Βιομηχανία Τροφίμων: το στήριγμα της Ελληνικής Μεταποίησης… Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

307

Παρά την πανδημία, τη γεωπολιτική αναταραχή και τη δεκαετή και πλέον κρίση της οικονομίας και του κοινωνικού ιστού, ο κλάδος επενδύει, αναπτύσσεται και δημιουργεί θέσεις εργασίας. Επιτελεί δε και σημαντικό κοινωνικό έργο.

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Τα δώδεκα χρόνια της κρίσης, η βιομηχανία ειδών διατροφής, αύξησε τις εξαγωγές της, ανέβασε την απασχόληση, επένδυσε σε έρευνα και ανάπτυξη, ενίσχυσε την πανεπιστημιακή παιδεία και βέβαια, χωρίς τυμπανοκρουσίες προάγει και τις αρχές της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης (ΕΚΕ). Αυτά μεταξύ άλλων υπογράμμισαν στη Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων και Ποτών ο νέος πρόεδρος του ΣΕΒΤ κ. Γιάννης Γιώτης, αλλά και ο υπουργός Γεωργικής Ανάπτυξης Κ. Γεωργαντάς, που πρόσθεσε ότι η παραγωγή ειδών διατροφής είναι ο κλάδος που στηρίζει την ελληνική μεταποίηση.

Στο πλαίσιο αυτό, με δεδομένες τις πληθωριστικές πιέσεις, την εισοδηματική δυσκολία των νοικοκυριών και τα σοβαρά ενεργειακά προβλήματα, που κορυφώθηκαν με τον πόλεμο στην Ουκρανία, κατά τον κ. Γ.Γιώτη, τα νέα φαινόμενα που απασχολούν ιδιαίτερα τη Βιομηχανία και κινητοποιούν την κοινωνική της προσφορά, είναι αυτά της σπατάλης των τροφίμων, της κλιματικής αλλαγής, όπως και της βιώσιμης ανάπτυξης με κριτήριο την προστασία, ανάπτυξη και πολύπλευρη ενημέρωση του ανθρώπινου κεφαλαίου.

Αναφερόμενος επίσης στην σημερινή συγκυρία, ο πρόεδρος του ΣΕΒΤ, σκιαγράφησε την κατάσταση που επικρατεί στην αγορά με τα νέα δεδομένα της ενεργειακής κρίσης και τις γεωπολιτικές εξελίξεις, που ακολούθησαν την πανδημική και την κλιματική κρίση. Τονίζοντας ότι «…οι νέες προκλήσεις δεν έχουν επίπτωση μόνο της στρατηγικές και στους στόχους των επιχειρήσεων, αλλά είναι πολλές σε επίπεδο παραγωγής, μεταποίησης, αγοράς και καταναλωτών….», επισήμανε ότι η βιομηχανία ζητά από την πολιτεία να προχωρήσει σε μείωση του Φ ΠΑ στα προϊόντα διατροφής, καθώς επίσης να συνεχίσει τη στήριξη των επιχειρήσεων ενάντια στο αυξημένο ενεργειακό κόστος. Παράλληλα είναι αναγκαία η διευκόλυνση εισαγωγών πρώτων υλών με ταχύτερες διαδικασίες ελέγχου, αλλά και η εξεύρεση εναλλακτικών πηγών για ενέργεια και πρώτες ύλες, ενώ πρέπει να υπάρξει προστασία από αθέμιτες πρακτικές και ταυτόχρονα προώθηση της εξωστρέφειας.

Χωρίς να αμφισβητεί τις απόψεις του προέδρου του ΣΕΒΤ, ο κ. Γ. Γεωργαντάς αναφέρθηκε στο ρόλο του αγροδιατροφικού τομέα στον μετασχηματισμό του παραγωγικού μοντέλου της χώρας και ως προϋποθέσεις για να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος, έθεσε τη συνένωση δυνάμεων επιχειρηματικού κόσμου και πολιτείας, τη στοχευμένη αντιμετώπιση των προβλημάτων για την όσο το δυνατόν καλύτερη αξιοποίηση των ευκαιριών που δημιουργούνται και τον εκσυγχρονισμό των επιχειρήσεων, με την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, στην κατεύθυνση εξυπηρέτησης των νέων αναγκών και συνηθειών που διαμορφώθηκαν στο καταναλωτικό κοινό, μέσα από τις αλλεπάλληλες παγκόσμιες κρίσεις.

