Του Δημήτρη Τζάνα*
Ο χρόνος που απαιτείται για να τελεσιδικήσει μια υπόθεση στα πολιτικά δικαστήρια σε πρώτο βαθμό στην Ελλάδα ήταν ο δεύτερος υψηλότερος στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2017, ενώ εξαιτίας των καθυστερήσεων στην απονομή δικαιοσύνης, η Ελλάδα κατατάσσεται μόλις στην 146η θέση παγκοσμίως, ως προς την εφαρμογή των συμβάσεων. Αυτά αναφέρει, μεταξύ άλλων, η έκθεση Πισσαρίδη στο κεφάλαιο περί δικαιοσύνης, του θεσμού που κατά γενική ομολογία βρίσκεται στις κορυφαίες θέσεις αναφορικά με το μέγεθος των σωρευμένων παθογενειών που κατά καιρούς έχουν επισημανθεί σε διάφορους θύλακες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης. Διατυπώνει δε συγκεκριμένες προτάσεις για τη βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης, μεταξύ άλλων την ψηφιοποίηση, αλλά και τον επανασχεδιασμό του δικαστικού χάρτη της χώρας. Ας δούμε, όμως, στη συνέχεια τις σκέψεις του κ. Χρήστου Γεωργακόπουλου, δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω, αποτέλεσμα των επαγγελματικών βιωμάτων του εν μέσω συνθηκών πανδημίας.
«Στην περίοδο της πανδημίας, κατά την οποία έχουν ανασταλεί όχι μόνο οι δραστηριότητες των πολιτών, αλλά και οι λειτουργίες του κράτους, είναι ευκαιρία να εκμεταλλευτούμε ως κοινωνία τις νέες τεχνολογίες και στον τομέα της δικαιοσύνης, ώστε να μεταβούμε στον ψηφιακό κόσμο για να εκλείψουν οι χρονοβόρες διαδικασίες που επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό και τον ρυθμό απόδοσης της δικαιοσύνης, το οποίο είναι καίριο ζήτημα εδώ και πολλά χρόνια. Έναν χρόνο τώρα τα δικαστήρια της χώρας υπολειτουργούν και για μεγάλα χρονικά διαστήματα παραμένουν κλειστά, ενώ σε άλλες χώρες της Ευρώπης τα δικαστήρια δεν έκλεισαν καθόλου, καθώς πολλές διαδικασίες γίνονται ηλεκτρονικά και τα δικαστήρια συνεδριάζουν κανονικά με τηλεδιασκέψεις. Για παράδειγμα, στη Μεγάλη Βρετανία πραγματοποιούνται δίκες με αυτό το καθεστώς και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία.
Εδώ και αρκετά χρόνια γίνονται επιτυχείς προσπάθειες σε πολλούς επιμέρους τομείς της δικαιοσύνης για την ψηφιοποίηση του συστήματος τόσο με προσπάθειες της πολιτείας όσο και του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, όπως για παράδειγμα ηλεκτρονικές καταθέσεις δικογράφων, ηλεκτρονική κατάθεση και λήψη διαφόρων πιστοποιητικών από το Ειρηνοδικείο και το Πρωτοδικείο Αθηνών, καθώς και η λήψη δικαστικών αποφάσεων. Ειδικότερα, έχουν εκδοθεί ψηφιακά μέχρι σήμερα 180.000 πιστοποιητικά από το Πρωτοδικείο Αθηνών και 123.000 πιστοποιητικά από το Ειρηνοδικείο Αθηνών. Επίσης, στο Πρωτοδικείο Αθηνών έχουν σκαναριστεί και διατέθηκαν στους πληρεξούσιους δικηγόρους 44.000 αποφάσεις πολιτικών δικαστηρίων και 37.000 αποφάσεις του Ειρηνοδικείου Αθηνών. Οι αριθμοί αυτοί αποδεικνύουν ότι οι δικαστικοί υπάλληλοι μπορούν να ανταποκριθούν στην πρόκληση της εισαγωγής των νέων τεχνολογιών στη λειτουργία της απονομής της δικαιοσύνης και να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην πλήρη εφαρμογή τους. Ο δρόμος, βέβαια, είναι μακρύς και δύσβατος, γιατί χρειάζεται η συνεργασία πολλών φορέων του κράτους για να συντελεστεί μια γενικότερη αλλαγή και να περάσουμε στη λεγόμενη ψηφιοποίηση της δικαιοσύνης. Τώρα πια με τις νέες συνθήκες επιβάλλεται να γίνει το συντομότερο δυνατόν αυτή η μετάβαση, η οποία αποτελεί μονόδρομο για την περαιτέρω εύρυθμη λειτουργία της δικαιοσύνης. Η κατάργηση του τηλεομοιότυπου (φαξ) από τις δημόσιες υπηρεσίες και η λειτουργία του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και της ηλεκτρονικής υπογραφής είναι ένα σημαντικό βήμα που θα επιταχύνει τις διαδικασίες, αλλά χρειάζεται να εφαρμοστεί άμεσα από όλους του φορείς του Δημοσίου για να μη μείνει μόνο ως εξαγγελία.
