Του Ηλία Καραβόλια
H κοινωνία είναι πολύ πιθανό να αναπτύξει το σύνδρομο του αυτοεγκλεισμού (locked-in) ως συνέπεια των περιοριστικών μέτρων και του lockdown. Οι περισσότεροι θα βρεθούν σε μια κατάσταση α-τοπικού και α-προσδιόριστου χωροχρονικού γίγνεσθαι, με αβεβαιότητα για τα οικονομικά μελλούμενα, χωρίς να μπορούν να παράγουν και ταυτόχρονα να ικανοποιήσουν επιθυμίες. Είναι αυτονόητο, και έχει αναλυθεί επαρκώς, το ότι αλλάζει η σχέση μας με το χρήμα, την αποταμίευση, την κατανάλωση, την εργασία και την επιχειρηματικότητα.
Θα ζήσουμε την απόλυτη προσομοίωση των συμβολικών νόμων της οικονομίας: προσωρινή αναστολή δαπανών( με πιθανότητα μονιμοποίησης κάποιων περικοπών) επειδή όσο επίδομα/αποζημίωση και αν μας δοθεί από τις κυβερνήσεις, η αβεβαιότητα μελλοντικών εισοδημάτων/μισθών/κερδών θα φέρει -υποτίθεται- στην ίδια μοίρα τον επιχειρηματία και τον εργαζόμενο.
Αλλά εδώ κρύβεται μια λεπτομέρεια: υπάρχουν μικροί και μεγάλοι επιχειρηματίες, με αποθησαυρισμένα κέρδη κάποιοι και υπέρογκα χρέη κάποιοι άλλοι, ενώ η μεγάλη μάζα των εργαζομένων είναι πλέον σχεδόν στην ίδια θέση: χαμηλή αγοραστική δύναμη, αυξημένες υποχρεώσεις, ρυθμίσεις οφειλών, καθυστερήσεις καταβολών. Η αυτονόητη και αναμενόμενη καθίζηση τζίρων, από την μάλλον εκκωφαντική μείωση των συναλλαγών στην καθημερινότητα, δημιουργεί ένα σχεδόν βέβαιο δεδομένο: τις ζημίες και τα λουκέτα.
Όσοι δε επιβιώσουν, επειδή έχουν λίπος ή επειδή δεν θα αναστείλουν την λειτουργία τους, θα ελπίζουν σε μεσο-μακροπρόθεσμα κέρδη, τα οποία όμως πλέον θα εξαρτώνται πλήρως από την ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος στην αγορά. Και επειδή το κεφάλαιο μηδένισε το κόστος του εδώ και τρία χρόνια, τροφοδοτώντας την εξωφρενική άνοδο στις τιμές των μετοχών διεθνώς (βλ. κεντρικές τράπεζες), το χρήμα στο συλλογικό ασυνείδητο δεν θα εντυπώνεται ως ηδονικό νόμισμα αλλά ως φορτίο μηχανικής επιθυμίας και συναλλακτικής ισχύος. Πιο απλά: το πιθανό σκεπτικό των περισσότερων καθ’ όλη την διάρκεια της καραντίνας θα είναι περίπου ως εξής: “Αναβάλλω κάποιες δαπάνες, σίγουρα αφήνω πίσω κάποιες υποχρεώσεις, και απλά θα χρωστάω όπως σχεδόν όλη η χώρα, όλος ο πλανήτης. Και επειδή όλα τα χρέη απωθούνται σε ένα απροσδιόριστο εις το διηνεκές τεφτέρι, θα αναβάλλω και κάποιες επιθυμίες μέχρι να κυκλοφορήσει ξανά το “παλιό” χρήμα, αυτό που περίσσευε και μου επέτρεπε να ξεπληρώνω οφειλές και να αγοράζω εμπειρίες και προϊόντα.” Μετά την καραντίνα όμως θα παραμονεύει ο μεγάλος συλλέκτης, το κράτος. Ναι μεν θα επιδοτήσει ελαφρώς τους λογαριασμούς εργαζομένων/εργοδοτών, αλλά κάποια στιγμή νομοτελειακά θα ρουφήξει μεγάλο μέρος της όποιας ρευστότητα εμφανιστεί (γιατί θα πρέπει να καλύψει το έλλειμμα, να μειώσει το δημόσιο χρέος. Μένει το ερώτημα αν κατανοήσει ότι πρέπει να διαθέσει παραγωγικά το χρήμα της Ευρώπης, ώστε να αυξηθεί το εισόδημα δίκαια και αναλογικά για τους πολλούς)
Το σίγουρο είναι ότι στον ιδιωτικό τομέα τα προσδοκώμενα κέρδη των επιχειρήσεων θα είναι ένα “θεωρητικό αποτύπωμα” της επαναφοράς στην κανονικότητα του δυνητικού καταναλωτή (ο οποίος τώρα επιδοτείται να απέχει από την παραγωγή και ταυτόχρονα όμως αναβάλλει κατανάλωση) Το δε μηδενικό επιτόκιο μάλλον δεν επηρεάζει πλέον τόσο πολύ την απόφαση για κατανάλωση και επενδύσεις και η όποια ανοδική μεταβολή του θα επιδρά επικίνδυνα στο ύψος του απωθημένου χρέους (ιδιωτικού/κρατικού). Κάπως έτσι λοιπόν η μεταφυσική των ατέρμονων οφειλών, της ελλιπούς τραπεζικής πίστωσης ( αφού πάλι οι τράπεζες δηλώνουν ”αδύναμες” να παρέχουν χορηγήσεις), της αβέβαιης εταιρικής κερδοφορίας και του νεκρού επενδυτικού κεφαλαίου, συναντούν την οντολογική κατάληξη της χρηματοοικονομικής μηχανικής : την παγίδα ρευστότητας. Μόνο που σημείο συνάντησης πλέον δεν θα είναι το επιτόκιο αλλά ο ρυθμός μεταβολής στην ταχύτητα κυκλοφορίας του αποθησαυρισμένου χρήματος (αφού το άλλο χρήμα, από μισθούς και από επιχειρηματικά κέρδη, πλέον αποδεικνύεται ότι εξαντλείται άμεσα)
Γι’ αυτό και οι επιχειρηματίες βολικά στρέφονται κατά του κράτους που ναι μεν τους επιδοτεί, αλλά παραμονεύει για μελλοντική αφαίμαξη ρευστότητας. Κανονικά, ορθολογικά σκεπτόμενοι οι επιχειρηματίες και οι κεφαλαιούχοι, σε μια εποχή αρνητικού επιτοκίου, θα έπρεπε να εναντιωθούν κυρίως στην στρατηγική της τραπεζικής δημιουργικής λογιστικής( που εγγράφει στα κιτάπια των τραπεζών κέρδη από χρέος, τιτλοποιήσεις και ανακύκλωση χρήματος των κεντρικών τραπεζών). Δεν χωράει άλλη αναλυτική διάσταση στις ορθόδοξες εξισώσεις για ΑΕΠ, ανεργία, χρέη, δεδομένου ότι η καραντίνα και τα κατεβασμένα ρολά στην οικονομία, συμβαδίζουν( μάλλον όχι τυχαία) με το γεγονός ότι το πλέον σπάνιο εμπόρευμα της γής, το χρήμα, έχει πλέον φύλακτρα. Ίσως σκοπίμως. Και ίσως γι αυτό, γίνεται ηδονικό αντικείμενο του πόθου για όλους : επειδή δεν κοστίζει να το δανειστείς αλλά κοστίζει να το κρύψεις….