Βασίλης Κοντογιαννόπουλος: Επέτειοι και Αριστερά

265

Η «17η Νοέμβρη» και η «6η Δεκέμβρη» αποτελούν επετείους δύο γεγονότων που σημάδεψαν, για διαφορετικούς λόγους, την πολιτική ζωή του τόπου. Κοινό σημείο: η εργαλειοποίησή τους από την Αριστερά, με στόχο την κομματική τους εκμετάλλευση.
 
Η προσπάθεια της Αριστεράς να συνδέσει την αποκατάσταση της δημοκρατίας με την εξέγερση των φοιτητών στο Πολυτεχνείο στις 17 Νοεμβρίου 1973 είναι και ανιστόρητη και αντιδημοκρατική.
 
Ανιστόρητη γιατί το «Πολυτεχνείο» δεν είχε ως συνέπεια την αποκατάσταση της δημοκρατίας αλλά την αντικατάσταση της χούντας Παπαδόπουλου από τη σκληρότερη χούντα Ιωαννίδη. Η χούντα Ιωαννίδη κατέρρευσε μετά την προδοσία της Κύπρου και την εισβολή του Αττίλα στη Μεγαλόνησο στις 20 Ιουλίου 1974. Η δημοκρατία αποκαταστάθηκε με τις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974, στις οποίες οδήγησε η κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον Κων. Καραμανλή, ο οποίος κλήθηκε στις 24 Ιουλίου από το Παρίσι, όπου ζούσε αυτοεξόριστος, προκειμένου να τη σχηματίσει. Η δημοκρατία εδραιώθηκε με το Σύνταγμα του 1975 που εγκαθίδρυσε την Γ’ ελληνική δημοκρατία. Η αναίμακτη μετάβαση από τη δικτατορία στη δημοκρατία, που διεθνείς παράγοντες αποκάλεσαν «πολιτικό θαύμα», φέρει τη σφραγίδα του Κων. Καραμανλή. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια.
 
Αντιδημοκρατική γιατί η Αριστερά επιχειρεί να οικειοποιηθεί ένα ιστορικό γεγονός που δεν της ανήκει. Το «Πολυτεχνείο» δεν είχε ούτε ιδιοκτήτες ούτε πάτρονες. Ήταν μια ακηδεμόνευτη εξέγερση φοιτητών, με αίτημα «να φύγει η χούντα» και σύνθημα «ψωμί, παιδεία, ελευθερία». Εξέφρασε την αντίθεση των δημοκρατικών πολιτών κατά της δικτατορίας, χωρίς κομματικές ετικέτες.
Τα δύο κόμματα που επιχειρούν να την οικειοποιηθούν, το μεν ΠΑΣΟΚ δεν υπήρχε, το δε ΚΚΕ ήταν αντίθετο στην κατάληψη γιατί δεν την ήλεγχε. Για τον ίδιο λόγο που το ΚΚ Γαλλίας ήταν αντίθετο στον Μάη του ’68 στο Παρίσι. Το «Πολυτεχνείο» δεν είχε ούτε «αντιιμπεριαλιστικό», ούτε «αντιαμερικανικό» χαρακτήρα, όπως, εκ των υστέρων, η Αριστερά τού προσδίδει.
 
Η 6η Δεκεμβρίου 2008 σημαδεύτηκε από τη δολοφονία του 16χρονου μαθητή Γρηγορόπουλου. Ήταν ένα τραγικό γεγονός από αδιανόητη πράξη αστυνομικού οργάνου. Δικαιολογημένα προκάλεσε τη συγκίνηση και την εξέγερση μαθητών. Οι διαδηλώσεις που ακολούθησαν και είχαν ως αποτέλεσμα την καταστροφή του κέντρου της Αθήνας δεν ήταν έργο μαθητών. Την Αθήνα έκαψαν τα τάγματα εφόδου της ακροαριστεράς που συνοδεύουν εθιμικά τις διαδηλώσεις της Αριστεράς. Το ίδιο συνέβη και δύο χρόνια αργότερα με τον εμπρησμό της τράπεζας Μαρφίν και τη δολοφονία τριών εργαζομένων. Ο δράστης της δολοφονίας Γρηγορόπουλου καταδικάστηκε και φυλακίστηκε. Οι δράστες του εμπρησμού και της δολοφονίας των εργαζομένων της Μαρφίν παραμένουν ασύλληπτοι και ατιμώρητοι. Χωρίς η Αριστερά να ενοχλείται.
 
Δεύτερο κοινό σημείο των επετειακών διαδηλώσεων που οργανώνει η Αριστερά είναι οι συγκρούσεις με τις αστυνομικές δυνάμεις, οι ρίψεις μολότοφ, οι εμπρησμοί και οι βανδαλισμοί δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας. Η Αριστερά καταγγέλλει την «αστυνομική βία». Η βία και οι βανδαλισμοί των ταγμάτων εφόδου της ακροαριστεράς εντάσσονται προφανώς στο ευρύ πλαίσιο των «δημοκρατικών αγώνων».
 
Οι φετινές «πορείες μνήμης» για την επέτειο Γρηγορόπουλου συνέπεσαν με τον βαρύ τραυματισμό ενός 16χρονου παραβατικού Ρομά από σφαίρα αστυνομικού στη Θεσσαλονίκη. Σε μια έκρηξη λαϊκισμού, ο Αλ. Τσίπρας έσπευσε να εντάξει το θλιβερό γεγονός στο κομματικό του οπλοστάσιο. «Οργή για την αστυνομική βία», γράφει η Αυγή. Καμία αναφορά στα βίαια επεισόδια που προκάλεσαν Ρομά σε όλη τη χώρα και στον τραυματισμό έξι αστυνομικών από σκάγια καραμπίνας. Ως πρωθυπουργός ο Αλ. Τσίπρας, αντί να προωθήσει την κοινωνική ένταξη των Ρομά, φρόντισε μόνο για την κομματική τους ένταξη. Όλοι θυμούνται ότι τις ισχνές προεκλογικές συγκεντρώσεις του ΣΥΡΙΖΑ το 2019 ενίσχυαν μισθωμένα πούλμαν με Ρομά.
 
