Ο Yuval Noah Harari γράφει για επιστημονική επιτυχία και την πολιτική αποτυχία έναντι της πανδημίας Covid-19
Πώς μπορούμε να συνοψίσουμε τη χρονιά του Covid και να τη θέσουμε σε μια ευρεία ιστορική προοπτική; Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι ο τρομερός κορωνοϊός έδειξε στην ανθρωπότητα την αδυναμία της μπροστά στη φύση. Στην πραγματικότητα, το 2020 έδειξε ότι η ανθρωπότητα είναι κάθε άλλο παρά ανίσχυρη. Οι επιδημίες δεν είναι πλέον ανεξέλεγκτες δυνάμεις της φύσεως. Η επιστήμη τις έχει μετατρέψει σε διαχειρίσιμες προκλήσεις. Γιατί λοιπόν συνέβησαν τόσοι θάνατοι και τόσες ταλαιπωρίες; Λόγω των κακών πολιτικών αποφάσεων.
Σε προηγούμενες εποχές, όταν οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν μια μάστιγα, όπως ο Μαύρος Θάνατος, δεν είχαν ιδέα τι την είχε προκαλέσει ή πώς θα μπορούσαν να τη σταματήσουν. Όταν ξέσπασε η γρίπη του 1918, οι καλύτεροι επιστήμονες στον κόσμο δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα για τον εντοπισμό του θανατηφόρου ιού, πολλά από τα μέτρα που υιοθετήθηκαν ήταν άχρηστα και οι προσπάθειες για τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού εμβολίου αποδείχτηκαν άκαρπες.
Η κατάσταση ήταν πολύ διαφορετική με την πανδημία Covid-19. Τα πρώτα σήματα συναγερμού για μια πιθανή καινούργια επιδημία άρχισαν να ακούγονται στα τέλη Δεκεμβρίου 2019. Μέχρι τις 10 Ιανουαρίου 2020, οι επιστήμονες όχι μόνο είχαν απομονώσει τον υπεύθυνο ιό, αλλά επίσης «αλληλούχησαν» το γονιδίωμά του στο εργαστήριο και δημοσίευσαν τις πληροφορίες στο διαδίκτυο. Μέσα σε λίγους ακόμη μήνες κατέστη σαφές ποια μέτρα θα μπορούσαν να επιβραδύνουν και να διαρρήξουν τις αλυσίδες τις λοίμωξης. Μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο πολλά αποτελεσματικά εμβόλια άρχισαν να παρασκευάζονται μαζικά. Στον πόλεμο μεταξύ ανθρώπων και παθογόνων, οι άνθρωποι δεν ήταν ποτέ άλλοτε τόσο ισχυροί.
Παράλληλα με τα πρωτοφανή επιτεύγματα της βιοτεχνολογίας, η χρονιά Covid υπογράμμισε τη δύναμη της πληροφορικής. Σε προηγούμενες εποχές η ανθρωπότητα σπανίως μπορούσε να σταματήσει τις επιδημίες, μεταξύ άλλων επειδή οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να παρακολουθούν τις αλυσίδες της μόλυνσης σε πραγματικό χρόνο και επειδή το οικονομικό κόστος των εκτεταμένων λοκντάουν ήταν απαγορευτικό.
Το 1918 μπορούσαμε να θέσουμε σε καραντίνα άτομα που ασθένησαν από την τρομερή γρίπη, αλλά δεν μπορούσαμε να εντοπίσουμε τις κινήσεις των προ-συμπτωματικών ή ασυμπτωματικών φορέων. Κι αν ολόκληρος ο πληθυσμός μιας χώρας έμενε στο σπίτι για αρκετές εβδομάδες, το αποτέλεσμα θα ήταν οικονομική καταστροφή, κοινωνική καταστροφή και μαζική πείνα.
