Του Διονύση Γουσέτη
Η κατάληψη του κτιρίου που εκκενώθηκε πριν από 10 ημέρες έχει τα τυπικά γνωρίσματα του είδους. Κατ’ αρχάς δείχνει την αδιαφορία του Δημοσίου για την ιδιοκτησία του. Το δημόσιο Πολυτεχνείο Κρήτης άφησε το κτίριο να σαπίζει 20 χρόνια. Οι αντιεξουσιαστές της Rosa Nera το βρήκαν έρημο και το κατέλαβαν το 2004. Οι παράνομοι «ένοικοι» ηλεκτροδοτούνταν και υδροδοτούνταν συνεχώς, χωρίς αντίδραση.
Τον Ιούνιο του 2017 ο πρύτανης (σήμερα υφυπουργός Παιδείας) Βασ. Διγαλάκης νοίκιασε το κτίριο σε τουριστική επιχείρηση. Τότε το υπ. Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να εμποδίσει την ενοικίαση, ανακάλυψε ότι το κτίριο είναι… μνημείο!
Δείχνει το ποιόν των καταληψιών. Ησαν τόσο δημοκρατικοί, ώστε στις συζητήσεις που οργάνωναν δεν μετείχαν μη ταυτισμένοι με τις απόψεις τους. Οχι της Ν.Δ. ή του ΠΑΣΟΚ που είναι «αστικά κόμματα», αλλά ούτε καν του ΚΚΕ. Ενας από τους καταληψίες, που έμενε στο κτίριο από το 2018, «εγκατέλειψε τις σπουδές του στα οικονομικά για να σπουδάσει –μάταια– θέατρο. Εργάστηκε σχεδόν παντού, προσπαθώντας σκληρά να μην αποκτήσει καμιά καριέρα»! Δηλαδή απέκτησε καριέρα διαφωτίζοντας τον κόσμο για τα κακά της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και τα καλά της δημόσιας, την οποία λυμαινόταν.
Τέλος, δείχνει τη χαρακτηριστική αδιαφορία της μεγάλης πλειονότητας. Οι καταληψίες την ερμηνεύουν ως αποδοχή των θέσεών τους, ενώ μάλλον πρόκειται για το αντίθετο: απέχθεια και απαξίωση σε ό,τι δημόσιο. Αν επρόκειτο για ιδιωτική ιδιοκτησία, θα έφταναν μέχρι αλληλοσκοτωμούς αδελφών.
Συμπέρασμα. Σεβαστό κομμάτι της κοινωνίας, περιλαμβανομένων ακόμα και κυβερνήσεων και λειτουργών του Δημοσίου, δεν σέβεται ούτε το Σύνταγμα ούτε τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μόνο έτσι εξηγείται η άνθηση των δεκάδων καταλήψεων στη χώρα.