Του Κώστα Χριστίδη*
Ένας τρελός κρατά στα χέρια του ένα μπουκάλι και ρίχνει ένα υγρό από το περιεχόμενό του πάνω στην άσφαλτο ενός δρόμου. Ένας περαστικός τον ρωτά : – Τί κάνεις εδώ ; Ακολουθεί ο εξής διάλογος : – Ρίχνω ένα φάρμακο για να φύγουν οι ελέφαντες ! – Μα είδες κανέναν ελέφαντα εδώ γύρω ; – Είδες πόσο αποτελεσματικό είναι το φάρμακο ; (!)
Έτσι, για να καταπολεμηθεί η “ακρίβεια” (ακριβέστερα, ο πληθωρισμός, δηλ. η παρατεταμένη και σημαντική αύξηση του γενικού επιπέδου των τιμών ) πραγματοποιούνται έλεγχοι, αυξάνονται οι κατώτατοι μισθοί, θεσπίζονται διάφορα “καλάθια”, ορίζονται “πλαφόν” (“οροφές”, για τους ελληνομαθείς) τιμών και κερδών, επιβάλλονται πρόστιμα κατά των κερδοσκόπων και εξορκίζεται η απληστία εγχώριων επαγγελματιών και ξένων πολυεθνικών. Λησμονείται όμως ότι η τιμή ενός αγαθού ή μιας υπηρεσίας είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης του νόμου προσφοράς και ζήτησης, και αν θέλουμε να μειωθεί η τιμή ενός ή του συνόλου των αγαθών/υπηρεσιών, πρέπει να μειωθεί η συνολική ζήτηση ή να αυξηθεί η συνολική προσφορά (ή και τα δύο) σε σταθερή βάση. Η άσκηση ελέγχων και η επιβολή διατιμήσεων, που θεωρούνται από πολλούς πρόσφορα μέτρα για την πάταξη της “κερδοσκοπίας” και την αντιμετώπιση της “απληστίας”, οδηγούν, σε πρώτη φάση, σε πτώση της ποιότητας των προσφερόμενων αγαθών και υπηρεσιών ενώ σε δεύτερη φάση προκαλούν αποκρύψεις και αποθεματοποιήσεις. Παράλληλα, δημιουργούνται σοβαρές επιδράσεις στη λειτουργία της οικονομίας : ενισχύεται η ζήτηση, αποθαρρύνεται η προσφορά, αυξάνουν δηλ. οι πιέσεις για περαιτέρω άνοδο των τιμών. Όταν οι πιέσεις αυτές φθάσουν σε σημείο “βρασμού”, σε κάποια χρονική στιγμή γίνεται έκρηξη, οι έλεγχοι καταρρέουν και οι τιμές εκτινάσσονται σε πολύ μεγαλύτερα ύψη. Οι εξελίξεις αυτές έχουν επιβεβαιωθεί από την ιστορική παρατήρηση 40 αιώνων : από την εποχή του Χαμουραμπί, αργότερα του Διοκλητιανού και άλλων μιμητών τους. Στην Ελλάδα, οι παλαιότεροι θυμούνται το πρώιμο ΠΑΣΟΚ να δίνει τη “μάχη της φραντζόλας” και τη “μάχη του τελάρου” με τα γνωστά (εκ των προτέρων) οικτρά αποτελέσματα.
Σήμερα πάλι, τα κόμματα της αντιπολίτευσης ζητούν περισσότερη δοσολογία από το φάρμακο που διώχνει τους ελέφαντες (συγγνώμη, την ακρίβεια) : περισσότερους ελέγχους, μεγαλύτερα πρόστιμα. Προτείνουν, επιπροσθέτως, μείωση του ΦΠΑ σε επιλεγμένα είδη, όπως σε τρόφιμα, καύσιμα κ.α. Στο σημείο αυτό είναι λεκτέα τα εξής : η μείωση των φόρων είναι κατ’ αρχήν επιθυμητή, γιατί συνεπάγεται μικρότερη μεταφορά πόρων προς τον τομέα που λειτουργεί λιγότερο παραγωγικά (για λόγους μόνιμους και παγκόσμιας εφαρμογής), δηλ. το δημόσιο. Πρέπει, βέβαια, το κράτος να μπορεί να χρηματοδοτεί τις θεμιτές δραστηριότητές του, μεταξύ των οποίων και η στήριξη των άτυχων και ευάλωτων μελών της κοινωνίας. Αυτό το τελευταίο μπορεί να γίνει καλύτερα όχι με πανσπερμία επιδομάτων και μέτρων που διαστρεβλώνουν τον μηχανισμό των τιμών και τη λειτουργία της αγοράς αλλά με τη γενίκευση ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, το οποίο σταδιακά θα αυξάνεται, ενσωματώνοντας και καλύπτοντας όλες τις βασικές ανάγκες κάθε μέλους της κοινωνίας.
Μία άλλη οικονομική αλήθεια που το σύνολο των πολιτικών φαίνεται να αγνοεί είναι το ότι η επιβάρυνση των πολιτών προκύπτει όχι από το σύνολο των φόρων αλλά από το ύψος των δημοσίων δαπανών. Οι δαπάνες αυτές χρηματοδοτούνται διά των φόρων (πάσης φύσεως και ονόματος, όπως : άμεσοι και έμμεσοι φόροι, ασφαλιστικές εισφορές, ειδικά τέλη, “έκτακτες” πλην ουδέποτε καταργούμενες εισφορές κ.ο.κ.) και διά δανεισμού, που βαρύνει κατ’ εξοχήν τους νεότερους και, βεβαίως, τους μελλοντικούς πολίτες της χώρας. Η προσπάθεια μείωσης των δημοσίων δαπανών θα έπρεπε να είναι ακριβώς το αντικείμενο μίας μεγάλης αλλά, ατυχώς, ελλείπουσας συζήτησης. Ως ένα παράδειγμα μείωσης δαπανών θα αναφέρω ότι βάσει μίας παλαιότερης (προ δέκα ετών περίπου) μελέτης, το κόστος της γραφειοκρατίας στη χώρα μας υπολογιζόταν στο 6,8% επί του ΑΕΠ, δηλ. διπλάσιο περίπου του αντίστοιχου μέσου όρου των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και μόνον η μείωση του κόστους της γραφειοκρατίας στο μέσο επίπεδο της (επίσης υπέρμετρα γραφειοκρατικής) ΕΕ θα απέφερε εξοικονόμηση της τάξεως 7,5 δις ευρώ ετησίως … Και κάτι για τους οικονομικούς φωστήρες που έχουν υψώσει ως σημαία τη μείωση του ΦΠΑ : ας αναλογισθούν ποια δημοσιονομική επίπτωση θα είχε αυτό σε μία χώρα με πληθυσμό 10 εκ. άτομα, η οποία, όμως, υποδέχεται 30 εκ. τουρίστες ετησίως.
Απλό και σταθερό φορολογικό σύστημα, πολιτική και δημοσιονομική σταθερότητα, μικρότερο και πιο αποτελεσματικό κράτος, μείωση της γραφειοκρατίας, κλίμα φιλικό προς την επιχειρηματικότητα, αύξηση παραγωγικών επενδύσεων είναι οι αναγκαίες προϋποθέσεις για τη δημιουργία διατηρήσιμου πλούτου, ο οποίος μόνον αφού υπάρξει, μπορεί να κατανεμηθεί δικαιότερα (ό,τι και αν σημαίνει ο όρος αυτός). Απλές οικονομικές αλήθειες που συχνά λησμονούνται …
*Ο Κώστας Χριστίδης είναι νομικός – οικονομολόγος