Το «τέρας» του πληθωρισμού ως Λερναία Ύδρα της κρίση χρέους και των κερδοσκοπικών στρεβλοτήτων… Του Ηρακλή Ρούπα

285

Του Ηρακλή Ρούπα*

Το «τέρας» του πληθωρισμού έχει περίεργα χαρακτηριστικά. Τεχνικές προσεγγίσεις διαμορφώνουν την βάση εκκίνησης, ενώ η ψυχολογία ενισχύει το momentum. Η εμφάνιση άλλων στοιχείων κρίσεων οριστικοποιεί το πληθωριστικό περιβάλλον που ανάλογα με την ένταση και έκταση της κρίσης καθορίζει και την περίοδο διατήρησης των συνολικών στρεβλοτήτων

 

Όταν μία οικονομία ή το διεθνές περιβάλλον λειτουργεί ομαλά, τότε είναι δυνατόν να συζητάμε για μέτρα σταδιακής εξάλειψης των πληθωριστικών πιέσεων.

Όταν όμως οι μέχρι σήμερα πολιτικές των κεντριών τραπεζών ως προς τις αγορές και τις οικονομίες βασιζόταν στην τεχνική παροχή ρευστότητας σε ένα σύστημα που εξέθρεψε στρεβλότητες, βρισκόμαστε σήμερα αντιμέτωποι – εν μέσω του πολέμου της Ουκρανίας- με μία πραγματικότητα που προσομοιάζει της «τέλειας καταιγίδας» των οικονομιών και αγορών.

Δυστυχώς η φιλοσοφία αλλά και δυναμική αντιμετώπισης κρίσεων διαφέρει ουσιαστικά όταν συγκρίνουμε την ΕΕ και τις ΗΠΑ. Όπως άλλωστε απέδειξε ο τρόπος χειρισμού της κρίσης των “subprimes” στις ΗΠΑ και την κρίση χρέους στην ΕΕ. Μπορεί σήμερα η κρίση να έχει αποκτήσει παγκόσμια χαρακτηριστικά, όμως το ζητούμενο είναι ποια πολιτική θα μπορέσει να αποδώσει περισσότερο και ταχύτερα.

Δυστυχώς η ενιαία Ευρώπη δεν δομήθηκε με ενιαία κουλτούρα ανάπτυξης, παραγωγικού προσανατολισμού και ευαισθησίας στην ανάδειξη κοινού πλαισίου αντιμετώπισης κρίσεων, προώθησης αναπτυξιακών πολιτικών και διαμόρφωσης κοινωνικών ισορροπιών. Το αντίθετο μάλιστα. Με δεδομένη την διαφορά ιδιοσυγκρασίας Βορρά-Νότου, αναδειχθηκε ένα πλαίσιο χωρίς τις ευελιξίες άμεσης διαφοροποίησης και αντίδρασης σε καιρό κρίσεων. Αυτό θα απαιτούσε μία διαχρονική «ενσυναίσθηση», που όμως ιστορικά εξέλειπε ως δομικό θεμέλιο πολλών λαών της Ευρώπης.

Άλλωστε, ο καπιταλισμός δεν προσαρμόσθηκε ποτέ σε καταστάσεις στην βάση κάποιας θεωρητικής «ενσυναίσθησης», αλλά εκμεταλλεύεται τις ψυχολογικές μεταλλάξεις κρίσεων για την ενίσχυση της διαδικασίας παραγωγής κέρδους. Στην παρούσα φάση όμως που οι οικονομικές εξελίξεις αλλοιώνουν δομικά στοιχεία φυσιολογικής αντίδρασης των αγορών και των οικονομιών έχει μεγάλη σημασία να γίνει γρήγορα η ανάγνωση του πραγματικού εύρους του προβλήματος ώστε –έστω και την ύστατη στιγμή- αναδειχθεί η «ενσυναίσθηση» της αναγκαιότητας της συνολικής λύσης.

Η πρώτη φάση των πληθωριστικών πιέσεων προς το τέλος του 2021 διαγνώσθηκε λανθασμένα. Ίσως «βόλευε» από πλευράς πολιτικών να παρουσιασθεί ως ένα πρόσκαιρο γεγονός εξαιτίας των προβλημάτων που ανέδειξε η κρίση covid. Αυτή η λανθασμένη εκτίμηση τόσο από πλευράς Ευρωπαίων και του FED, όσο και από πλευράς κυβέρνησης, οδήγησε σε μία ολιγωρία ως προς την ταχύτερη διαμόρφωση εναλλακτικών πολιτικών που έτσι και αλλιώς θα έπρεπε να είναι το ζητούμενο κάθε κυβέρνησης. Η προσέγγιση του «μεταβατικού» πληθωρισμού (transitory inflation) αποδείχθηκε λανθασμένη ως βάση επισήμανσης, όχι εξαιτίας των εντάσεων του πολέμου, αλλά κυρίως λόγων της μη ορθής εκτίμησης του πραγματικής έντασης της πληθωριστικής δυναμικής.

