Μύθοι και πικρές αλήθειες γύρω από την παραπληροφόρηση για το ελληνικό λάδι της εληάς
Του Πέτρου Βενέτη
Μέχρι πέρυσι αποκαλούσαμε την ελιά «ευλογημένο δέντρο» και το λάδι το «Ελληνικό χρυσάφι» και καταριόμαστε τους Ιταλούς, που μας τον έπαιρναν κοψοχρονιά.
Τώρα ζητάμε να μην πουλάμε στους Ιταλούς γιατί το αγοράζουν πολύ ακριβά με αποτέλεσμα να ακριβαίνει το λάδι στην Ελλάδα.
Βγήκαν όλοι οι κονδυλοφόροι της τρομολαγνίας και πετάνε ανύπαρκτες χαμηλές περσινές τιμές και τις συγκρίνουν με ανύπαρκτες φετινές τιμές για να μεγαλώσουν το δράμα.
Επιστρατεύτηκαν και οι λαδέμποροι της κατοχής για να πάρει πιο προσωποπαγή φύση το ζήτημα, το οποίο πήρε και τη ταμπέλα «ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΙΑ».
Το αστείο είναι ότι Έμποροι λαδιού δεν υπάρχουν σήμερα.
Υπάρχουν μερικοί μεσίτες, οι οποίοι βοηθούν έναντι ποσοστού στην συγκέντρωση ποσοτήτων, γιατί στην Ελλάδα είναι πολλές μικρές ιδιοκτησίες.
Οι περισσότερες εξαγωγές γίνονται με διαγωνισμούς που πραγματοποιούν οι Συνεταιρισμοί και δεν παρεμβάλλονται έμποροι.
Η τιμή είναι διεθνής και την ξέρουν και στο τελευταίο λιοτρίβι. Η τιμή αυτή επηρεάζεται από τις ποσότητες παραγωγής των δύο μεγάλων:
της Ισπανίας και της Ιταλίας. Όλες οι άλλες, της Καλιφόρνιας συμπεριλαμβανομένης, υποχρεωτικά ακολουθούν.
Επομένως κάθε μείωση της διεθνούς τιμής την υπόκεινται και οι Έλληνες παραγωγοί, με αποτέλεσμα να πουλάνε κάτω απ’ το κόστος.
Αντίθετα, κάθε αύξηση της διεθνούς τιμής την καρπούνται οι Έλληνες παραγωγοί. Όχι έμποροι, (ή «μεσάζοντες», όπως αρέσκονται να τους αποκαλούν επί το σοσιαλιστικότερον).
Αυτά δεν είναι θεωρητικά σχήματα.
Πολλές χρονιές κατά τις οποίες οι μεγάλοι είχαν υπερπαραγωγή και εμείς χαμηλή, οι αγρότες δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στα έξοδα, με αποτέλεσμα να αρχίσει η εκχέρσωση ελαιώνων. Αυτό, όμως, δεν θεωρήθηκε… αισχροζημία (για να αντισταθμίσω τον άλλο όρο, περί του αντιθέτου).
Η περσινή συγκυρία να έχουν μείωση οι μεγάλοι και ικανή παραγωγή εμείς, ήταν σπάνια και έδωσε μια ανάσα στους παραγωγούς.
Αυτό δημιούργησε δίκαιη ανησυχία στους καταναλωτές σε μια δύσκολη οικονομικά περίοδο, την οποία υποδαυλίζουν συνεχώς τα Μέσα.
Όλοι μαζί ζητάνε να παρέμβει το κράτος για να μας «σώσει» από την «αισχροκέρδεια» των παραγωγών.
Τέτοιου είδους επεμβάσεις, θα πρέπει να μελετηθούν πολύ προσεκτικά σε βάθος και στο σωστό ευρύτερο κάδρο λειτουργίας της αγοράς, γιατί δημιουργούν στρεβλώσεις, οι οποίες φέρουν αντίθετα αποτελέσματα και είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν.
Θυμίζω το κλείσιμο της Λαχαναγοράς από το Μαθητευόμενο μάγο τον Μωραΐτη, με αποτέλεσμα να τον κυνηγάνε οι αγρότες με τα σαπισμένα ζαρζαβατικά και φρούτα.
Το να περιορίσουμε τις εξαγωγές, δεν ξέρω πόσο στέκει νομικά στην ΕΕ, αλλά ακούγεται ανόητο, γιατί η τιμή δεν είναι απόρροια έλλειψης, αλλά μιας τιμής που δημιουργήθηκε διεθνώς. Επομένως πρέπει να μπει διατίμηση και κάποιος πρέπει να καλύψει τα διαφεύγοντα κέρδη του παραγωγού, οπότε η αγορά ξεφεύγει από τα όρια της ελεύθερης οικονομίας.
Κάποια άλλη κυβέρνηση θα έσπευδε να το κάνει…ακριβώς γι’ αυτό το λόγο.
Τελικά θα ήταν κακό και για το μέλλον των εξαγωγών μας, γιατί καραδοκούν να τις πάρουν άλλοι (π.χ. Τυνησία, Τουρκία).
Για να καθησυχασθούν τα πνεύματα, θα μπορούσε να δοθεί ένα επίδομα (πολύ της μόδας στις μέρες μας), αλλά κι αυτό θα ήταν πολύ μπερδεμένο, γιατί ένα μεγάλο μέρος της εγχώριας παραγωγής διακινείται παράνομα, σε παράνομες συσκευασίες και αφορολόγητο. Και για ηρεμίσουν οι διώκτες του εμπορίου, πάντα και μόνο από τους αγρότες – παραγωγούς γίνεται αυτή η διακίνηση.
Η γνώμη μου είναι να μειώσουμε λίγο την κατανάλωση και να κάνουμε υπομονή μέχρι την επόμενη περίοδο. Δύο από τα 15 λίτρα, που καταναλώνουμε το χρόνο κατά κεφαλή, αν κόψουμε θα έρθουμε περίπου στο παλιό κόστος.
Δεν μπορεί κάποτε, σύντομα, θα στρώσουν τα πράγματα και θα ξαναευλογηθεί το Ελληνικό χρυσάφι.