Του Γιώργου Παπανικολάου
Τα σημάδια ήταν ορατά εδώ και χρόνια, σχεδόν σε όλη τη Δύση. Αυξανόμενη υπερχρέωση και μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, μειούμενη συμμετοχή στην παγκόσμια οικονομική «πίτα», μετατόπιση της παραγωγής στην Ασία, μείωση αμυντικών δυνατοτήτων και αυξανόμενη κοινωνικοπολιτική αναταραχή.
Για πολλούς, σημείο καμπής αποτελεί η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Για άλλους, είναι η κατάρρευση των δίδυμων πύργων της Νέας Υόρκης το 2001.
Υπάρχουν κι εκείνοι που μιλούν για τα τέλη της δεκαετίας του 1990, όταν οι ΗΠΑ (και η Δύση συνολικά) πήραν την ιστορικά πρωτοφανή απόφαση να μετατρέψουν την Κίνα σε βιομηχανικό κολοσσό, δημιουργώντας τον μεγάλο αντίπαλό τους.
Αυτό που έχει σημασία σήμερα είναι ότι για περίπου δύο δεκαετίες, ουδεμία «συστημική» πολιτική ηγεσία στη Δύση έκανε κάτι για να αλλάξει την τροχιά των εξελίξεων. Απλώς παρακολούθησαν την Κίνα να μετατρέπεται σε μόνη βιομηχανική υπερδύναμη και μαζί με τη Ρωσία να εξοπλίζεται.
Το ξυπνητήρι χτύπησε τα τελευταία 2-3 χρόνια, όταν οι ηγεσίες διαπίστωσαν έντρομες ότι δεν μπορούν να γονατίσουν οικονομικά τη Ρωσία (λόγω υποστήριξης από την Κίνα και άλλες χώρες) και ότι εκείνη είχε τη δυνατότητα να ανταγωνιστεί σε παραγωγή όπλων ολόκληρη τη Δύση.
Στη συλλογιστική, όμως, του δυτικού συστήματος τίποτα δεν άλλαξε. Ίσως διότι είναι δύσκολο να παραδεχτεί τα μεγάλα λάθη του, να αναιρέσει τους «κανόνες» που το ίδιο επέβαλε.
Οι μεγάλες αλήθειες που λέει η διοίκηση Τραμπ
Ώσπου ήρθε η διοίκηση του «αντισυστημικού» Τραμπ να παραδεχτεί ότι «ο Βασιλιάς είναι γυμνός». Σε πάρα πολλά μπορεί κάποιος να διαφωνήσει με τις πολιτικές συμπεριφορές του Αμερικανού προέδρου, η διοίκησή του όμως είπε κάποιες μεγάλες αλήθειες.
- Ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν πλέον τη δυνατότητα να επιβάλουν τη θέλησή τους σε όλο τον κόσμο, στηρίζοντας το παλιό μοντέλο της Pax Americana.
- Ότι οι «κανόνες» της διεθνούς οικονομικής τάξης, αφενός ενισχύουν την Κίνα, που έχει πλέον κυρίαρχη παραγωγική θέση, και αφετέρου οδηγούν στην αποβιομηχάνιση των ΗΠΑ. Πρακτικά είδαν ότι οι παγκόσμιες εμπορικές ανισορροπίες (υπέρ των έντονα εξαγωγικών κρατών) δημιουργούνται εξαιτίας ενός συστήματος που έχει σταματήσει να λειτουργεί αποτελεσματικά.
- Ότι τα δίδυμα ελλείμματα και το χρέος απειλούν να τινάξουν στον αέρα την αμερικανική οικονομία, όταν ήδη ροκανίζεται, αργά αλλά σταθερά, και με συστηματικές πρωτοβουλίες των BRICS, η κυριαρχία του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος.
Παρότι πολλά από αυτά αφορούν ίσως και περισσότερο την Ευρώπη, οι ηγεσίες των ισχυρών χωρών της εξακολουθούν να κινούνται στην πεπατημένη, ωσάν να μην αναγνωρίζουν ότι έχουν συντελεστεί συνταρακτικές αλλαγές. Στην πραγματικότητα επιθυμούν, για πολιτικούς λόγους, η διοίκηση Τραμπ να αποτύχει.
