ΑΟΡΑΤΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΚΑΚΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ: Οι επιπτώσεις τους στη διαμόρφωση του επιχειρηματικού κλίματος… Του Κώστα Χριστίδη

261

Του Κώστα Χριστίδη*

Στην οικονομική σφαίρα μία πράξη, ένας θεσμός, ένας νόμος, παράγουν όχι μόνον ένα αποτέλεσμα αλλά μία σειρά αποτελεσμάτων. Από αυτά τα αποτελέσματα – όπως ανέπτυξε με μεγάλη διαύγεια, ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα, ο Γάλλος οικονομολόγος Frederic Bastiat – μόνο το πρώτο είναι άμεσο. Εμφανίζεται σχεδόν ταυτόχρονα με την αιτία που το προκάλεσε, είναι ορατό. Τα υπόλοιπα αποτελέσματα εμφανίζονται μόνον μεταγενέστερα. Είμαστε ευτυχείς αν κατορθώσουμε να τα προβλέψουμε εγκαίρως.

Υπάρχει μία μόνο διαφορά μεταξύ ενός κακού και ενός καλού οικονομολόγου : ο πρώτος περιορίζεται στο ορατό αποτέλεσμα. Ο δεύτερος λαμβάνει υπόψη του τόσο το αποτέλεσμα που φαίνεται όσο και τα αποτελέσματα που πρέπει να προβλεφθούν. Η διαφορά είναι τεράστιας σημασίας. Γιατί πολύ συχνά συμβαίνει, όταν η άμεση συνέπεια είναι ευνοϊκή, οι επόμενες να είναι καταστρεπτικές και αντιστρόφως. Ο κακός οικονομολόγος επιδιώκει ένα μικρό, άμεσο όφελος που ακολουθείται, όμως, από ένα μεγάλο δεινό, ενώ ο καλός οικονομολόγος επιδιώκει ένα μεγάλο, μελλοντικό όφελος διακινδυνεύοντας, έστω, ένα μικρό, άμεσο, δυσάρεστο αποτέλεσμα.

Το ίδιο ισχύει και σε θέματα υγείας ή ηθικής. Συχνά, όσο γλυκύτεροι είναι οι πρώτοι καρποί μίας πράξης ή συνήθειας, τόσο πικρότερες είναι οι μελλοντικές συνέπειες. Το γεγονός αυτό εξηγεί την αναγκαίως επώδυνη εξέλιξη του ανθρώπου. Η άγνοια τον περιβάλλει κατά τη γέννησή του, γι’ αυτό ρυθμίζει τις πράξεις του αναλόγως με τις άμεσες συνέπειές του, αυτές που μπορεί να διακρίνει στη νηπιακή ή παιδική ηλικία. Μόνο πολύ αργότερα αρχίζει να λαμβάνει υπόψη τις έμμεσες, δυσδιάκριτες συνέπειες. Αυτό το μάθημα το διδάσκεται από δύο δασκάλους : την πείρα και τη δυνατότητα πρόβλεψης. Η πείρα διδάσκει αποτελεσματικά αλλά σκληρά. Έχοντας κάψει το χέρι μας, μαθαίνουμε ότι η φωτιά καίει. Είναι ευκταίο να αντικαταστήσουμε αυτό το δάσκαλο με έναν άλλο, πιο ευγενικό, την προβλεπτικότητα.

Το χαρακτηριστικό παράδειγμα που ανέπτυξε προ 170 ετών ο Bastiat είναι το “σπασμένο τζάμι”. Ας υποθέσουμε ότι το άτακτο παιδί μίας μητέρας έσπασε το τζάμι ενός παραθύρου και ότι η επισκευή του στοιχίζει (σε σημερινές τιμές) 50 ευρώ. “Ουδέν κακόν αμιγές καλού”, σκέπτονται μερικοί, “τέτοια συμβάντα συντηρούν μίαν ολόκληρη επαγγελματική τάξη. Τί θα γινόντουσαν οι τζαμάδες αν κανείς δεν έσπαγε ποτέ ένα τζάμι ;”.

Αυτή η εσφαλμένη αντίληψη στηρίζει, ατυχώς, πολλές επιβλαβείς κρατικές δραστηριότητες. Βεβαίως ο τζαμάς θα επισκευάσει το τζάμι, θα πάρει τα 50 ευρώ και θα ευχαριστήσει νοερά το απρόσεκτο παιδί. Αυτό είναι το ορατό μέρος της υπόθεσης. Το ενδεχόμενο συμπέρασμα ότι τέτοια συμβάντα βοηθούν τη μεταφορά εισοδήματος σε πτωχούς επαγγελματίες και συντηρούν κάποια τέχνη ή βιομηχανία αγνοεί το αόρατο μέρος. Πράγματι, δεν φαίνεται ότι, εάν η μητέρα αυτή δεν είχε ξοδέψει 50 ευρώ για την επισκευή του τζαμιού, θα είχε πιθανώς αγοράσει μία κολόνια ή τρεις σοκολάτες για το παιδί της.

