Τα αδρανή υλικά στην Ε.Ε. και την Ελλάδα: Η ενεργειακή κρίση στα λατομεία

315

Μετά τον αέρα και το νερό, τα Αδρανή Υλικά είναι η πιο συχνά χρησιμοποιουμένη πρώτη ύλη στον κόσμο. Στην Ευρώπη, η μέση ετήσια κατανάλωση Αδρανών Υλικών  είναι 6 τόνοι ανά κάτοικο, ενώ στην χώρα μας ο δείκτης αυτός περιορίζεται στο 3,8 συμπεριλαμβανομένου και του ασβεστόλιθου, ο οποίος χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη για τη βιομηχανία τσιμέντου, με αποτέλεσμα ο πραγματικός δείκτης της μέσης ετήσιας κατανάλωσης Αδρανών Υλικών  να ανέρχεται σε περίπου 3,5 τόνους ανά κάτοικο.

Από τα παραπάνω συμπεραίνει κανείς ότι η εγχώρια βιομηχανία Αδρανών Υλικών  υπολείπεται πάρα πολύ σε σχέση με το μέσο ευρωπαϊκό όρο. Ο κλάδος  των Αδρανών Υλικών  από το 2009 που υπέστη το πρώτο σοκ της μείωσης πωλήσεων, λόγω της ελληνικής ύφεσης, δεν έχει ανακάμψει ποτέ !! Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι  η παραγωγή Αδρανών Υλικών   για το έτος 2010 ήταν 77,90 εκ. τόνοι, ενώ σήμερα ο μέσος όρος της παραγωγής για τα έτη 2011-2019 είναι 36,28 εκ. τόνοι (στοιχεία ΥΠ.ΕΝ.). Είναι, λοιπόν, σαφές ότι κατά τη διάρκεια της οικονομικής  κρίσης, της απουσίας μεγάλων έργων υποδομής, της πολιτικής αστάθειας και πολλών άλλων παραγόντων, ο κλάδος των Αδρανών Υλικών  βρίσκεται στο 50% των πωλήσεων της προ-κρίσης εποχής και είναι, τελικά, αυτός που έχει πληγεί περισσότερο  από κάθε άλλον στον εξορυκτικό κλάδο.

Παρά τα αναμφισβήτητα άριστα χαρακτηριστικά των ελληνικών Αδρανών Υλικών ,  οι εξαγωγικές δυνατότητες του κλάδου είναι περιορισμένες έως μηδαμινές, ενώ η γεωγραφική θέση της χώρας μας σε σχέση με την γειτονική Τουρκία του πολύ μικρότερου κόστους παραγωγής, δεν της προσδίδει κανένα απολύτως πλεονέκτημα για σημαντικές εξαγωγές Αδρανών Υλικών  σε άλλες χώρες. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι το να βυθίζεται ο κλάδος ακόμη περισσότερο στην ύφεση. Σε αυτό, βέβαια, μεγάλο μερίδιο ευθύνης φέρει  διαχρονικά και η ελληνική Πολιτεία με την καθιέρωση τόσο  του θεσμού των δανειοθαλάμων στα μεγάλα έργα, μία αποκλειστική ελληνική πατέντα που δεν εφαρμόζεται πουθενά αλλού είτε στην Ευρώπη είτε στον υπόλοιπο προηγμένο κόσμο, όσο και της ανοχής λειτουργίας λατομείων Αδρανών Υλικών   εκτός λατομικών περιοχών, πλέον των πλημμελών ελέγχων της παράνομης λατόμευσης σε μη αδειοδοτημένους χώρους. Εν τέλει, παρ’ όλο  που ο κλάδος υπολείπεται σε  αξίες άλλων αντίστοιχων κλάδων, όπως αυτών των μαρμάρων και των βιομηχανικών ορυκτών, συνεισφέρει σε μισθώματα και τέλη υπέρ Ο.Τ.Α. πολύ περισσότερο σε σχέση με τον κύκλο εργασιών του, ενώ προσφέρει ποιοτικές θέσεις εργασίας σε όλη την ελληνική επικράτεια, οι οποίες αποτελούν τα τελευταία έτη σταθερά το 15% των άμεσων θέσεων εργασίας  όλου του εξορυκτικού κλάδου (στοιχεία ΥΠ.ΕΝ.).

