Του Κώστα Πάντζιου
Άρχισαν ήδη να καταρτίζονται τα ψηφοδέλτια των κομμάτων, καθώς οι εκλογές έχουν στην ουσία οριστεί για το πρώτο 15νθήμερο του Απριλίου. Ταυτόχρονα, έχουν αρχίσει να αναδεικνύονται οι δυσκολίες για τα κόμματα –μικρά και μεγάλα– με κυριότερο το τι θα γίνει αν κατά την πρώτη εκλογή με το σύστημα της απλής αναλογικής, δεν προκύψει κυβέρνηση. Εννοούμε συμμαχική κυβέρνηση, διότι τα περί αυτοδυναμίας ενός κόμματος ανήκουν στη σφαίρα της πολιτικής επικοινωνίας, αν όχι της τολμηρής φαντασίας.
Τα πράγματα είναι δύσκολα, ιδίως για τα δύο μεγάλα κόμματα, τα οποία, εδώ και ένα μήνα περίπου, καλούνται να προσγειωθούν στην ωμή πραγματι-κότητα και να παύσουν να ζουν σ’ έναν κύκλο προβλέψεων και προγνώσεων, αφού το εκλογικό σώμα μπαίνει αναγκαστικά στη φάση του να σκέπτεται τις προτιμήσεις του, όπως αυτές διαμορφώνονται από τις ανάγκες του και την δύσκολη καθημερινότητα. Διότι άλλο πράγμα είναι να ρωτάς έναν ψηφοφό-ρο τι θα ψηφίσει ένα χρόνο ή ένα εξάμηνο πριν από τις εκλογές, και άλλο πράγμα είναι να πρέπει να απαντήσει τι θα ψηφίσει ενώ οι εκλογές απέχουν το πολύ ένα τρίμηνο. Αυτή είναι η μία παράμετρος του προβλήματος. Η άλλη παράμετρος είναι –βασική και αυτή– το πώς θα διαμορφωθεί το διεθνές περιβάλλον, αφού ο αλλόκοτος πόλεμος των Ρώσων στην Ουκρανία συνεχί-ζεται. Και αφού ο «πόλεμος» των τιμών των αγαθών –και στην Ελλάδα– επίσης συνεχίζεται.
Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, τα επιτελεία και των δύο μεγάλων κομμάτων, θεωρούν ήδη ότι υπάρχουν και χειρότερα προβλήματα. Επί παραδείγματι, στη Ν.Δ. υπάρχει ήδη άγχος για το ποια θα είναι η συμπεριφορά των ψηφο-φόρων του κόμματος στην πρώτη εκλογή, δηλαδή, απλά, αν δεν υπάρξει καταστρεπτική αποχή, μαζί με την καταγραφή της «τιμωρητικής» ψήφου και της ψήφου διαμαρτυρίας, αφού έτσι κι αλλιώς θα προδιαγράφεται η μεγάλη πιθανότητα της δεύτερης εκλογής, όπου κάποιοι ψηφοφόροι της Ν.Δ. θα διαμορφώσουν την οριστική τους ψήφο, που θα είναι ευνοϊκή για το κόμμα.
Αυτό είναι το άγχος του κ. Κυρ. Μητσοτάκη και του εκλογικού του επιτελείου. Από την άλλη πλευρά, το άγχος του κ. Αλ. Τσίπρα και επιτελών του στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., είναι για το πώς το κόμμα θα επιτύχει να δημιουργήσει πλειοψηφικό ρεύμα στο εκλογικό σώμα, ώστε εκμεταλλευόμενο τα όποια άλλα πλεονεκτήματά του, να βγει πρώτο στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων στις εκλογές του προσεχούς Απριλίου. Η εικόνα του κόμματος αυτού, δημοσκοπικά, εμφανίζεται κάπως βελτιωμένη, ενώ γενικά (τι έκπληξη!!) η δημοσκοπική εικόνα της Ν.Δ. τους τελευταίους δύο μήνες έχει πλέον σημαντική απόσταση από τις 10 και 8 μονάδες διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., για να μην πάμε ένα χρόνο πίσω, όπου η διαφορά καταγραφόταν συχνά στο 12%…!
Έτσι όπως πάμε από την «δημοσκοπική πραγματικότητα» στην ωμή πραγμα-τικότητα της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής μας ζωής, οι δύο «μονομάχοι» ξεδιπλώνουν την τακτική τους. Ο κ. Κυρ. Μητσοτάκης προσπα-θεί να «εξορκίσει» την λογική της ψήφου διαμαρτυρίας ή της αυξημένης αποχής, με το να δραματοποιεί την σημασία της ψήφου των ψηφοφόρων της Ν.Δ. στην πρώτη εκλογή, ενώ ο κ. Αλ. Τσίπρας, απ’ ό,τι φαίνεται, επιλέγει να «παίξει» με κριτήρια και επιχειρήματα πιο πολιτικά από τον αντίπαλό του, τονίζοντας την κατ’ αυτόν μεγαλύτερη ευχέρεια που έχει να γίνει κορμός μιας κυβέρνησης συνεργασίας, άρα ποντάρει στην επιθυμία των μη κομματικοποι-ημένων ψηφοφόρων, οι οποίοι θέλουν κυβέρνηση από την πρώτη εκλογή, για να μην πάει η χώρα σε ακυβερνησία. Κάτι, άλλωστε, που δεν θα ήθελαν να δουν και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας. Ο κ. Τσίπρας, μέσα στα πλαίσια αυτής της στρατηγικής, τέσσερα χρόνια τώρα, ποτέ δεν επιτίθεται στη Ν.Δ., αλλά μονίμως επιτίθεται στον κ. Κυρ. Μητσοτάκη, με την σκέψη ότι δεν έχει κανέναν λόγο να δυσαρεστήσει τους ψηφοφόρους που στεγάζονται στη φάση αυτή στη Ν.Δ., ενώ στις εκλογές του 2015 είχαν στεγαστεί στον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί το κόμμα αυτό, τότε, βγήκε πρώτο με ποσοστό 36,2% έναντι 28,3% που είχε συγκεντρώσει η Ν.Δ. στις εκλογές εκείνες.
Συμπερασματικά, έτσι κάπως διαγράφεται η πορεία και η στρατηγική των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας, με το τρίτο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ του κ. Ν. Ανδρουλάκη, φανερά μεν να παρουσιάζεται ότι διεξάγει διμέτωπο αγώνα, στην ουσία όμως να δείχνει ότι «γέρνει» προς την κεντροαεριστερή τροχιά, αφού δεν ξεχνά τι συνέβη μεταξύ του 2012 και του 2015, που έκανε συμμαχική κυβέρνηση με τη Ν.Δ. και παραλίγο να παύσει να υπάρχει!!! Σημασία έχει πως μάλλον αυτή η στρατηγική ευνοεί το κόμμα αυτό, καθώς τρεις μήνες πριν από τις εκλογές, κινείται σταθερά, δημοσκοπικά, γύρω στο 10%-11%, λίγο μεν, αλλά σίγουρα πάνω από το 8% που είχε πάρει στις εκλογές του Ιουλίου του 2019.