Ο κ. Γεωργαντάς τόνισε ότι ο κλάδος προσφέρει καθοριστική στήριξη στην ελληνική οικονομία, καθώς κατέχει σημαντικό μερίδιο στις εξαγωγές και συνιστά τον μεγαλύτερο εργοδότη στο χώρο της μεταποίησης, προσφέροντας σημαντική στήριξη στο ΑΕΠ. Εκτίμηση του ΥπΑΑΤ είναι ότι «…υπάρχουν ακόμα περισσότερες δυνατότητες ανάπτυξης μέσα από την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της εξωστρέφειας, της έρευνας – καινοτομίας και της αύξησης των επενδύσεων…».

Για τα ενεργειακά προβλήματα της βιομηχανίας μίλησε στη Γ.Σ. του ΣΕΒΤ ο κ. Ανδρέας Σιαμίσης, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Ελληνικά Πετρέλαια. Με πολύ διεξοδικό τρόπο και μη αρκετά στοιχεία, ο ομιλητής απομυθοποίησε κάποια δαιμονολογικά φαινόμενα ως προς τις τιμές και ανέφερε ότι το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας «…δεν θα κατέβει ούτε στο επόμενο τρίμηνο ή στο εξάμηνο στον βαθμό που να αλλάξει τα οικονομικά της βιομηχανίας….». Όπως εξήγησε ο ίδιος, «…..η ενεργειακή κρίση είναι ένα αποτέλεσμα της απόφαση που πάρθηκε να πάμε προς πιο καθαρό περιβάλλον σε μια αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και είτε το θέλουμε είτε όχι αυτό έχει ένα κόστος. Τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, μέχρι να φτάσουμε να καλύψουμε με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε εικοσιτετράωρη βάση τις ανάγκες που έχουμε ως χώρα. Δεν έχει σχέση ούτε με τις αγορές ούτε με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Είναι δομικό πρόβλημα….», ανέφερε ο κ. Σιαμίσης, ενώ επισημαίνοντας ότι πρόκειται για μακροπρόθεσμη κρίση, εκτίμησε ότι «….εν τέλει το κόστος της ενέργειας θα μειωθεί, αλλά όχι πολύ….».

Απαισιόδοξο μήνυμα για το πεδίο των ανατιμήσεων έστειλε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ και καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου κ. Νίκος Βέττας, ο οποίος ανέφερε χαρακτηριστικά: «….Οι τιμές δεν μαζεύονται ποτέ εάν δεν νιώσει τον πόνο ο αγοραστής και σταματήσει να αγοράζει….». Ο ίδιος, ωστόσο, υπογράμμισε ότι «…..δεν είναι μόνο το ουκρανικό ζήτημα που εντείνει τον πληθωρισμό, αλλά έχει να κάνει με πολλές ανισορροπίες που προέκυψαν από την πανδημία, υπήρξε μια “βροχή” άπειρου χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες που έφθασε σε όλους, την ίδια ώρα που δεν μπορούσες να καταναλώσεις και η παραγωγή ζοριζόταν. Μετά ήρθε και το Ουκρανικό…..».

Το περίεργο στην περίπτωση αυτή είναι ότι οι «ρίψεις χρήματος» δι’ ελικοπτέρου ναι μεν οδήγησαν στην άνοδο των καταθέσεων στην Ελλάδα κατά 10 δισ. ευρώ, πλην όμως όπως επεσήμανε στην παρουσίασή του ο κ.Δημ. Μαύρος «αύξησαν το φόβο και την οργή» στην ελληνική κοινωνία. Με την τελευταία να έχει ανάγκη από ανθεκτική ελπίδα, είπε ο ομιλητής.