Η ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΚΡΙΣΗ ΣΤΑ ΛΑΤΟΜΕΙΑ ΑΔΡΑΝΩΝ ΥΛΙΚΩΝ

Το πετρέλαιο κίνησης χρησιμοποιείται κατά 95 έως 100 % ως καύσιμο στους κινητήρες των απασχολουμένων μηχανημάτων έργου στα λατομεία Aδρανών Υλικών. Κατά μέσο όρο για την παραγωγή ενός τόνου αδρανούς υλικού απαιτούνται 0,8 έως 1,15 λίτρα πετρελαίου, με άμεσο αποτέλεσμα το πετρέλαιο κίνησης να αποτελεί τουλάχιστον το 20 % του κόστους παραγωγής ενός λατομείου του κλάδου μας. Επιπλέον, η χαμηλή τιμή πώλησης των Αδρανών Υλικών , αναπόφευκτα, επιβάλλει άτυπα την εγγύτητα μεταξύ των λατομικών χώρων με τα κέντρα κατανάλωσης, όπου μεταξύ τους παρεμβάλλεται ένας ακόμη παράγοντας οικονομικής επιβάρυνσης, η οδική μεταφορά. Σύμφωνα με στοιχεία των συνδέσμων μεταφορέων, το κόστος του πετρελαίου κίνησης αποτελεί περίπου το 40% του λειτουργικού κόστους μίας μεταφοράς και σαφώς του μεταφορικού κόστους  των Αδρανών Υλικών   από τα Λατομεία στα κέντρα κατανάλωσης .

Η τιμή του πετρελαίου κίνησης τον Μάρτιο του 2022, τη στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο, είναι στα επίπεδα του 1,45 € / ltr  + Φ.Π.Α., ενώ άγγιξε και τις τιμές του 1,60 € πλεον Φ.Π.Α. (10-03-2022 – πηγη http://oil.gge.gov.gr/ ). Eδώ πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι κατά το έτος 2020 η μέση τιμή του πετρελαίου κίνησης ήταν 0,77 €/ltr και κατά το έτος 2021 1,00 €/ltr. Σήμερα, όπως αναφέρθηκε, η τιμή του πετρελαίου κίνησης κινείται στο επίπεδο του 1,45 €/ltr, δηλαδή 45% και 80 % ακριβότερα σε σχέση με τα επίπεδα του 2021 και του 2020 αντίστοιχα.

