Πιέσεις από τις Βρυξέλλες δέχεται το οικονομικό επιτελείο για μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά, το ασφαλιστικό και την επιδοματική πολιτική συνοδευόμενες από τις γνωστές επικρίσεις για την «παλιά στρεβλή κατάσταση» που οδήγησε τη χώρα στα Mνημόνια. Η Επίτροπος αρμόδια για θέματα απασχόλησης και κοινωνικής ασφάλισης, Μάριαν Tίσεν, επεσήμανε την ανάγκη μεταρρυθμίσεων σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος -χωρίς να διευκρινίσει αν ζητά αλλαγές στο συνταξιοδοτικό η μόνο στα επιδόματα- καθώς και στην αγορά εργασίας, στέλνοντας μήνυμα στην Αθήνα ότι πρέπει να αποδεχτεί την «ατζέντα» των θεσμών.
Η Επίτροπος ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «δεν μπορείς να έχεις ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης χωρίς αρκετές εισφορές και να δίνεις σύνταξη μετά από 35 χρόνια εργασίας, όταν το προσδόκιμο ζωής έχει επιμηκυνθεί. Αυτό ισχύει για όλα τα κράτη-μέλη, και σε όλο τον κόσμο. Είναι γνωστό ότι μια τέτοια κατάσταση δεν είναι βιώσιμη». Στην Αθήνα, οι δανειστές άκουσαν χθες, Τρίτη, χωρίς να ανοίξουν τα χαρτιά τους τις θέσεις που προέβαλε η υπουργός Εργασίας, κυρία Έφης Αχτσιόγλου. Η νέα υπουργός Εργασίας έθεσε ως υψηλή προτεραιότητα την επαναφορά των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων με στόχο να αποκτήσουν ουσιαστικό περιεχόμενο οι συλλογικές συμβάσεις (επεκτασιμότητα κλαδικών κλπ). Κύριο όπλο στα χέρια της είναι το πόρισμα της Επιτροπής των Ανεξάρτητων Εμπειρογνωμόνων, η πλειοψηφία των οποίων τάχθηκε υπέρ της επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Το αίτημα ωστόσο προσκρούει στην εμμονή των δανειστών να υπερισχύσουν οι επιχειρησιακές συμβάσεις με ευέλικτους μισθούς.
-Εξέφρασε την ισχυρή αντίθεση της κυβέρνησης και του υπουργείου Εργασίας σε οποιοδήποτε ενδεχόμενο αλλαγής του ορίου των ομαδικών απολύσεων, υποστηρίζοντας τεκμηριωμένα ότι το ελληνικό δίκαιο είναι πλήρες συμβατό με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα η κυρία Αχτσιόγλου θα υποστηρίξει την πρόταση για εργασία μειωμένου ωραρίου σε περιπτώσεις προσωρινής οικονομικής δυσχέρειας της επιχείρησης, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος θα καλύπτει με επίδομα ανεργίας τις ώρες που ο εργαζόμενος δεν θα απασχολείται. Υπενθυμίζουμε ότι η αύξηση του ορίου πέραν του οποίου οι απολύσεις λογίζονται ομαδικές -και εντάσσονται σε μια συγκεκριμένη διοικητική διαδικασία- είναι πάγιο αίτημα του ΔΝΤ. Το Ταμείο έχει ανοίξει τα χαρτιά του ζητώντας αύξηση του ορίου. Σήμερα ισχύει όριο στο 5% του προσωπικού και μέχρι 30 απασχολούμενους για επιχειρήσεις με πάνω 150 εργαζόμενους, ενώ η σχετική κοινοτική οδηγία προβλέπει έως και 10% των απασχολούμενων, σε επιχειρήσεις που απασχολούν 100 – 300 εργαζόμενους.
– Η ελληνική πλευρά αποκρούει επίσης την επαναφορά του «lock out» (ανταπεργία).Το λοκ άουτ υπάρχει ως θέμα στην καυτή ατζέντα των εργασιακών αλλά το υπουργείο εργασίας πιστεύει ότι δεν πρόκειται να μπει μετ’ επιτάσεως στο τραπέζι καθώς και η επιτροπή σοφών κρίνει ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να επανέλθει.
Χάσμα διαπιστώνεται και στο θέμα του προσδιορισμού του κατώτατου μισθού καθώς οι θεσμοί αλλά και εγχώριοι εκπρόσωποι εργοδοτικών φορέων δεν επιθυμούν, τουλάχιστον έως το 2018 οποιαδήποτε αλλαγή και αποκρούουν ευθέως το αίτημα της ελληνικής πλευράς, η αρμοδιότητα για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού να επιστρέψει στους κοινωνικούς εταίρους. Οι συναντήσεις θα συνεχιστούν και σήμερα σε τεχνικό επίπεδο.