Hδη στον προεκλογικό αγώνα του, το 2015, ο Ντόναλντ Τραμπ το ξεκαθάρισε: «Νομίζω ότι το μεγάλο πρόβλημα σε αυτή τη χώρα είναι η πολιτική ορθότητα. Αντιμετώπισα πολλές προκλήσεις, αλλά ειλικρινά δεν έχω χρόνο για πολιτική ορθότητα. Και πιστεύω ότι ούτε η χώρα έχει χρόνο». Ο κ. Τραμπ χρησιμοποιεί τον όρο που ανέκυψε τη δεκαετία του ’80 για να χτυπήσει τα κινήματα των γυναικών, των μειονοτήτων, των σεξουαλικών προσανατολισμών κ.ά. Τα κινήματα αυτά πέτυχαν να καθιερώσουν νέους λεκτικούς όρους. Για παράδειγμα, δεν μπορείς να λες τους μαύρους νέγρους. Εθεσαν νέα ζητήματα. Γιατί οι άγιοι στις εκκλησίες είναι όλοι λευκοί, όταν υπάρχουν πολλοί χριστιανοί μαύροι; Μήπως το «καλά Χριστούγεννα» να γίνει το ανεκτικότερο «καλές γιορτές»;
Ο κ. Τραμπ ποντάρισε στη δυσανεξία των συντηρητικών, που δεν ανέχονται τέτοιες αλλαγές, και έτσι κέρδισε τις εκλογές. Εκανε όμως και κάτι άλλο που απεδείχθη μοιραίο: ταυτιζόμενος με όσους είναι εναντίον των κινημάτων, πολιτικοποίησε (κομματικοποίησε) μια διαμάχη που είναι κοινωνική. Τα κινήματα προσωποποίησαν τον εχθρό στη φιγούρα του προέδρου Τραμπ και η αντιπολίτευση βρήκε εξ ουρανού σύμμαχο εναντίον του πολιτικού της αντιπάλου.
Πηγή : ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