Κι όμως, σε όλη τη Δύση (και όχι μόνο στις ΗΠΑ), οι αποδόσεις των μακροχρόνιων ομολόγων ανεβαίνουν, σταθερά, επί πέντε χρόνια, παρά τις μειώσεις επιτοκίων από Κεντρικές Τράπεζες, δείχνοντας ότι προεξοφλούν πληθωρισμό του χρήματος και περαιτέρω υπερχρέωση, ενώ οι ευρωπαϊκές οικονομίες απειλούνται από τη στασιμότητα. To παγκόσμιο «reset» θα γίνει ούτως ή άλλως κι αν η αμερικανική διοίκηση αποτύχει, θα γίνει κυρίως με τους όρους της Κίνας και των λοιπών ανερχόμενων οικονομικών δυνάμεων του Παγκόσμιου Νότου.
Στο «και πέντε» ο αγώνας ενάντια στην περιθωριοποίηση
Η μεγάλη εικόνα λοιπόν σε ό,τι αφορά την προσπάθεια της διοίκησης Τραμπ να κάνει «Reset» με τους όρους της στο διεθνές σύστημα (με σωστό ή λάθος τρόπο, θα φανεί στο αποτέλεσμα), δεν είναι καθόλου δυσδιάκριτη και αδικαιολόγητη.
Σχεδόν στο «και πέντε» οι ΗΠΑ προσπαθούν να αλλάξουν την τροχιά εξελίξεων που μοιραία θα κατέληγαν στην περιθωριοποίηση της υπερδύναμης και συνολικά της Δύσης. Για όσους γνωρίζουν (και είναι πολλοί), το ερώτημα δεν είναι αν οι ΗΠΑ έχουν διαγνώσει σωστά το πρόβλημα, αλλά αν η προσπάθεια ήρθε με τόση καθυστέρηση που να την οδηγεί σε αποτυχία.
Τα παραδείγματα είναι πολλά, αρκεί να θέλει κάποιος να τα δει. Η κινεζική BYD είναι πλέον η μεγαλύτερη παραγωγός ηλεκτρικών αυτοκινήτων στον κόσμο και πρώτη σε πωλήσεις στην Ευρώπη. Η Xiaomi βγάζει για δεύτερη φορά μοντέλο αυτοκινήτου που χαρακτηρίζεται από τη Morgan Stanley ως «ηλεκτρική Ferrari σε τιμή… Volkswagen», με τους αναλυτές του επενδυτικού οίκου να σημειώνουν ότι η Κίνα μάλλον έχει κερδίσει (και) τον πόλεμο των ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
Σχεδόν ταυτόχρονα, η ίδια εταιρεία-κολοσσός που βγάζει και κινητά, ανακοίνωσε νέο μοντέλο που, όπως υποστηρίζει, έχει καλύτερο «εγκέφαλο» από το iPhone, αλλά θα βγαίνει σε πολύ χαμηλότερη τιμή.
Στην επιτομή της τεχνολογίας, τους ημιαγωγούς, ο επικεφαλής της Nvidia ξεσπάθωσε προ ημερών κατά της πολιτικής Μπάιντεν, αποκαλύπτοντας ότι τα περιοριστικά μέτρα του, το μόνο αποτέλεσμα που είχαν ήταν να επιταχύνουν την ανάπτυξη προηγμένων ημιαγωγών στην Κίνα, που πλέον συναγωνίζεται τις ΗΠΑ στην αιχμή της τεχνητής νοημοσύνης. Το ίδιο συμβαίνει πλέον και στην αυτόνομη ρομποτική τεχνολογία, όπου οι μεγάλοι ανταγωνιστές του Ελον Μασκ είναι κινεζικές εταιρείες.
Εν ολίγοις, η άποψη ότι οι φιλελεύθερες κοινωνίες έχουν εκ προοιμίου πλεονέκτημα στην έρευνα και στην εφαρμογή καινοτόμων προϊόντων κινδυνεύει να αποδειχθεί λανθασμένη. Διότι δεν λαμβάνει υπόψη της τις διαφορές στην κατεύθυνση της Παιδείας (π.χ. στον αριθμό φοιτητών που στρέφονται στις θετικές επιστήμες) αλλά και το τεράστιο πληθυσμιακό πλεονέκτημα της άλλης πλευράς.
Η «μεγάλη αναταραχή» σε οικονομίες και αγορές
Όπως έχουμε παρατηρήσει και σε προηγούμενα σημειώματα, η προσπάθεια της σημερινής διοίκησης των ΗΠΑ να ενισχύσουν τη θέση τους, είτε επιτύχει είτε όχι (κατά μία άποψη, επιτυχία θα είναι και αν καταφέρει να συγκρατήσει τον ρυθμό των δυσμενών εξελίξεων), θα επιφέρει σημαντική αναταραχή σε αγορές και οικονομίες, επηρεάζοντας και την παγκόσμια ανάπτυξη.
