Πόσο σπίτι μας είναι η Ευρώπη;… Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

566

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Το τέλος της διεθνούς φιλελεύθερης τάξης, δεν θα επέλθει ούτε δια των όπλων ούτε από την αποκαλούμενή κλιματική αλλαγή, ούτε από την ανερχόμενη Ασία. Ο πολιτισμός του κράτους δικαίου θα μπορούσε να καταρρεύσει γιατί χάνεται αργά αλλά σταθερά, η Ιδέα της Ευρώπης. Και μαζί με αυτήν σείονται και τα θεμέλια του Ελληνο-ρωμαϊκού πολιτισμού, μήτρα του Ορθού Λόγου και του Διαφωτισμού.Δύο στοιχείων που οριοθέτησαν για μια μακρά περίοδο την οικουμενικότητα της Ευρώπης.

Δεν μ’ αρέσει καθόλου να ομιλώ σε πρώτο πρόσωπο. Αυτή τη φορά όμως θα το κάνω, γιατί ατελείωτες προσωπικές εμπειρίες, αποτελούν αποδεικτικό υλικό, για το πως η Ιδέα της Ευρώπης αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις.

Έφυγα για πρώτη φορά από την Ελλάδα το 1958, πριν 65 χρόνια, για σπουδές στο Βέλγιο. Μια χώρα που εκείνη τη χρονιά διοργάνωσε την Παγκόσμια Έκθεση, με σύμβολο της το Atomium των Βρυξελλών. Από τότε έως και το ξέσπασμα της πανδημίας Covid-19, είχα την ευκαιρία, ως φοιτητής αρχικά και ως δημοσιογράφος στη συνέχεια, να γυρίσω και να γνωρίσω σε κάποιο βαθμό όλη την Ευρώπη. Από την Αθήνα στη Ρώμη, τη Βενετία, το Παρίσι, το Ρέικιαβικ το Γκντανσκ, το Βερολίνο, τη Μόσχα, το Ερεβάν, τη Στοκχόλμη, το Ελσίνκι,τη Βαρσοβία, τη Βουδαπέστη,το Λονδίνο τη Βιέννη και το Τάλιν, γνώρισα αμέτρητους επώνυμους και ανώνυμους Ευρωπαίους. Φιλόσοφους, Δημοσιογράφους, Πρωθυπουργούς, Συνδικαλιστές, Αθλητές, Ηθοποιούς, Τραγουδιστές, Εργάτες, Στελέχη Επιχειρήσεων, Επιχειρηματίες, Καθηγητές και πολιτικούς. Έχω πάρει πάνω από 1.600 συνεντεύξεις, έχω γνωρίσει απίθανα μέρη και κάποια γεγονότα είναι βαθειά χαραγμένα στη μνήμη μου.

Με εξαίρεση τη Μόσχα, τη Λειψία και την Πράγα του 1968, οφείλω να πω ότι πουθενά στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν ένοιωσα άβολα.

Παντού αισθανόμουν ότι είμαι στο σπίτι μου, αλλά κάθε φορά έπρεπε να κάνω κάποια προσπάθεια για να καταλάβω τους συγγενείς μου. Στο σπίτι μου η Ευρώπη αισθανόμουν ότι υπάρχει μια ενότητα πολιτισμού, που ανεχόταν την ποικιλία των πεποιθήσεων, τη συζήτηση και την ελευθερία της έκφρασης.

Οφείλω να ομολογήσω ότι όχι λίγες φορές, είτε στο Ελσίνκι, είτε στις Βρυξέλλες, είτε στο Παρίσι και το Λονδίνο, είτε βέβαια στη Ρώμη, τη Βενετία και το Βουκουρέστι, πάντα αισθανόμουνα την παρουσία της Ελλάδας. Τακτικά δε έρχονταν στη μνήμη μου τα λόγια του πρύτανη του πανεπιστημίου όπου σπούδασα στη Μόνς του Βελγίου, κορυφαίου Βέλγου οικονομολόγου, που μου έλεγε ότι «ολόκληρη η δυτική φιλοσοφία είναι μια υποσημείωση στον Πλάτωνα. Και θα μπορούσε ασφαλώς κανείς να προσθέσει τον Αριστοτέλη, τον Πλωτίνο,τον Σπινόζα και τον Καρτέσιο

Σύμφωνα με την περίφημη διατύπωση του Άλφρεντ Νορθ Ουατχεντ, η δυτική φιλοσοφία οφείλει πολλά στο σωκρατικό ιδανικό του εξετασμένου βίου, στην πλατωνική αναζήτηση υπερβατικών βεβαιοτήτων, στις αριστοτελικές έρευνες πάνω στις προβληματικές σχέσεις μεταξύ λόγου και κόσμου, οι οποίες

