Το ελαιόλαδο και η κακή μας μοίρα… Του Πέτρου Βενέτη

356

Του Πέτρου Βενέτη*

Στο φύλλο 22.07.2022 της εφημερίδας ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, διάβασα το άρθρο της κας Μανιφάβα: «Η χαμένη υπεραξία του ελαιολάδου: Εξάγεται χύμα στην Ιταλία και πωλείται ακόμη σε τενεκέ».

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, πως θα ήταν προς το συμφέρον όλων μας, να μπορούσαμε όλο το λάδι που εξάγουμε, να το εξάγουμε τυποποιημένο και να καρπούμαστε την προστιθέμενη αξία.

Αυτό όμως δεν το έχουμε καταφέρει και δύσκολα θα το καταφέρουμε, ή για να είμαι πιο αισιόδοξος, θα μας πάρει καιρό και προσπάθεια.

Καλό είναι, όμως, να ξέρουμε τι ακριβώς συμβαίνει, για να δούμε σε τι μπορούμε να ελπίζουμε.

Δεν ισχύει σε κανένα βαθμό το «η πλειονότητα των παραγωγών επιλέγει να το εξάγει χύμα στην Ιταλία σε τιμές πολύ χαμηλές τιμές».

Δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν, να μπορούν να πουλήσουν σε καλύτερη τιμή και να επιλέγουν την χαμηλότερη!

Αν η αρθρογράφος δεν αναφέρονταν στους ίδιους τους παραγωγούς, θα έλεγα ότι υπονοεί κάποιο… «λάδωμα» κάποιων.

Παρακάτω στο άρθρο διευκρινίζεται, ότι (οι τιμές για τους Ιταλούς) είναι «χαμηλότερες από ο,τι το εξάγει (το λάδι) σε άλλες χώρες».

Άλλες χώρες, οι οποίες να ενδιαφέρονται για το χύμα ελαιόλαδο, δεν υπάρχουν. Άρα δεν μπορεί να υπάρξει σύγκριση τιμών με καμία άλλη χώρα.

Σημειωτέον, ότι ειδικά τα πρώτα λάδια της κάθε περιόδου, οι Ιταλοί τα παίρνουν σε τιμές μεγαλύτερες από τις τιμές της αγοράς.

Για να τελειώνουμε με την έννοια της σκοπιμότητας, οι συνεταιρισμοί δεν έχουν «κεντρική κατεύθυνση την πώληση χύμα ελαιολάδου», όπως αναφέρεται.

Δεν υπήρξε ποτέ άρνηση Συνεταιρισμού ή άλλου παραγωγού ή εμπόρου, να πουλήσουν σε Έλληνες τυποποιητές.

Αντίθετα, μόλις περάσει η «φούρια» των αγορών των Ιταλών τις πρώτες μέρες κάθε περιόδου, οι τιμές πάντα χαμηλώνουν.

Δυστυχώς, οι αναγνωρισμένες μονάδες τυποποίησης, δεν είναι 300, αλλά γύρω στις 800.

Λέω «δυστυχώς», γιατί παρά τον μεγάλο αριθμό, δεν έχουν καταφέρει να εξάγουν παραπάνω από 50.000 τόνους ετησίως.

Η ετήσια παραγωγή μας είναι γύρω στους 300.000 τόνους.

Τυποποιημένο εξάγουμε 50.000 τόνους.

Χοντρικά, 150.000 τόνους καταναλώνουμε νόμιμα ή παράνομα εντός των τειχών.

Άρα μας μένουν περίπου 100.000 τόνοι… αδιάθετοι.

Καλά που είναι και οι Ιταλοί, λοιπόν!

Γιατί, όμως, έχουν κολλήσει στους 50.000 τόνους οι εξαγωγές των τυποποιημένων;

1. Δυστυχώς, έχει πλέον αποδειχθεί πως γενικά εμείς οι ΄Έλληνες δεν είμαστε καλοί στις εξαγωγές προϊόντων με ονοματεπώνυμο.

Σε λίγα από τα δάχτυλα του ενός χεριού μετριούνται οι περιπτώσεις Ελληνικών προϊόντων, τα οποία έκαναν ή κάνουν πολυεθνική καριέρα.

Φαίνεται πως δεν το έχουμε στο DNA μας!.

Στο ελαιόλαδο, ενώ υπάρχουν τυποποιητές που εξάγουν αρκετά μεγάλες ποσότητες, κανένας δεν ασχολήθηκε να κατακτήσει μια αγορά, οσοδήποτε μικρή, εξασφαλίζοντας μια σταθερή ζήτηση από τους καταναλωτές.

2. Το ελαιόλαδό μας θεωρείται καλό, αλλά δεν έχει αποκτήσει τη φήμη , η οποία να δίνει σιγουριά στον αγοραστή. Όπως λέμε «κρασί Γαλλικό», «σοκολάτα Ελβετική», ακόμα και «βούτυρο Δανίας». Άρα,

ανταγωνίζεται με όλα τα ελαιόλαδα, χωρίς η ετικέτα να λέει κάτι στον αγοραστή.

3. Το κόστος παραγωγής στην Ελλάδα είναι υψηλό.

Αυτό οφείλεται στον κατακερματισμό των ελαιώνων και στον τρόπο περισυλλογής του καρπού, ο οποίος στοιχίζει σχεδόν δέκα φορές από την Ισπανία.

Έτσι δεν μπορούμε να ανταγωνιστούμε τα μη Ιταλικά ελαιόλαδα (που είναι η κατηγορία μας) στο επίπεδο της τιμής.

Αντίθετα, οι παραγωγοί μας περιμένουν τις χρονιές που εμείς έχουμε μεγάλη παραγωγή, ενώ η διεθνής παραγωγή είναι χαμηλή, για να πουλήσουν ικανές ποσότητες σε καλή τιμή…έστω και χύμα στους Ιταλούς.

Δεν κατηγορώ την αρθρογράφο για το πάθος, με το οποίο το αντιμετώπισε, ξεσπαθώνοντας «επί δικαίων και αδίκων».

Αυτό είναι καλύτερο από την αδιαφορία.

Υπάρχουν, όμως, μερικά πράματα, που πρέπει να τα κοιτάμε κατάματα και με ψυχραιμία, αν θέλουμε να προχωρήσουμε.

Πρώτα – πρώτα, μην το θεωρούμε κάτι πρωτάκουστο, ή εξωφρενικό.

Μην ξεχνάμε, ότι ο καφές παράγεται στην Ινδονησία, στην Αφρική και στη Νοτιά Αμερική ενώ τον τυποποιούν και τον πουλάν, Αμερικανοί, Ολλανδοί, Ελβετοί και Ιταλοί (πάλι αυτοί οι Ιταλοί!).

Το ίδιο και το τσάι, το πετρέλαιο κλπ.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν παίρνει βελτίωση το πράγμα.

Πρέπει να βρεθεί μια λύση στο θέμα του κόστους καλλιέργειας και παραγωγής.

Αυτό έχει και μερικά παρακλάδια, για τα οποία χρειάζεται η παρέμβαση της πολιτείας.

Όχι για τους τυποποιητές και τους εξαγωγείς.

Για τους παραγωγούς.

Όχι για επιδοτήσεις και ρουσφέτια.

Ρυθμίσεις.

Υπάρχουν τρόποι, αλλά δεν είναι της παρούσης.

*Αποτυχών τυποποιητής Ελαιολάδου