ανταποκρίθηκε. Επέλεξε τη σταθερότητα, αυξάνοντας την εμπιστοσύνη της στο πρόσωπο του Πρωθυπουργού.

Αλέξης Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται αντιμέτωποι με πρόβλημα ιδεολογικής ταυτότητας. Επιχειρεί να ισορροπήσει σε δύο βάρκες. Τη «ριζοσπαστική Αριστερά» και τη σοσιαλδημοκρατία. Ο Πολάκης τους επαναφέρει στην κινηματική και ακτιβιστική αφετηρία. «Τα πανεπιστήμια πρέπει να είναι χώρος παραγωγής στελεχών κοινωνικής ανατροπής». Είναι η πρόσφατη συνεισφορά του στο σοσιαλδημοκρατικό μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ.

Η ηγετική ομάδα επιχειρεί να αποκαταστήσει τις διαταραγμένες σχέσεις της με τη μεσαία τάξη. Αντίθετα, κορυφαία κομματικά στελέχη εκτιμούν ως λάθος τη στόχευση προσέγγισης των «κυρ-Παντελήδων», όπως υποτιμητικά αποκαλούν τη μεσαία τάξη. Υπενθυμίζω ότι ο αφανισμός της, κατά την περίοδο διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ υπήρξε ιδεολογική επιλογή, όπως είχαν δηλώσει από το βήμα της Βουλής οι αρμόδιοι Υπουργοί Οικονομικών.

Πολιτική κυριαρχία

Η πολιτική κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι αδιαμφισβήτητη. Δύο είναι οι λόγοι:

Πρώτον, η ιδεολογικοπολιτική του ταυτότητα. Δεν παραπέμπει σε μια παρωχημένη Δεξιά. Ούτε χαρακτηρίζεται από συντηρητισμό. Εκφράζει έναν πραγματισμό που στηρίζεται στη σύνθεση σύγχρονων και προοδευτικών ιδεών. Υπερβαίνει τις παλιές συνταγές. Απαλλαγμένος από ιδεοληψίες και παρωχημένα στερεότυπα κρατισμού και λαϊκισμού. Βασίζεται σε ένα σύγχρονο πολιτικό management που σχεδιάζει, προωθεί, διαχειρίζεται και εποπτεύει τις επιμέρους κυβερνητικές πολιτικές. Αυτή είναι η έννοια του Επιτελικού Κράτους. Η χρησιμότητα και η αποτελεσματικότητά του ενισχύουν την κυβερνητική αποδοτικότητα προς όφελος της κοινωνίας. Το πολιτικό κέντρο προσβλέπει στον Κυριάκο Μητσοτάκη, γιατί εκπροσωπεί το αίτημα του δημοκρατικού και προοδευτικού εκσυγχρονισμού της χώρας και της κοινωνίας.

Δεύτερον, η επικαιροποίηση του πολιτικού προσανατολισμού της ΝΔ. Τα δομικά στοιχεία της ιδρυτικής της διακήρυξης αποτυπώνονται στην πολιτική πράξη του Πρωθυπουργού. Διεύρυνση προς τις κεντρώες και εκσυγχρονιστικές δυνάμεις, εντός και εκτός πολιτικής. Ισχυρή πολιτική βούληση για τομές και μεταρρυθμίσεις. Παρά τις αντίξοες συνθήκες των αλλεπάλληλων κρίσεων πραγματοποιείται αξιόλογο μεταρρυθμιστικό έργο. Στην ψηφιοποίηση του Κράτους και την ψηφιακή διακυβέρνηση. Στη δημόσια εκπαίδευση για μια παιδεία ποιότητας. Στο κοινωνικό κράτος. Κορυφαία επιλογή η ενίσχυση της εθνικής αυτοπεποίθησης και του αισθήματος ασφαλείας. Αποτέλεσμα της αμυντικής θωράκισης της χώρας με σύγχρονους εξοπλισμούς και διεθνείς συμμαχίες.

Ηγεσία ή εξουσία

Η ουσιαστική διαφορά των δύο ηγετών προσδιορίζεται από τη διαφορά ανάμεσα στις δύο έννοιες της ηγεσίας και της εξουσίας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε στόχο την ηγεσία. Είναι ο δύσκολος και απαιτητικός δρόμος. Για να ηγηθείς ενός λαού χρειάζονται ψυχικά, πνευματικά και μορφωτικά εφόδια. Αποκτώνται με αφοσίωση, αυτοπειθαρχία και σκληρή δουλειά. Πάνω σε αυτά τα θεμέλια χτίζονται αρχές και αξίες. Είναι αυτές που διαμορφώνουν τη συνείδηση του χρέους και του καθήκοντος. Την ηθική της ευθύνης.

Ο Αλέξης Τσίπρας είχε στόχο την εξουσία. Αδιαφόρησε για σπουδές και μόρφωση. Παρ’όλο που η οικογένειά του είχε τη δυνατότητα να του τις προσφέρει. Αφοσιώθηκε στους «κοινωνικούς» και κομματικούς αγώνες. Τις καταλήψεις και τις διαδηλώσεις που εξασφαλίζουν κομματικά ένσημα. Προικισμένος με επικοινωνιακό χάρισμα και περίσσευμα θράσους ακολούθησε τον εύκολο δρόμο προς την εξουσία, που ο λαϊκισμός τον κάνει συντομότερο. Είναι ο δρόμος που ακολούθησε ο Τραμπ και σήμερα η Μελόνι.

Η προχθεσινή ομιλία του στην Κεντρική Επιτροπή του κόμματός του αποτυπώνει όλα τα αρνητικά πολιτικά στοιχεία που τον χαρακτηρίζουν. Παραθέτω αυτούσιο σχετικό απόσπασμα:

«Η Ελλάδα πρέπει να απαλλαγεί το συντομότερο από το καθεστώς Μητσοτάκη. Πριν την οδηγήσει σε νέες τραγωδίες. Πριν οι βλάβες που προκαλεί στο σώμα της κοινωνίας γίνουν ανήκεστες. Πριν η παραγωγή βίας και σήψης που βλέπουμε ήδη να πολλαπλασιάζεται ενίοτε με τον απεχθή τρόπο της κακοποίησης παιδιών γίνει κανονικότητα».

Παραμένει αδιόρθωτος και αμετανόητος. Πολιτικοποιεί ένα ειδεχθές έγκλημα παιδεραστίας. Η κατρακύλα του προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία από αποτροπιασμό. Όπως οι Βουρβόνοι, «δεν ξέχασε τίποτα, δεν έμαθε τίποτα».

Στον κατήφορο αυτό βαδίζει μόνος. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην πρόσφατη ομιλία του προς τους Προέδρους των ΝΟΔΕ ακολούθησε τον αντίθετο δρόμο. «Δεν αναμετριόμαστε με τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Αναμετριόμαστε με τα προβλήματα και τις απαιτήσεις των πολιτών. Ακούμε τους πολίτες και για το έργο μας μιλάμε με την απαραίτητη σεμνότητα. Διότι αναγνωρίζουμε ότι μπορεί να έχουμε πετύχει πολλά, υπάρχουν όμως ακόμα πάρα πολλά τα οποία πρέπει να γίνουν».

Η εμπέδωση του έργου και του οράματος του Κυριάκου Μητσοτάκη για τη χώρα και την κοινωνία διασφαλίζεται με ακόμη μεγαλύτερη τόλμη, αποφασιστικότητα και μεταρρυθμίσεις σε όλα τα πεδία.-