Του Ηλία Καραβόλια
Κάποιοι πολιτικοί διεκδικούν ρόλους και ηγετικά πόστα έχοντας ακόμη κατά νου την παρωχημένη συνθηματολογία, σε μια συνθήκη παλαιοκομματικής λογικής : αυτής των άπειρων εγκάρδιων επαφών με άγνωστο κόσμο, σε μια εικονική συνθήκη οικειότητας στις περιοδείες του ανα την Ελλάδα.
Το ζητούμενο όμως είναι τι ακριβώς θα εντυπωθεί στο μυαλό των απλών ανθρώπων που θα σφίξει ο πολιτικός το χέρι, τι θα κατανοήσει εύκολα από αυτά που λέει ο υποψήφιος.
Και τι τελικά θα πιστέψει αυτός που συμπαθεί τον επίδοξο ηγέτη καθώς τον ακούει στο καφενείο και στην πλατεία ή ακόμη και στην σύντομη τηλεοπτική και ιντερνετική του παρουσία.
Η προσπάθεια λοιπών στην παρούσα συγκυρία των υποψηφίων κατα την προεκλογική εκστρατεία ανάδειξης αρχηγού στο ΠΑΣΟΚ- αφορά κυρίως ένα κοινό του ίδιου του κόμματος.
Ένα σώμα δηλαδή ψηφοφόρων που είναι έμφορτο ιδεολογικού και συναισθηματικού «μαρτυρίου» για την άνοδο των ποσοστών στις εκλογές.
Τα σημερινά όμως δυο κόμματα της αντιπολίτευσης και οι υποψήφιοι τους – κυρίως στο ΠΑΣΟΚ – ξέρουν ότι εαν δεν ανοιχτούν σε ευρύτερα ακροατήρια ( ηλικιακά, μορφωτικά, επαγγελματικά, ταξικά, ιδεολογικά) τότε ελάχιστα έχουν να περιμένουν από την πολυπόθητη «ανοδική πτήση» προς την εξουσία.
Οι προσπάθειες ανάδειξης προγραμματικού λόγου είναι αλήθεια ότι έχουν περιορισμούς, περιθώρια και κάπως στενά όρια επιρροής στα κοινά.
Στο ΠΑΣΟΚ πχ είναι εμφανές ότι δομείται από όλους ένας λόγος πολιτικός : δηλαδή ανταγωνίζονται μεταξύ τους παραδοσιακά σημαίνοντα και έννοιες.
Στο τέλος φυσικά κυριαρχεί το κομματικό “συνθηματικό” μήνυμα της συσπείρωσης, το συναισθηματικό πρόταγμα επαφής με εκείνη την νοσταλγική διάθεση των ψηφοφόρων να επανέλθει το κόμμα στην πρωτοκαθεδρία της πολιτικής ζωής.
Μελετώντας το πλαίσιο καθενός και καθεμιάς από τους υποψήφιους η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για αξιόλογες θεματικές επικοινωνίας με τον κόσμο που περιμένει την πρόταση, την διέξοδο, την απομάκρυνση από το συστημικό σκηνικό διαχείρισης από την υφιστάμενη εξουσία ( που παράγει σε τελική ανάλυση ένα περίβλημα σταθερότητας αλλά αυτό καταλήγει σε ταξική πολιτική ανισοτήτων και μακροπρόθεσμης ανισορροπίας για την κοινωνική και οικονομική συνοχή).
Μια αρκετά συγκροτημένη, επεξεργασμένη και συνεκτική πρόταση διακυβέρνησης της χώρας – και όχι απλά επανασυσπείρωσης του ΠΑΣΟΚ και του κεντροαριστερού χώρου – φρονώ ταπεινά ( με την οπτική του οικονομολόγου που οφείλει να παρατηρεί στοιχεία ρεαλιστικών θέσεων στρατηγικής οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής) ότι αποτελεί το δομημένο πρόγραμμα με το όνομα “Αναγέννηση” που παρουσιάζει ανα την επικράτεια ο Παύλος Γερουλάνος( χωρίς επαναλαμβάνω να απομειώνω επ ουδενί την αξία των προγραμματικών προτάσεων που μελέτησα από τους υπόλοιπους υποψήφιους)
Η ” Αναγέννηση” δομεί ένα πλαίσιο, έναν στρατηγικό οδοδείκτη, (ουσιαστικά ένα public roadmap σε πρότυπα προοδευτικού και σοσιαλφιλελεύθερου σχεδιασμού), ένα σταδιακό πλάνο ρεαλιστικής σχετικά μετάβασης σε ένα περισσότερο “δίκαιο” παραγωγικό μοντέλο.
Δηλαδή ένα μοντέλο που φιλοδοξεί να εντάξει μεσοπρόθεσμα στο οικονομικό κύκλωμα τους χρόνιους outsiders της νεοελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.
Δεν χωράει σε λίγες γραμμές να αναλυθεί το εύρος των προτάσεων ( πχ πολυκλαδική και πολυεπίπεδη αναπτυξιακή πολιτική, εναλλακτικοί πόροι χρηματοδότησης με ριζική κρατική παρέμβαση στις χρηματοπιστωτικές ροές του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, κ.α)
Η ” Αναγέννηση” στοιχειοθετεί έναν οδικό χάρτη που – εξαιρώντας την συνθηματική του πλευρά – δρομολογεί κάποιες σταθερές ως προς την προτεραιοποίηση της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής στην ελληνική πραγματικότητα ( πχ της μονοκαλλιέργειας του τουρισμού και της παντελούς απούσας πολιτισμικής διάστασης στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας και αναδιανεμητικής υπεραξίας για τους πολλούς).
Το πρόγραμμα χρήζει προσοχής και φυσικά επέκτασης πρόσθετων στοιχείων ( σημ : θα μπορούσε να συνοδεύεται από περιγραφή των θεσμικών και δημοσίων φορέων ανάληψης της πολιτικής δράσης, δηλαδή όχι μόνο υπουργεία ή κρατικοί οργανισμοί αλλά πχ ανασύσταση βιομηχανικών και αγροτικών πυλώνων τραπεζικής χρηματοδότησης με αιτήματα σε εναλλακτικές πηγές ευρωπαϊκών πόρων – πέραν του Ταμείου Ανάκαμψης).
Η χώρα έχει ανάγκη μετά την δημοσιονομική της περιπέτεια μια αναπτυξιακή διάσταση με κοινωνικό πρόσημο. Αλλά αυτό συνεπάγεται διαρκή κοστολογημένη εκδοχή διακυβέρνησης.
Το οραματικό και μεταρρυθμιστικό στοιχείο στο πρόγραμμα του Παύλου Γερουλάνου συντίθεται είναι η αλήθεια από προτάσεις “τεχνοηθικής” πολιτικής ( αξιών και ιδεών) και υπερβαίνει κάπως τον παραδοσιακό μεταπολιτευτικό κομματικό λόγο και τα τετριμμένα περί ανάπτυξης και προόδου τα οποία μάλλον κούρασαν κυρίως τις νέες γενιές.
Αυτές που ζουν εξ ολοκλήρου – επαγγελματικά και κοινωνικά – στην σφαίρα της εκστατικής ιντερνετικής επικοινωνίας, δηλαδή σε ένα σύμπαν σχεδόν “χαμένου” προγραμματικού λόγου….