Εάν εξετάσουμε το σύνολο της οικονομίας της χώρας, χάρη στο σπάσιμο του τζαμιού η υαλουργία έλαβε πρόσθετη εργασία αξίας 50 ευρώ (το ορατό μέρος). Εάν το τζάμι δεν είχε σπάσει, η βιομηχανία καλλυντικών ή σοκολάτας θα είχε λάβει ενίσχυση 50 ευρώ (το αόρατο μέρος). Στη βιομηχανία συνολικά δεν υπάρχει όφελος ή ζημία. Η μητέρα, όμως, βρίσκεται στην κατάσταση που ήταν πριν το ατύχημα, ενώ αν είχε ξοδέψει το ίδιο ποσόν για την αγορά κολόνιας ή σοκολάτας, θα είχε, αυτή ή το παιδί της, μία πρόσθετη ικανοποίηση.

Η ίδια συλλογιστική μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι είναι εξίσου παράλογο να βλέπεις όφελος στον προστατευτισμό, στη διατήρηση κλειστών επαγγελμάτων, στη διατήρηση εν ζωή προβληματικών επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή στη μισθοδοσία υπεράριθμων δημοσίων υπαλλήλων. Όλες αυτές οι πρακτικές γίνονται στο όνομα διατήρησης της απασχόλησης (το ορατό μέρος), παραβλέπουν όμως το γεγονός ότι θίγουν καίρια την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και, επομένως, οδηγούν όχι σε αύξηση αλλά σε μείωση της απασχόλησης σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα (το αόρατο μέρος). Ένας τομέας όπου οι πολιτικοί πολύ συχνά ακολουθούν μυωπική πολιτική είναι αυτός της φορολογίας. Οι υπολογισμοί ότι π.χ. αυξάνοντας “προοδευτικά” διάφορους φορολογικούς συντελεστές ή επιβάλλοντας “έκτακτες” (ουσιαστικά, τακτικές φορολογίες) επί “υπερκερδών” θα έχουμε αντίστοιχη αύξηση εσόδων και θα μπορέσουμε να ενισχύσουμε κατηγορίες ευάλωτων οικονομικά ατόμων (με συναφή πολιτικά οφέλη) είναι το “ορατό” – στα χαρτιά – μέρος. Το γεγονός ότι μία τέτοια αύξηση φορολογικών εσόδων θα σημαίνει ματαίωση μελλοντικών επενδύσεων με απώλεια, ίση ή, κατά πάσα πιθανότητα, μεγαλύτερη φορολογικών εσόδων όπως και θέσεων εργασίας είναι, για τους κρατικούς γραφειοκράτες και τους πολιτικούς προϊσταμένους τους, “αόρατο” (ce qu’on voit et ce qu’ on ne voit pas, θα έλεγε ο Bastiat).

Το επενδυτικό κλίμα είναι από τη φύση του πολύ ευμετάβολο. Οι επενδυτές συμπεριφέρονται μερικές φορές σαν τα πουλιά : η ηρεμία και λίγα “ψίχουλα” μπορεί να τους προσελκύσουν, συχνά, όμως, αρκεί μία απότομη κίνηση για να φύγουν μακριά …

Τίποτα δεν είναι δεδομένο από τη μοίρα. Τα πράγματα στο επιχειρηματικό κλίμα μπορεί γρήγορα να αλλάξουν, προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο. Διδακτική είναι, εν προκειμένω, η εξής ιστορία : Ένας άνδρας άρχισε να παρασκευάζει, με τη βοήθεια της συζύγου του, νοστιμότατα κουλούρια που τα πωλούσε σε ένα κεντρικό δρόμο της πόλης του. Ο ίδιος δεν διάβαζε εφημερίδες, δεν έβλεπε τηλεόραση, δεν μετείχε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η δουλειά του πήγαινε πολύ καλά και άρχισε να κάνει διαφήμιση με αφίσες και αγγελίες σε κοντινά περίπτερα. Ο κόσμος αγόραζε τα κουλούρια του, οι πωλήσεις αυξάνονταν και ο ίδιος δημιούργησε δύο νέα σημεία πωλήσεων, προσλαμβάνοντας δύο πακιστανούς.

Το επόμενο καλοκαίρι τον επισκέφθηκε ο γιος του, που έκανε μεταπτυχιακό στα οικονομικά σε πανεπιστήμιο του εξωτερικού. “Πατέρα, του είπε, δεν μαθαίνεις για την κρίση ; Τί κάνεις εδώ με τα κουλούρια ; Πόλεμοι γίνονται γύρω μας. Βρισκόμαστε σε τεράστια κρίση. Όλα βουλιάζουν”. Ο πατέρας σκέφθηκε : “Ο γιος μου έχει κάνει σπουδές. Είναι πληροφορημένος. Ξέρει τι λέει”. Έτσι, αγόρασε λιγότερα υλικά για να μειώσει την παραγωγή κουλουριών. Μείωσε πολλά έξοδα, φρέναρε και τη διαφήμιση. Οι πωλήσεις λιγόστευαν και η επιχείρηση έγινε ελλειμματική. Λίγο πριν σταματήσει τελείως τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, ο φίλος μας τηλεφώνησε στο γιο του, στο πανεπιστήμιο, και του είπε : “Είχες δίκιο, γιε μου. Είμαστε βυθισμένοι σε πολύ μεγάλη κρίση”!

Η ευθυγράμμιση όλων των προσπαθειών για τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος πρέπει να αποτελεί πρωταρχική φροντίδα κάθε κυβέρνησης που ενδιαφέρεται για βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη.

*Νομικού – Οικονομολόγου