Αντιθέτως, το 2020 η ψηφιακή τεχνολογία διευκόλυνε πολύ την παρακολούθηση και τον εντοπισμό των φορέων της νόσου, πράγμα που σημαίνει ότι η καραντίνα μπορούσε να είναι επιλεκτική και αποδοτική. Το ακόμα σημαντικότερο είναι ότι το Διαδίκτυο έκανε βιώσιμα τα λοκντάουν, στις ανεπτυγμένες χώρες τουλάχιστον. Ενώ σε ορισμένα μέρη του αναπτυσσόμενου κόσμου η ανθρώπινη εμπειρία θυμίζει ακόμη παλιές μάστιγες, στο μεγαλύτερο κομμάτι του ανεπτυγμένου κόσμου η ψηφιακή επανάσταση άλλαξε τα πάντα.
Η επιδημία Covid-19 δεν είχε σημαντική επίδραση στην παγκόσμια παραγωγή βασικών καλλιεργειών
Σκεφτείτε τη γεωργία. Για χιλιάδες χρόνια η παραγωγή τροφίμων βασιζόταν στην ανθρώπινη εργασία και περίπου το 90% των ανθρώπων εργάζονταν στη γη. Σήμερα στις ανεπτυγμένες χώρες αυτό δεν συμβαίνει πλέον. Στις ΗΠΑ, μόνο περίπου το 1,5% των ανθρώπων εργάζονται σε αγροκτήματα: αυτό αρκεί όχι μόνο για να ταΐσει τους πάντες αλλά και για να καταστήσει τις ΗΠΑ κορυφαίο εξαγωγέα τροφίμων. Σχεδόν όλη την αγροτική εργασία πραγματοποιούν μηχανήματα τα οποία δεν αρρωσταίνουν ποτέ.
Συνεπώς, τα λοκντάουν έχουν μικρό αντίκτυπο στη γεωργία. Φανταστείτε ένα σιταροχώραφο στο αποκορύφωμα της επιδημίας της πανούκλας στον Μεσαίωνα: αν οι αγρότες έπρεπε να μείνουν στο σπίτι κατά τη συγκομιδή, θα πεινούσαν· αν οι αγρότες πήγαιναν για τον θερισμό, θα μόλυναν ο ένας τον άλλον. Τώρα φανταστείτε το ίδιο χωράφι το 2020. Ένας συνδυασμός καθοδηγούμενος από GPS μπορεί να μαζέψει τη σοδειά με πολύ μεγαλύτερη απόδοση ― και με μηδενική πιθανότητα μόλυνσης. Η επιδημία Covid-19 δεν είχε σημαντική επίδραση στην παγκόσμια παραγωγή βασικών καλλιεργειών όπως το σιτάρι, ο αραβόσιτος και το ρύζι.
Για να τραφούμε δεν αρκεί η συγκομιδή των σιτηρών: πρέπει επίσης να μεταφερθούν, μερικές φορές σε απόσταση χιλιάδων χιλιομέτρων. Κάποτε, το εμπόριο ήταν ένας από τους κύριους παράγοντες μόλυνσης και επέκτασης των επιδημιών: θανατηφόρα παθογόνα κυκλοφορούσαν σε όλο τον κόσμο με εμπορικά πλοία και καραβάνια μεγάλων αποστάσεων. Για παράδειγμα, η πανούκλα του 14ου αιώνα έφτασε από την ανατολική Ασία στη Μέση Ανατολή μέσω του Δρόμου του Μεταξιού, ενώ εμπορικά πλοία των Γενοβέζων τη μετέφεραν στην Ευρώπη. Το εμπόριο αποτελούσε μια τόσο θανατηφόρα απειλή, διότι ακόμη και μικρά πλοία χρειάζονταν πολλούς ανθρώπους για να λειτουργήσουν. Τα πλοία και τα πανδοχεία ήταν εστίες ασθένειας.