Συν τοις άλλοις, η μέση κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία επιβαρύνει σημαντικά το λειτουργικό  κόστος ενός Λατομείου Αδρανών Υλικών ,  εκτιμάται σήμερα στα 2 Kwh ανά τόνο. Οπωσδήποτε ο συγκεκριμένος δείκτης επηρεάζεται από την παραγωγικότητα και την γκάμα των πωλήσεων του κάθε λατομείου, από την ποιότητα του πετρώματος, από την ανάπτυξη του Λατομικού χώρου, από το εάν τα παραγόμενα υλικά είναι πλυμένα ή όχι κ.ο.κ. και δύναται να διαφοροποιηθεί. Τα προηγούμενα έτη και σίγουρα μέχρι το 2020 και το μέσον περίπου του 2021  η μέση τιμή προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας στην χώρα μας  ήταν 65 €/MWh, ενώ κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2021 έφτασε στα επίπεδα των 250 €/MWh !! Μετά την επιδότηση που δόθηκε από την κυβέρνηση για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2022 (επιδότηση της τάξεως των 65 €/MWh),  η μέση τιμή προμήθειας για αυτό το χρονικό διάστημα διαμορφώθηκε περίπου στο επίπεδο των 180 έως 185 €/MWh. Το δε μήνα Μάρτιο του 2022 η μέση τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται να ξεπεράσει τα 280 €/MWh, ενώ μετά την αναμενόμενη μεγαλύτερη (εκτιμάται στα των 130 €/MWh ) θα ανέλθει σε  επίπεδα του λίγο κάτω από το προηγούμενο δίμηνο του 2022. Παρότι, λοιπόν, η Πολιτεία επιδοτεί τους λογαριασμούς μέσης τάσης, η πραγματικότητα δείχνει ότι ένα μέσο λατομείο Αδρανών Υλικών   καταβάλει σήμερα, σε μηνιαία βάση,  για το ηλεκτρικό του ρεύμα ποσό 15.000,00 € αντί 5.000,00 € που πλήρωνε πριν την ενεργειακή κρίση των τελευταίων μηνών. Παράλληλα, η ελληνική πολιτεία με το δόγμα ότι ο ειδικός φόρος κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και ο Φ.Π.Α. στα καύσιμα εξασφαλίζουν κάθε χρόνο φορολογικά έσοδα άνω των έξι δις ευρώ στον κρατικό προϋπολογισμό  δεν φαίνεται διατεθειμένη να μειώσει ούτε τον Ε.Φ.Κ. ούτε τον Φ.Π.Α. στα καύσιμα. Αντιθέτως, ήδη οκτώ (8) χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης μείωσαν σημαντικά τον Ε.Φ.Κ. στα καύσιμα, μέτρο από το οποίο θα ωφεληθούν όλοι ανεξαιρέτως οι χρήστες απευθείας κατά την αγορά του καυσίμου.

 

Μείωση Ε.Φ.Κ. σε € ανά χιλιόλιτρο
Ιταλία 120,00 €
Γαλλία 150,00 €
Ολλανδία 110,00 €
Βέλγιο 175,00 €
Ιρλανδία 150,00 €
Κύπρος 80,00 €

Πίνακας 1. Μειώσεις Ε.Φ.Κ. σε χώρες της Ε.Ε.

Σήμερα, το ελληνικό κράτος φορολογεί το πετρέλαιο κίνησης με 412,00€ ανά χιλιόλιτρο, ποσό που μας κατατάσσει στις χώρες με τους υψηλότερούς  φόρους κατανάλωσης στο πετρέλαιο κίνησης στην Ευρώπη. Πολλώ δε μάλλον,  όταν το πραγματικό εισόδημα των πολιτών και τα κέρδη των Ελληνικών επιχειρήσεων Αδρανών Υλικών  είναι πλέον πολύ μικρότερα σε σχέση με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο.

Πίνακας 2. Ε.Φ.Κ. σε κράτη της Ευρώπης Πηγή : ΙΟΒΕ , Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Excise Duty Tables, Energy Products and Electricity, Ιούλιος 2011.

Ο Ε.Φ.Κ. στο πετρέλαιο κίνησης το 2001 ήταν 245,00€ ανά χιλιόμετρο και σήμερα, όπως αναφέρθηκε, ανέρχεται στα 412,00€ ανά χιλιόλιτρο. Το 2001, όταν η τιμή του πετρελαίου κίνησης ήταν 0,60€ ανά λίτρο (ενώ σήμερα είναι αυξημένη κατά 240%), το κράτος εισήγαγε  ένα Νόμο (Ν. 2960/01), με τον οποίο επέστρεφε 125,00€ ανά χιλιόλιτρο σε παραγωγικές επιχειρήσεις, όπως είναι και αυτές των λατομείων Αδρανών Υλικών . Επέστρεφε, δηλαδή, το 55% του τότε ισχύοντα Ε.Φ.Κ. ή άλλως το 21% του κόστους που πλήρωνε τότε ο  εκμεταλλευτής  για  το πετρέλαιο κίνησης. Σήμερα, κατά την γνώμη μου,  η συγκεκριμένη επιστροφή του Ε.Φ.Κ. επιβάλλεται να επικαιροποιηθεί και να ανέρχεται τουλάχιστον στα 300,00€ ανά χιλιόλιτρο.