Οι δασμοί, σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, είναι ένα μόνο από τα «όπλα» που σκοπεύει να χρησιμοποιήσει η διοίκηση Τραμπ. Η συστηματική και ελεγχόμενη υποτίμηση του δολαρίου συμβαίνει ήδη καθώς με στοιχεία της Παρασκευής 23/05, το ευρώ έχει αυξηθεί απέναντί του κατά 12% σε σχέση με τις αρχές του έτους.
Σχετικές μελέτες δείχνουν ότι για να κλείσει το τεράστιο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, το δολάριο θα πρέπει να υποτιμηθεί συνολικά, σχεδόν 40% σε σχέση με τις αρχές του έτους, περίπου όσο είχε ανατιμηθεί τα προηγούμενα 15 χρόνια. Κάτι τέτοιο όμως θα είχε πολύ μεγάλες επιπτώσεις στις αγορές και στις νομισματικές ισορροπίες, ανάλογα και με την ταχύτητα με την οποία θα συμβεί.
Ταυτόχρονα, η φορολόγηση των επιτοκιακών και κεφαλαιακών κερδών, για τις ξένες επενδύσεις σε αμερικανικές κινητές αξίες (όπως συνέβαινε με ορισμένες χώρες έως το 1984), ίσως είναι στον ορίζοντα, ενώ είναι ήδη εμφανές ότι οι ΗΠΑ επιθυμούν να εξαργυρώσουν σε όσο το δυνατόν υψηλότερη τιμή την «ασφάλεια» που παρέχουν σε τρίτες χώρες.
Το ισχυρό ατού των ΗΠΑ στη διεθνή διαμάχη
Όσοι εκτιμούν ότι όλα τα παραπάνω θα οδηγήσουν μόνο σε καθίζηση των αμερικανικών αξιών, επειδή «οι επενδυτές θα εγκαταλείψουν τις ΗΠΑ», δείχνουν να αγνοούν ότι προς το παρόν, δεν υπάρχει σήμερα καμία αγορά (ή συνδυασμός αγορών), που να διαθέτει αντίστοιχο μέγεθος ή εύρος, αλλά και καμία ανεπτυγμένη ελεύθερη οικονομία με αντίστοιχη δυναμικότητα.
Ένα απλό παράδειγμα: Ολόκληρο το γερμανικό χρηματιστήριο, έχει κεφαλαιοποίηση μικρότερη από μια μεγάλη αμερικανική εταιρεία τεχνολογίας, όπως η Nvidia. Ομοίως η κεφαλαιοποίηση των μετοχικών αγορών στις ΗΠΑ αντιστοιχεί περίπου στο 45-50% της συνολικής παγκόσμιας κεφαλαιοποίησης.
Περίπου ίδια είναι τα ποσοστά των ΗΠΑ και σε ό,τι αφορά τις εκδόσεις χρέους (ιδιωτικές και κρατικές), ενώ το μερίδιο στη διαχείριση κεφαλαίων φτάνει το 35-40% και στα συνταξιοδοτικά κεφάλαια το 65%.
Με άλλα λόγια, οτιδήποτε συμβαίνει στην αγορά των ΗΠΑ θα έχει επιπτώσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Στον χρηματοοικονομικό τομέα, οι ΗΠΑ παραμένουν «η μόνη υπερδύναμη» και ίσως για αυτό τον λόγο, η διοίκηση Τραμπ επέλεξε να δώσει τις μάχες της κυρίως εκεί, όπου εξακολουθεί να διαθέτει ισχυρά πλεονεκτήματα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πετύχει. Σίγουρα όμως έχει μεγαλύτερες πιθανότητες σε σχέση με τη διοίκηση Μπάιντεν που, σε αγαστή συνεργασία με τις ευρωπαϊκές ηγεσίες, «έπαιξε και έχασε» στον γεωπολιτικό τομέα, με επίκεντρο την Ουκρανία.
Σε κάθε περίπτωση, το μεγάλο «Reset» έχει ήδη ξεκινήσει και δεν θα τελειώσει με την προεδρία Τραμπ. Το ερώτημα είναι ποιες νέες ισορροπίες θα προκύψουν στην πορεία.
ΥΓ: Όπως είχαμε τονίσει και σε προηγούμενο σχόλιο, αχίλλειος πτέρνα του αμερικανικού σχεδίου είναι η εσωτερική κοινή γνώμη. Το κόστος που θα δεχτεί να αναλάβει ο «μέσος Αμερικανός», ως προς τη μείωση της κατανάλωσής του, ενόψει και των ενδιάμεσων εκλογών, το Νοέμβριο του 2026, που θα κρίνουν τον έλεγχο στη Γερουσία και τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Πηγή: euro2day.gr