Στο πλαίσιο αυτό, για παράδειγμα, εντάσσεται η επιμόρφωση των παραγόντων μιας δίκης μαζί με την εφαρμογή κατάλληλων λειτουργικών συστημάτων, ώστε να λειτουργήσει ένα σύστημα τηλεδιάσκεψης. Το Κοινοβούλιο χρησιμοποιεί ήδη την τεχνολογία σε ευρεία κλίμακα για τη συζήτηση των νομοσχεδίων. Επομένως, κάλλιστα μπορεί να λειτουργήσει κάτι ανάλογο και στον τομέα της δικαιοσύνης. Αναμένεται από την πολιτεία να δράσει άμεσα, ώστε να μεταβούμε γρήγορα και με σταθερά βήματα στην ψηφιακή αυτή εποχή, που δεν θα λειτουργήσει μόνο σε καιρούς πανδημίας, αλλά θα βοηθήσει και στην πολυπόθητη επιτάχυνση της δικαιοσύνης. Για παράδειγμα, η παρουσία ενός σημαντικού μάρτυρα στο δικαστήριο, που όμως ζει μακριά από την έδρα του δικαστηρίου που εκδικάζεται η υπόθεση, μπορεί να αποτελέσει σημαντικό λόγο αναβολής μιας δίκης. Μέσω, όμως, της νέας τεχνολογίας θα μπορούσε ο μάρτυρας να μη λείπει από την εργασία του και να είναι παράλληλα διαθέσιμος να παραστεί κατά τη διαδικασία του ακροατηρίου όποτε χρειαστεί. Επομένως, η πανδημία θα πρέπει να αποτελέσει αφορμή μιας γενικότερης αλλαγής στην αντίληψη των πραγμάτων σχετικά με τις λειτουργίες της δικαιοσύνης. Ώστε τα εργαλεία που μας δίνονται από την τεχνολογία να χρησιμοποιηθούν ως μέσο για να υπερκεραστούν οι μακροχρόνιες παθογένειες στον χώρο της δικαιοσύνης και να βρεθούν λύσεις που κάποτε φαίνονταν αδύνατες.
Στους τωρινούς δύσκολους καιρούς, που η ανθρωπότητα οδεύει σε αχαρτογράφητα μονοπάτια, σε μια μακρά υγειονομική κρίση η ψηφιακή τεχνολογία αποτελεί το αναγκαίο μέσο ώστε τα δικαστήρια να λειτουργούν πλήρως και με ασφάλεια, να αποφευχθεί η επιβάρυνση του ήδη βεβαρημένου δικαστικού συστήματος και με άλλες εκκρεμείς δίκες. Επίσης, είναι σημαντικό να μην εμποδιστεί η προσφυγή των πολιτών στο φυσικό τους δικαστή, που αποτελεί ύψιστο αγαθό και επιβάλλεται να προστατεύεται σε μια δημοκρατική χώρα».
Ας ξεπεραστεί, λοιπόν, η φοβική στάση απέναντι στην τεχνολογία για να δρομολογηθεί η ουσιαστική επαναλειτουργία των δικαστηρίων και να ανατραπεί η πεποίθηση πολλών για έμμεση σύμπραξη των δικαστικών λειτουργών στο lockdown διάρκειας που έχει διαμορφωθεί.
*Οικονομολόγος
Πηγή: naftemporiki.gr