Ο τουρισμός και τα ταξίδια δεν είναι απαραίτητα για το εμπόριο
Στην εποχή μας το παγκόσμιο εμπόριο μπορεί να να λειτουργεί λίγο πολύ ομαλά, επειδή εμπλέκονται σ’ αυτό πολύ λιγότεροι άνθρωποι: τα σημερινά κοντέινερ είναι σε μεγάλο βαθμό αυτοματοποιημένα και μεταφέρουν τεράστιες ποσότητες εμπορευμάτων χωρίς ανθρώπινα χέρια. Τη δουλειά που κάποτε έκαναν 16.000 ναυτικοί, σήμερα την κάνουν μονάχα 22.
Πράγματι, τα κρουαζιερόπλοια και τα αεροπλάνα ευνόησαν την εξάπλωση του ιού. Αλλά ο τουρισμός και τα ταξίδια δεν είναι απαραίτητα για το εμπόριο. Οι τουρίστες μπορούν να μείνουν στο σπίτι και οι επιχειρηματίες μπορούν να κάνουν τηλεδιασκέψεις, ενώ τα αυτοματοποιημένα πλοία και τα εμπορικά τρένα διατηρούν την παγκόσμια οικονομία σε κίνηση.
Ενώ ο διεθνής τουρισμός έπεσε κατακόρυφα το 2020, ο όγκος του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου μειώθηκε μόνο κατά 4%.
Ο αυτοματισμός και η ψηφιοποίηση είχαν ακόμη μεγαλύτερη επίδραση στις υπηρεσίες. Το 1918, ήταν αδιανόητο ότι γραφεία, σχολεία, δικαστήρια ή εκκλησίες θα μπορούσαν να λειτουργούν επί καραντίνας. Σήμερα αν και το διαδίκτυο έχει πολλά μειονεκτήματα, πολλοί από εμάς κατοικούμε σε δύο κόσμους, τον φυσικό και τον εικονικό ― κι όταν ο κοροναϊός έπληξε τον φυσικό κόσμο, μετατοπίσαμε μεγάλο μέρος της ζωής μας στον εικονικό κόσμο.
Βεβαίως, οι άνθρωποι εξακολουθούν να είναι φυσικά όντα, και δεν μπορούν να ψηφιοποιηθούν όλα. Η χρονιά Covid υπογράμμισε τον κρίσιμο ρόλο που παίζουν στη διατήρηση του ανθρώπινου πολιτισμού πολλά χαμηλά αμειβόμενα επαγγέλματα: νοσοκόμες, εργαζόμενοι στην αποχέτευση, οδηγοί φορτηγών, ταμίες, κούριερ.
Το 2020, οι λεγόμενοι ντελιβεράδες ήταν το λεπτό κόκκινο νήμα γ που συγκρατούσε τον πολιτισμό μας. Αλλά το Διαδίκτυο έχει πολύ μεγάλη αντοχή: δεν είναι σαν μια φυσική γέφυρα που αν υπερφορτιστεί ίσως καταρρεύσει.
Κίνδυνοι υπάρχουν: η τεχνολογία της πληροφορίας μάς έκανε πιο ανθεκτικούς έναντι των οργανικών ιών, αλλά μας έκανε επίσης πολύ πιο ευάλωτους σε κακόβουλα προγράμματα και στον κυβερνοπόλεμο. Άρα, η ψηφιακή μας υποδομή μπορεί να καταρρεύσει σαν γέφυρα. Και τότε θα δυσκολευτούμε πολύ να περάσουμε από το email στο snail-mail.
Η χρονιά Covid αποκάλυψε έναν ακόμη περιορισμό της επιστημονικής και τεχνολογικής μας δύναμης. Η επιστήμη δεν μπορεί να αντικαταστήσει την πολιτική. Όταν αποφασίζουμε για την πολιτική, πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη πολλά συμφέροντα και αξίες, και επειδή δεν υπάρχει επιστημονικός τρόπος για να προσδιορίσουμε ποια ενδιαφέροντα και αξίες είναι πιο καίρια, δεν υπάρχει επιστημονικός τρόπος να αποφασίσουμε τι πρέπει να κάνουμε.