καθόρισαν το δρόμο που αργότερα ακολούθησαν ο Ακινάτης και ο Καρτέσιος, ο Καντ , ο Χάιντεγκερ (και γιατί όχι οισύγχρονοι δικοί μας Καστοριάδης και Κ.Παπαϊωάννου).. Έτσι, τρεις κορυφαίες δραστηριότητές του ανθρώπινου νου – η μουσική, τα μαθηματικά, η μεταφυσική-, οι οποίες συγχρόνως καθορίζουν μια ορισμένη ευαισθησία, επιβεβαιώνουν τη δήλωση του Σέλλεϋ πως «είμαστε όλοι Έλληνες».

Από την πλευρά του, ο Τζωρτζ Στάϊνερ, στις ομιλίες του για την Ιδέα της Ευρώπης, υποστηρίζει ότι η κληρονομιά της Αθήνας εκτείνεται πολύ πιο πέρα. Το λεξιλόγιο των πολιτικών και κοινωνικών μας θεωριών και συγκρούσεων, του αθλητισμού και της αρχιτεκτονικής μας, των αισθητικών μας προτύπων και των φυσικών επιστημών μας παραμένει γεμάτο από ελληνικές ρίζες, με όλες τις σημασίες του όρου. Η «φυσική», η «γενετική», η «βιολογία», η «αστρονομία», η «γεωλογία», η «ζωολογία», η «ανθρωπολογία» είναι όροι άμεσα καταγόμενοι από τα ελληνικά της κλασικής εποχής. Και με τη σειρά τους τα ονόματα κουβαλούν, όπως κάνει άλλωστε και η ίδια η «λογική», ένα συγκεκριμένο όραμα, μια συγκεκριμένη αποτύπωση της πραγματικότητας και των ανοιχτών της οριζόντων.

Προσθέτει όμως και κάτι άλλο, ιδιαίτερα σημαντικό στις μέρες μας. «Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή, γράφει ο Τζωρτζ Στάϊνερ, να προσθέσουμε ότι το πεπρωμένο της Ευρώπης πηγάζει εξίσου από την κληρονομιά της Ιερουσαλήμ. Δεν υπάρχει σχεδόν κανένας ζωτικός κόμβος στο υφάδι της δυτικής ύπαρξης, της συνείδησης και της αυτοσυνείδησης των Δυτικών (και επομένως, των Αμερικανών) ανδρών και γυναικών που να μην έχει επηρεαστεί από την εβραϊκή κληρονομιά. Αυτό ισχύει εξίσου για τον θετικιστική και για τον θεϊστή, για τον αγνωστικιστή και για τον πιστό. Η μονοθεϊστική πρόκληση, ο ορισμός

της ανθρωπιάς μας ως ενός διαλόγου με το υπερβατικό στοιχείο, η έννοια ενός υπέρτατου Βιβλίου, η ιδέα ενός νόμου αξεδιάλυτα συνυφασμένου με ηθικές επιταγές, η ίδια αντίληψή μας για την ιστορία ως τελεολογικό χρόνο, έχουν την καταγωγή τους στην αινιγματική μοναδικότητα και διασπορά του Ισραήλ.

Το τελευταίο, παρά τη γεωγραφική του θέση, είναι μέρος της Ιδέας της Ευρώπης. Μια Ευρώπη που ορίζεται από πέντε αξιώματα: το καφενείο, το τοπίο σε προσπελάσιμη, ανθρώπινη κλίμακα, οι δρόμοι και οι πλατείες που φέρουν ονόματα πολιτικών, επιστημόνων, καλλιτεχνών, συγγραφέων του παρελθόντος (στο Δουβλίνο ακόμα και οι στάσεις των λεωφορείων σου δίνουν οδηγίες για τα σπίτια των ποιητών), η διττή μας καταγωγή από την Αθήνα και την Ιερουσαλήμ και, τέλος, εκείνη η αγωνία μας για ένα τελικό κεφάλαιο, για το περίφημο δειλινό του Χέγκλερ, που έριχνε τη σκιά του στην ιδέα και στην ουσία της Ευρώπης ακόμα και τις ώρες του μεσημεριού.

Τί έπεται όμως σε μια Ευρώπη, η οποία σταδιακά υποχωρεί δημογραφικά, υποκύπτει στα ενοχικά σύνδρομα της πολιτικής ορθότητας και εντελώς ανεύθυνα αποδέχεται την αμνησία και την κατάργηση της Ιστορίας της?

Ένα τεράστιο ερώτημα: είμαστε ακόμα στο σπίτι μας;

Πηγή: ot.gr