Το κρίσιμο στοίχημα της καινοτομίας … Του Άγγελου Μπένου

242

Του Άγγελου Μπένου*

Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές της νέας χιλιετίας, όταν η Πολωνία, η Τσεχία, η Ιρλανδία, η Ρουμανία και άλλες χώρες έβαζαν σε εφαρμογή σχέδια για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων μέσα από τη δημιουργία Ειδικών Οικονομικών Ζωνών και παροχή κινήτρων προκειμένου να δημιουργηθούν χιλιάδες θέσεις εργασίας, η Ελλάδα ήταν… απασχολημένη με τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Σίγουρη τότε πως η αυτοχρηματοδότηση εργασίας -μιας και τα έργα πληρώθηκαν από εμάς- κάπως θα κεφαλαιοποιείτο, οπότε ένα πλάνο προσέλκυσης επενδύσεων θεωρήθηκε ίσως περιττό. Η κατάληξη γνωστή.

Κατά τη δεκαετή κρίση, όταν άλλες οικονομίες έψαχναν τρόπους να αυξήσουν την ανταγωγιστικότητά τους, εμείς μπήκαμε σε έναν φαύλο κύκλο πολιτικών παλινωδιών αρχικά και εν συνεχεία αφοσιωθήκαμε ξανά σε αυτοχρηματοδοτούμενες (ελληνικά κεφάλαια) κυρίως επενδύσεις, με επίκεντρο τον τουρισμό. Για καλή μας τύχη, οι μετοχές του ελληνικού τουριστικού προϊόντος ανέβηκαν και τελευταία υπήρξαν παραδείγματα σημαντικών ξένων τοποθετήσεων. Γρήγορα συνειδητοποιήσαμε πως ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη και ο τουρισμός δεν δύναται να στηρίξει την οικονομία χωρίς σημαντικές επενδύσεις και σε άλλους τομείς.

Στη σημερινή κρίση της πανδημίας, οφείλουμε να επιδείξουμε καλύτερα αντανακλαστικά. Τα μεγάλα έργα υποδομής που δρομολογούνται δεν επαρκούν και η χώρα καλείται να εκπονήσει και να υλοποιήσει εναλλακτικό σχέδιο προσαρμοσμένο στη νέα εποχή.

Το παιχνίδι παίζεται στην καινοτομία και στην ανάλυση δεδομένων. Οι νέες θέσεις εργασίας μέσα από ξένα κεφάλαια δύσκολα θα δημιουργηθούν σε μεγάλες μονάδες παραγωγής (εκεί ευελπιστούμε σε εγχώριες επενδύσεις Π.χ. φαρμακοβιομηχανία) αλλά σε Data Centers, κλινικές δοκιμές, επενδύσεις έρευνας και ανάπτυξης για software ή άλλες τεχνολογίες.

Όσο οξύμωρο και αν ακούγεται, η Ελλάδα έχει σοβαρό πλεονέκτημα σε αυτούς τους τομείς και οφείλουμε να το αξιοποιήσουμε. Αυτό προκύπτει από την πληθώρα καταρτισμένου προσωπικού (οικονομολόγους, νομικούς, μηχανικούς, γιατρούς, προγραμματιστές κτλ.) σε συνδυασμό με γεωπολιτικούς λόγους (μέλος Ε.Ε. και Ευρωζώνης). Επιπλέον, διαθέτουμε συγκεκριμένο νομικό και φορολογικό πλαίσιο για να υποδεχθούμε τέτοιες επενδύσεις. Ο νόμος 89/1967 δίνει τη δυνατότητα εγκατάστασης στην Ελλάδα κέντρων παροχής υπηρεσιών προσφέροντας ασφάλεια (λειτουργική και φορολογική) και προβλεψιμότητα, ενώ απαντά σε όλες τις Παραδοσιακές παθογένειες του συστήματος και του επιχειρείν.

Προς τη σωστή κατεύθυνση κινούνται και οι νέες νομοθετικές παρεμβάσεις που επιχειρούνται με γνώμονα την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και την επιστροφή Ελλήνων στελεχών που αποδήμησαν εν μέσω κρίσης. Το νομοσχέδιο που κατατέθηκε πρόσφατα στη Βουλή, περί εναλλακτικής φορολόγησης φυσικών προσώπων που μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα, παρότι αφήνει ανοιχτό το ζήτημα των υψηλών ασφαλιστικών εισφορών (από τις υψηλότερες στην Ε.Ε.), μας καθιστά ανταγωνιστικούς στην προσέλκυση στελεχών και στέλνει ηχηρό μήνυμα πως είμαστε, επιτέλους, πρόθυμοι να διαχειριστούμε το εσωτερικό ακροατήριο, προκειμένου να προχωρήσουμε στις απαιτούμενες ενέργειες για να πετύχουμε τον στόχο της ανάπτυξης.

Στον αντίποδα, όμως, ανησυχώ πως ίσως έχουμε υποτιμήσει τον σημαντικό ρόλο που παίζουν οι βασικές λειτουργικές δομές μιας οικονομίας. Ενώ δηλαδή τελευταία παίρνουμε υψηλό βαθμό στο «front office», όπως η εξωστρέφεια, η προώθηση των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων και η καλή «νομοθετική προνοητικότητα», δεν σημειώνουμε αντίστοιχη πρόοδο στο «back office», δηλαδή σε θέματα διαδικασιών και γραφειοκρατίας ή, για παράδειγμα, σε επίπεδο κουλτούρας φορολογικών (και όχι μόνο) ελέγχων σε συνδυασμό πάντα με τους χρόνους που απαιτούνται προκειμένου να τελεσιδικήσουν δικαστικές υποθέσεις.

Η επιχειρηματική κοινότητα απαιτεί θεσμική σταθερότητα, ξεκάθαρες διαδικασίες και ένα καλοδουλεμένο επενδυτικό πλαίσιο. Από την άλλη, απαιτείται διαχείριση των προσδοκιών των πολιτών (και φορολογουμένων) όπου με ευθύτητα οφείλουμε να εξηγήσουμε ότι για όσα συμβαίνουν σήμερα επενδυτικά, θα «κάνουμε ταμείο» σε 3 με 5 χρόνια. Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις και, δυστυχώς, για τέτοια projects μεσολαβεί μεγάλο χρονικό διάστημα μεταξύ ανακοινώσεων, υλοποίησης και λειτουργίας.

Απαιτούνται τολμηρές κινήσεις. Η καινοτομία δεν πρέπει να συνδέεται αποκλειστικά με την τεχνολογία. Η αλλαγή κουλτούρας και η υιοθέτηση σύγχρονων διαδικασιών από το κράτος (όχι μόνο την κυβέρνηση) είναι ίσως το μεγάλο στοίχημα καινοτομίας που πρέπει να κερδίσουμε.

*Tax Partner της PwC Greece.