Ήδη στην χώρα μας ισχύει, σωστά κατά την άποψή μου, ότι οι εξαγωγικές επιχειρήσεις  δικαιούνται την πλήρη επιστροφή του Ε.Φ.Κ., δικαιούνται δηλαδή επιστροφή 412,00€ ανά χιλιόλιτρο του πετρελαίου κίνησης που κατανάλωσαν κατά την παραγωγική διαδικασία. Προτείνεται, λοιπόν, να τροποποιηθεί το άρθρο 78 του Νόμου 2960/01 και να δοθεί μία επιστροφή φόρου του Ε.Φ.Κ. στις παραγωγικές επιχειρήσεις  ανάλογη με την σημερινή φορολογία του πετρελαίου κίνησης, κατ’ αντιστοιχία όπως αυτή ισχύει και για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις. Ενδεικτικό είναι ότι στην Τουρκία ο Ε.Φ.Κ. στα καύσιμα για τις λατομικές επιχειρήσεις είναι μηδενικός και η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος ως προμήθεια ανέρχεται στα 90,00€/MWh. Είναι προφανές ότι τα έσοδα του Δημοσίου από την μείωση του Ε.Φ.Κ. στις εξορυκτικές  επιχειρήσεις  δεν θα επηρεαστούν σημαντικά, διότι  τα έμμεσα έσοδά του από τον Κλάδο είναι πολλαπλάσια. Λαμβάνοντας υπόψη μόνο τη δαπάνη μισθοδοσίας των λατομικών και μεταλλευτικών επιχειρήσεων, η οποία ανέρχεται σε ποσό μεγαλύτερο  των 220 εκατ. ευρώ αλλά και τη μέση φορολογική επιβάρυνση 40,9%, όπως σημειώνεται στη σχετική μελέτη του Ο.Ο.Σ.Α., τα έμμεσα έσοδα του Ελληνικού Δημοσίου (ασφαλιστικές εισφορές, φόροι κλπ.) ανέρχονται σε  90 εκατ. € μόνο από την άμεση μισθοδοσία. Σε αυτά θα πρέπει να προσθέσουμε τα μισθώματα που εισπράττει το δημόσιο, τους φόρους από τις Λατομικές επιχειρήσεις, τα διάφορα τέλη κ.ο.κ., καθώς και τα πολλαπλά έσοδα από τις επιχειρήσεις που σχετίζονται γύρω από τον κλάδο.

Προκειμένου, λοιπόν, να μετριαστεί ή και να μηδενιστεί ο αντίκτυπος αυτού του μέτρου θα μπορούσε να θεσπιστεί το καθεστώς της Βινιέτας (Vignette) για επιβατικά και φορτηγά αυτοκίνητα ξένων χωρών, κάτι που ισχύει σε πολλές χώρες της Ευρώπης, όπως στην Αυστρία, την Ελβετία, τη Βουλγαρία, την Τσεχία κ.α., ώστε  τα χαμένα έσοδα από  την μείωση ή την επιστροφή Ε.Φ.Κ. να αντισταθμιστούν με αυτόν τον τρόπο. Νομίζω ότι το κράτος μας μπορεί να βρει έξυπνους τρόπους για να καλύψει όλα αυτά τα μικρά κενά, αλλά και ταυτόχρονα να επιφυλάξει μία ίση αντιμετώπιση απέναντι σε όλους τους πολίτες. Μάλιστα, μόλις πρόσφατα το Ελληνικό Δημόσιο αύξησε αναιτιολόγητα τη μέγιστη ποσότητα για την οποία παρέχεται απαλλαγή από τον Ε.Φ.Κ. και τον Φ.Π.Α. στα καύσιμα για τα φορτηγά που εισέρχονται από τρίτες χώρες σε 350 λίτρα από 200 που ήταν μέχρι σήμερα. Παρατηρείται, δηλαδή, το φαινόμενο να εισέρχονται στον ελλαδικό χώρο φορτηγά αυτοκίνητα τα οποία έχουν αγοράσει φθηνότερα καύσιμα σε τρίτες χώρες και να μην προμηθεύονται με  καύσιμα στην χώρα μας, διότι εμείς τους δίνουμε το σχετικό δικαίωμα.