Είναι καιρός να μπει τέλος στα φληναφήματα της Αριστεράς περί αστυνομικής βίας. Η γενίκευση μεμονωμένων περιστατικών υπέρβασης των ορίων άσκησης νόμιμης κρατικής βίας, που σε κάθε περίπτωση ελέγχονται από τη Δικαιοσύνη, αποτελεί αντιστροφή της πραγματικότητας. Το πραγματικό πρόβλημα που στοιχειώνει την πολιτική μας ζωή είναι η πολιτική βία με αριστερό πρόσημο. Φτάσαμε στο σημείο να μη μιλάμε για επιθέσεις κατά αστυνομικών, αλλά για οργανωμένες επιθέσεις κατά αστυνομικών τμημάτων που παραπέμπουν σε καρικατούρα αντάρτικου πόλεων.
 
Η βία στοιχειώνει την πολιτική ζωή
 
Είναι φανερό ότι η σημερινή Αριστερά, με όλες τις εκδοχές της, δεν «βολεύεται» με τους θεσμούς της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Ενώ απολαμβάνει τα πλεονεκτήματά της, συστηματικά διαβρώνει τις αξίες της. Υποσκάπτει το κύρος και τα θεμέλια του κράτους Δικαίου. Η κουλτούρα ανυπακοής, ανομίας και ατιμωρησίας που συστηματικά καλλιεργούν τόσο η απολιθωμένη Αριστερά του ΚΚΕ, όσο και η τυχοδιωκτική Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Ο βίαιος, τοξικός και διχαστικός πολιτικός λόγος με τον οποίο εκφράζονται. Στρώνουν το χαλί για την εισβολή της βίας όχι μόνο στην πολιτική και στην πανεπιστημιακή ζωή, αλλά και στην καθημερινότητά μας.
Είναι αδιανόητο, έπειτα από 50 χρόνια υποδειγματικής δημοκρατικής και πολιτικής ομαλότητας, η Αριστερά να χρησιμοποιεί ως καύσιμη πολιτική ύλη το μίσος και την εχθροπάθεια κατά της παράταξης που εγκαθίδρυσε την Γ’ ελληνική δημοκρατία και εμπέδωσε την εναλλαγή κομμάτων στην εξουσία. Συνθήκες που επέτρεψαν στην «πρώτη φορά Αριστερά» να ανέλθει στην εξουσία, έστω στηριζόμενη σε ακροδεξιό δεκανίκι. Μόνη εξήγηση η απογοήτευσή της γιατί δεν την κατέκτησε μόνιμα. Αυτό σημαίνει το «πήραμε την κυβέρνηση, όχι την εξουσία» και η δυσανεξία της για τους «αρμούς της εξουσίας» με την απειλή ότι «τη δεύτερη φορά θα είναι αλλιώς».
Αδυνατώντας να επεξεργασθεί μια σύγχρονη πολιτική ταυτότητα, επιχειρεί να προσδώσει στη φιλελεύθερη κεντροδεξιά παράταξη και στον ηγέτη της στοιχεία ακροδεξιάς. Αγνοεί το ιστορικό γεγονός ότι η κεντροδεξιά παράταξη έχει κλείσει δύο φορές τους λογαριασμούς της με το δικό της άκρο. Την πρώτη με την καταδίκη σε ισόβια δεσμά των πρωταιτίων της δικτατορίας. Τη δεύτερη με την καταδίκη ως εγκληματικής οργάνωσης του νεοναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής. Αντίθετα, η Αριστερά, απορρίπτοντας τη θεωρία των δύο άκρων, αρνείται να καταδικάσει το δικό της άκρο. Αποδοκιμάζει φραστικά την πολιτική βία των ταγμάτων εφόδου της Αριστεράς, χωρίς να ζητάει την καταδίκη τους, πολιτική και ποινική.
 
Η Ελλάδα παραμένει η μόνη δυτική χώρα όπου η άρνηση της Αριστεράς να προσαρμοστεί στους δημοκρατικούς κανόνες και να αποδεχθεί την ηθική της ευθύνης συντηρεί ακόμη φαινόμενα τρομοκρατίας και πολιτικού χουλιγκανισμού, ενώ στερεί την πολιτική ζωή από το πνεύμα συνεννόησης και συναίνεσης ακόμα και σε κρίσιμα εθνικά ζητήματα.
 
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανήκει σε αυτούς που πιστεύουν ότι η Ελλάδα μπορεί να αλλάξει. Προϋπόθεση είναι η απαλλαγή της από παθογένειες και στερεότυπα που εκπορεύονται από μια ανιστόρητη, αναχρονιστική και τυχοδιωκτική Αριστερά. Μια Αριστερά που θεωρεί πρόοδο την άρνηση και την αδυναμία της να εκσυγχρονισθεί. Η φιλελεύθερη παράταξη της ΝΔ έχει χρέος να δώσει τη μάχη που έχει παραλείψει μέχρι σήμερα να δώσει. Την ιδεολογική. Την έχει ανάγκη η κοινωνία και προπαντός η νεολαία.