Σήμερα βρισκόμαστε σε αχαρτογράφητα πεδία ως αναφορά την πορεία μετοχών, ομολόγων, αλλά και της εν γένει πορείας των οικονομιών. Κρίσεις αυτής της μορφής όμως, απαιτούν άμεσα μέτρα και ειλικρινή ενημέρωση ως προς την εν γένει αποτελεσματικότητα των μέτρων. Ενώ στις ΗΠΑ έχει αρχίσει να αναδεικνύεται μία τέτοια προσέγγιση, στην ΕΕ η έμφαση δίνεται μονοδιάστατα στην επιβολή κυρώσεων στην Ρωσία. Την ίδια στιγμή δεν έχει δρομολογηθεί καμία ενέργεια δημιουργίας είτε ταμείου ενεργειακής υποστήριξη, είτε αναπτυξιακής υποστήριξης των χωρών του Νότου. που οι διαχρονικές στρεβλότητες του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος εντείνονται. Θα ενταθούν δε ακόμα περισσότερο με διατήρηση των στρεβλοτήτων εφόσον επιλεγεί η πεπατημένη της απλής διόρθωσης δεδομένων και όχι αυτή της πλήρους αλλαγής προσέγγισης μίας ενιαίας αναπτυξιακής πολιτικής με τις αναγκαίες προσαρμογές ανά περιφέρεια και χώρα.

Ο πληθωρισμός είχε εμφανισθεί πριν την έναρξη του πολέμου. Επιλέχθηκε λανθασμένα η «επικοινωνιακή» πολιτική της αντιμετώπισης ως παροδικού φαινομένου. Η Ευρώπη όμως στην παρούσα φάση βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Σε εκείνη ακριβώς την ιστορική καμπή όπου η ροή καταστροφής/δημιουργίας, είτε θα δομήσει μία νέα Ευρώπη της ουσιαστικής ενοποίησης, ή θα αναδείξει τον πόλο εκείνο της εξουσίας όπου το «χρήμα» που θα την υποστηρίξει θα την οδηγήσει στην διάλυση. Άλλωστε, αν το χρήμα δεν υποστηρίζεται από μία ουσιαστική και ειλικρινή ροή εξουσίας, καταρρέει συμπαρασύροντας μαζί και τις οικονομικές λειτουργίες.

Οι χώρες του Βορρά, με προεξέχουσα την Γερμανία, προβάλλουν τον οικονομικό συντηρητισμό ως βάση τήρησης κανόνων και θεσμών. Εν μέσω της «τέλειας καταιγίδας» όμως, το ερώτημα που αναδεικνύεται εντονότερα σήμερα παρά ποτέ, είναι εάν ο συντηρητισμός αυτός είναι πραγματικός ή όχι. Οι ίδιοι κανόνες που συμφωνήθηκαν σε περιόδους πολιτικής χαλαρότητας ως βάση πολιτικών αποφάσεων της Ε.Ε. επέτρεψαν την υπερχρέωση κρατών και την ενίσχυση των στρεβλοτήτων σε εκείνες της χώρες που δεν είχαν την κουλτούρα να λειτουργήσουν σε αυτό το πλαίσιο όπως η Ελλάδα.

Σήμερα σε μία συστημική και όχι μόνον κρίση η κυνικότητα της «εξουσίας του χρέους’ και των αγορών – παρά την προσωρινή παύση πιέσεων- κινδυνεύει να μην αφήσει άλλα περιθώρια παρά μόνον ακραίες αντιδράσεις επιβίωσης. Παρά το γεγονός ότι το «τέρας» του πληθωρισμού κατά μία εξίσου στρεβλή πραγματικότητα βελτιώνει την σχέση ΑΕΠ προς χρέος.

Ο προβληματισμό για το εάν οι ενισχυμένες συνθήκες εξάρτησης που δημιουργεί το χρέος προωθούνται ως πλαίσιο «προγράμματος» ή αποτελούν τυχαίο εξελικτικό γεγονός, είναι εκ νέου επίκαιρος. Το ζητούμενο είναι να μην χρειασθεί στο μέλλον να «εκστομίσουμε» την λέξη «μνημόνιο».

https://www.protothema.gr/

*Οικονομολόγος

Πηγή: tempo24.news