Για παράδειγμα, όταν αποφασίζουμε αν θα επιβληθεί λοκντάουν, δεν αρκεί να αναρωτηθούμε πόσοι άνθρωποι θα αρρωστήσουν αν δεν το κάνουμε· πρέπει επίσης να αναρωτηθούμε πόσα άτομα θα πάθουν κατάθλιψη, θα υποφέρουν από κακή διατροφή, θα χάσουν το σχολείο ή τη δουλειά τους· πόσοι θα υποστούν ενδοοικογενειακή βία και τα λοιπά. Ακόμα κι αν όλα τα δεδομένα μας είναι ακριβή και αξιόπιστα, πρέπει συνυπολογίζουμε μια σειρά από παραμέτρους. Πρόκειται για πολιτικό, όχι για επιστημονικό έργο.
Οι πολιτικοί καλούνται να εξισορροπούν τους ιατρικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς προβληματισμούς και να εφαρμόζουν ολοκληρωμένη πολιτική που να λαμβάνει υπόψη τις καινούργιες απειλές για τον πολιτισμό, την οικονομία και τον τρόπο ζωής.
Η καταπολέμηση της επιδημίας είναι ζήτημα ζωής και θανάτου, αλλά μήπως καταστρέψουμε την ελευθερία μας σ’ αυτή τη διαδικασία;
Η ψηφιοποίηση και η επιτήρηση θέτουν άραγε σε κίνδυνο την ιδιωτική μας ζωή; Μήπως ανοίγουν το δρόμο για την εμφάνιση πρωτοφανών ολοκληρωτικών καθεστώτων. Το 2020, η μαζική επιτήρηση έχει γίνει νόμιμη και κοινή. Η καταπολέμηση της επιδημίας είναι ζήτημα ζωής και θανάτου, αλλά μήπως καταστρέψουμε την ελευθερία μας σ’ αυτή τη διαδικασία; Είναι δουλειά των των πολιτικών και όχι των μηχανικών της πληροφορικής να βρουν τη σωστή ισορροπία μεταξύ της χρήσιμης παρακολούθησης και του δυστοπικού εφιάλτη. Να τρεις βασικοί κανόνες που μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην προστασία μας από τις ψηφιακές δικτατορίες: πρώτον, κάθε φορά που συλλέγουμε δεδομένα για άτομα ―ειδικά για ό,τι συμβαίνει στο σώμα τους― πρέπει να τα χρησιμοποιούμε για να τους βοηθήσουμε, όχι για έλεγχο ή για πρόκληση βλάβης εναντίον τους.
Ο προσωπικός μου γιατρός γνωρίζει πολλά ιδιωτικά πράγματα για μένα, αλλά τον εμπιστεύομαι διότι ξέρω ότι τα χρησιμοποιεί προς όφελός μου ― δεν τα πουλάει σε εταιρείες ή σε κάποιο πολιτικό κόμμα. Δεύτερον, η παρακολούθηση πρέπει να είναι αμφίδρομη: αν η κατευθύνεται μόνο από πάνω προς τα κάτω, οδεύουμε προς τη δικτατορία. Έτσι, κάθε φορά που εντατικοποιείται η παρακολούθηση των ατόμων, πρέπει να εντατικοποιείται η παρακολούθηση της κυβέρνησης και των μεγάλων εταιρειών εκ μέρους των πολιτών.