Εν κατακλείδι, το σημερινό μεταβλητό κόστος παραγωγής των λατομείων Αδρανών Υλικών  έχει αυξηθεί σε ποσοστό τουλάχιστον 60%. Προφανώς, η αύξηση αυτή δεν οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην αύξηση της τιμής του πετρελαίου κίνησης και της ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που επιδεινώνουν την κατάσταση, όπως τα ορυκτέλαια, τα ανταλλακτικά, οι εκρηκτικές ύλες,  ο σίδηρος και πολλά άλλα υλικά, των οποίων η τιμή αγοράς έχει επίσης αυξηθεί υπέρμετρα.

Προκύπτει, λοιπόν, αβίαστα το ερώτημα εάν  κάποιος μπορεί να βεβαιώσει ότι οι αυξήσεις αυτές δεν θα συνεχιστούν. Κατά την γνώμη μου, ακόμα και αν εκτονωθεί ο πληθωρισμός σε ένα χρόνο, οι τιμές σε πολλά αγαθά  δεν πρόκειται να υποχωρήσουν. Σας θυμίζω ότι η τιμή του πετρελαίου κατά την δεκαετία του 1970, ακόμα και όταν ο πληθωρισμός εν τέλει υποχώρησε, παρέμεινε στα ψηλά επίπεδα των τιμών όπου οδηγήθηκε. Το ίδιο πιθανόν να  συμβεί και τώρα.

Κατόπιν όλων αυτών, θεωρώ ότι η πολιτεία πρέπει να εξετάσει τα παρακάτω προτεινόμενα μέτρα:

  1. Την αύξηση του ποσού επιστροφής του Ε.Φ.Κ. τουλάχιστον στα επίπεδα των 300,00€ ανά χιλιόλιτρο στις παραγωγικές επιχειρήσεις με ταυτόχρονη εφαρμογή βινιέτας στα επιβατικά και φορτηγά αυτοκίνητα ξένων χωρών.
  2. Τη διατήρηση της επιδότησης στο ηλεκτρικό ρεύμα με απώτερο στόχο οι παραγωγικές επιχειρήσεις να πληρώνουν τελικά για την ηλεκτρική ενέργεια 65,00€/MWh, τιμή που ίσχυε πριν την πρόσφατη ενεργειακή κρίση που ξεκίνησε το 2021 και δε φαίνεται να τελειώνει σύντομα.
  3. Τη δυνατότητα εγκατάστασης φωτοβολταϊκών σταθμών για εφαρμογή συστημάτων Net Metering σε δασικές εκτάσεις όμορες ή κοντινές σε λατομεία Αδρανών Υλικών με τροποποίηση (ειδική και όχι γενική) του άρθρου 53 του Δασικού νόμου 998/79, ο οποίος σήμερα απαγορεύει την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών σε δάση και δασικές εκτάσεις.
  4. Την οριζόντια μείωση στο μισό των αναλογικών μισθωμάτων και των άλλων φόρων που προβλέπονται στο Νόμο 4512/18.
  5. Την επιδότηση του Ε.Φ.Κ. του πετρελαίου κίνησης στις μεταφορικές επιχειρήσεις με τρόπο ανάλογο με αυτόν που έχει γίνει σε Βέλγιο, Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία και Ουγγαρία, με απώτερο σκοπό τη μείωση του μεταφορικού κόστους των Αδρανών Υλικών.

Του Φώτη Στεφανή Α Αντιπροέδρου του ΣΜΕ, Διευθύνοντος Συμβούλου στα Βιομηχανικά Ορυκτά

Πηγή: www.sme.gr