Για παράδειγμα, στην παρούσα κρίση οι κυβερνήσεις διανέμουν τεράστια χρηματικά ποσά. Η διαδικασία κατανομής κεφαλαίων πρέπει να γίνει πιο διαφανής. Ως πολίτης, θέλω να ξέρω ποιος παίρνει τι και ποιος αποφασίζει πού διοχετεύονται τα χρήματα, ότι τα παίρνουν επιχειρήσεις που τα χρειάζονται πραγματικά και όχι επιχειρήσεις οι ιδιοκτήτες των οποίων είναι φίλοι με έναν υπουργό. Τρίτον, δεν πρέπει να επιτρέπεται η συγκέντρωση πάρα πολλών δεδομένων στην αστυνομία ή σε οποιοδήποτε άλλο όργανο εξουσίας: τα δεδομένα πρέπει να διατηρούνται σε ανεξάρτητες υγειονομικές αρχές ―αυτό είναι το πολιτικό δίλημμα που πρόβαλε ο Covid.
Διαθέταμε όλα τα μέσα αλλά μας έλειπε η πολιτική σοφία
Όταν η βουβωνική πανώλη σκότωνε εκατομμύρια, ήταν ξεκάθαρα πέρα από τη δύναμη των κυβερνώντων να σταματήσουν την εξάπλωση της νόσου, οπότε κανείς δεν τους κατηγόρησε για αποτυχία. Σήμερα όμως η ανθρωπότητα έχει τα επιστημονικά εργαλεία για να σταματήσει την επιδημία ―αν και με μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό τίμημα το οποίο συνεπάγεται τεράστιο βάρος στους ώμους των πολιτικών.
Δυστυχώς, πάρα πολλοί πολιτικοί απέτυχαν να ανταποκριθούν: για παράδειγμα, οι πρόεδροι των ΗΠΑ και της Βραζιλίας υποτίμησαν τον κίνδυνο, αρνήθηκαν να λάβουν υπόψη τους εμπειρογνώμονες και τροφοδότησαν θεωρίες συνωμοσίας. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η κυβέρνηση φάνηκε ότι αρχικά ασχολούνταν περισσότερο με το Brexit και λιγότερο με το Covid-19 αποτυγχάνοντας να απομονώσει τη Βρετανία από το ένα και μοναδικό πράγμα που είχε σημασία: τον ιό. Ενώ ορισμένες χώρες είχαν πολύ καλύτερες επιδόσεις, η ανθρωπότητα στο σύνολό της δεν κατάφερε να συγκρατήσει την πανδημία ή να εφαρμόσει ένα παγκόσμιο σχέδιο για να νικήσει τον ιό. Με λίγα λόγια, διαθέταμε όλα τα μέσα αλλά μας έλειπε η πολιτική σοφία.
Για παράδειγμα, οι πολιτικοί απέτυχαν να συγκροτήσουν μια διεθνή συμμαχία: αντ’ αυτής, οι δύο υπερδυνάμεις, οι ΗΠΑ και η Κίνα, εκτόξευαν αλληλοκατηγορίες, παραπληροφόρηση και θεωρίες συνωμοσίας, ενώ άλλες χώρες παραποιούσαν ή απέκρυπταν δεδομένα σχετικά με την πρόοδο της πανδημίας. Η έλλειψη παγκόσμιας συνεργασίας έφτασε ακόμα και σε συγκρούσεις για τον ιατρικό εξοπλισμό, από τις μάσκες έως τα εμβόλια. Ενώ υπήρξαν περιπτώσεις συνεργασίας και γενναιοδωρίας, δεν έγινε καμιά σοβαρή προσπάθεια να συγκεντρωθούν όλοι οι διαθέσιμοι πόροι, να απλουστευτεί η παγκόσμια παραγωγή και να διασφαλιστεί η δίκαιη κατανομή των προμηθειών.
Ο «εθνικισμός των εμβολίων» δημιούργησε ένα νέο είδος ανισότητας μεταξύ χωρών: μερικές είναι σε θέση να εμβολιάσουν τον πληθυσμό τους και μερικές δεν είναι. Είναι λυπηρό το ότι πολλοί δεν καταλαβαίνουν πως όσο ο ιός εξαπλώνεται οπουδήποτε, καμιά χώρα δεν είναι ασφαλής. Η παγκόσμια συνεργασία που χρειαζόταν και χρειάζεται δεν τίθεται με όρους αλτρουισμού: είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση του εθνικού συμφέροντος.
Οι άνθρωποι στις πιο ανεπτυγμένες χώρες έχουν προσωπικό συμφέρον να προστατεύσουν τους φτωχότερους ανθρώπους στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες
Οι διαμάχες για το τι συνέβη το 2020 θα αντηχούν για πολλά χρόνια. Όμως οι άνθρωποι όλων των πολιτικών πεποιθήσεων πρέπει να συμφωνήσουν σε τουλάχιστον τρία βασικά σημεία: Πρώτον, πρέπει να προστατεύσουμε την ψηφιακή μας υποδομή. Ήταν η σωτηρία μας κατά τη διάρκεια αυτής της πανδημίας, αλλά σύντομα θα μπορούσε να γίνει πηγή χειρότερης καταστροφής. Δεύτερον, κάθε χώρα πρέπει να επενδύει περισσότερο στο σύστημα δημόσιας υγείας: ακούγεται αυτονόητο αλλά δεν είναι. Τρίτον, πρέπει να δημιουργήσουμε ένα ισχυρό παγκόσμιο σύστημα πρόληψης πανδημιών.
Οι άνθρωποι στις πιο ανεπτυγμένες χώρες έχουν προσωπικό συμφέρον να προστατεύσουν τους φτωχότερους ανθρώπους στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες: αν ένας νέος ιός πηδήξει από μια νυχτερίδα σε έναν κάτοικο φτωχού χωριού σε κάποια απομακρυσμένη ζούγκλα, μέσα σε λίγες μέρες ο ιός μπορεί να βολτάρει στη Wall Street. Το σχέδιο ενός τέτοιου παγκόσμιου συστήματος κατά των επιδημιών υπάρχει ήδη εφόσον υπάρχει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και άλλοι διεθνείς θεσμοί. Όμως, οι προϋπολογισμοί που στηρίζουν αυτά το συστήματα είναι λιγοστοί και οι πολιτικοί αδιαφορούν. Οι μη εκλεγμένοι εμπειρογνώμονες δεν πρέπει να λαμβάνουν κρίσιμες πολιτικές αποφάσεις: τις αποφάσεις πρέπει να τις παίρνουν οι ηγεσίες αφού συμβουλεύονται τους επιστήμονες.
Ωστόσο, κάποιο είδος ανεξάρτητης παγκόσμιας υγειονομικής αρχής θα ήταν η ιδανική πλατφόρμα για τη συλλογή ιατρικών δεδομένων, τον εντοπισμό πιθανών κινδύνων, την επαγρύπνηση, την έρευνα και τη βελτίωση του επιπέδου υγείας. Πολλοί άνθρωποι φοβούνται ότι η Covid-19 σηματοδοτεί την αρχή ενός κύματος νέων πανδημιών. Αλλά αν εφαρμοστούν τα παραπάνω μαθήματα, ίσως οδηγηθούμε σε λιγότερο συχνές πανδημίες, μολονότι η ανθρωπότητα δεν μπορεί να αποτρέψει την εμφάνιση νέων παθογόνων. Η σχέση των παθογόνων με τον άνθρωπο συνεχίζεται για δισεκατομμύρια χρόνια και θα συνεχιστεί στο μέλλον. Σήμερα όμως έχουμε τις απαραίτητες γνώσεις και τα εργαλεία για να αποτρέψουμε τη διάδοση ενός νέου παθογόνου. Αν το 2030 αφήσουμε ένα παθογόνο να εξελιχθεί σε θανατηφόρα πανδημία, δεν θα είναι ούτε μια ανεξέλεγκτη φυσική καταστροφή, ούτε μια θεϊκή τιμωρία. Θα είναι μια ανθρώπινη αποτυχία – μια πολιτική αποτυχία.
Πηγή: athensvoice.gr