Τεκτονικές αλλαγές στις επιχειρήσεις λόγω ESG… Του Στέφανου Κοτζαμάνη

296

Του Στέφανου Κοτζαμάνη

Σε αγώνα δρόμου θα πρέπει να επιδοθούν όσες ελληνικές εταιρείες -μικρές και μεγάλες- θέλουν να αναπτυχθούν, προκειμένου να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα που δημιουργεί η καθιέρωση των προτύπων ESG και εν γένει της βιώσιμης ανάπτυξης, υποστηρίζει η Μαρία Αλεξίου πρόεδρος του CSR Hellas, συμπληρώνοντας πως οι επιχειρήσεις θα πρέπει να εκλάβουν τις αλλαγές αυτές ως ευκαιρία και όχι ως απειλή.

Ειδικότερα, οι επιχειρήσεις πέρα από τα λογιστικά τους στοιχεία, θα υποχρεωθούν να δημοσιεύουν με μετρήσιμο τρόπο και την επίδραση της λειτουργίας τους στην κοινωνία και στο περιβάλλον και από τις σχετικές τους μετρήσιμες επιδόσεις θα αξιολογούνται από τους επενδυτές, από τις τράπεζες (προκειμένου να χρηματοδοτηθούν), από τους πελάτες τους, αλλά και από τις τοπικές κοινωνίες.

Η μέτρηση των επιδράσεων σε κοινωνία και περιβάλλον θα γίνεται με βάση κοινά πρότυπα και θα ελέγχεται τόσο από εξειδικευμένους ορκωτούς ελεγκτές (σήμερα δεν υπάρχουν) όσο και από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

Χρονοδιάγραμμα

Πότε όμως θα γίνουν όλα αυτά; Με βάση τον σχεδιασμό το 2024. Ήδη μέχρι τώρα έχουν οριστεί τα βασικά κριτήρια που αφορούν το σύνολο των μεγάλων επιχειρήσεων. Μέσα στο 2023 αναμένεται να προστεθούν τα ειδικά κριτήρια των μεγάλων εταιρειών ανάλογα με τον κλάδο δραστηριοποίησής τους, ενώ προς το τέλος του ίδιου έτους περιμένουμε τα ελάχιστα κριτήρια για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Εμπλέκονται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις; Θεωρητικά, τα ESG πρότυπα είναι υποχρεωτικά για όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις και για όσες μικρομεσαίες είναι εισηγμένες σε κάποιο χρηματιστήριο. Για τις υπόλοιπες είναι προαιρετικά και γενικότερα τα κριτήρια εκτιμάται ότι θα είναι χαλαρότερα, με βάση την αρχή της αναλογικότητας.

Ωστόσο, η υιοθέτηση των κριτηρίων ESG καθίσταται ουσιαστικά υποχρεωτική για την πλειονότητα (και) των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τη στιγμή αυτές είναι προμηθευτές των μεγάλων εταιρειών! «Καυτοί» κλάδοι θα πρέπει να θεωρούνται μεταξύ άλλων ο τουριστικός, ο κατασκευαστικός, η μεταποίηση και ο αγροτικός-κτηνοτροφικός.

Ειδικότερα, οι μεγάλες εταιρείες θα πρέπει να δείχνουν τη «δέουσα επιμέλεια στην εφοδιαστική αλυσίδα», δηλαδή να διασφαλίζουν ότι τηρούνται οι συνθήκες βιώσιμης ανάπτυξης και στις εταιρείες (οποιουδήποτε μεγέθους, κλάδου και χώρα προέλευσης) από τις οποίες προμηθεύονται πρώτες ύλες και εμπορεύματα.

Άρα, οι μικρομεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις θα πρέπει να υιοθετήσουν και αυτές τις αρχές βιώσιμης ανάπτυξης προκειμένου να μπορούν να συνεχίσουν να πωλούν προϊόντα και υπηρεσίες σε μεγαλύτερες εταιρείες (είτε της Ελλάδας, είτε της Ευρωπαϊκής Ένωσης), αλλά και για να μπορούν να λαμβάνουν δάνεια, καθώς οι τράπεζες θα λειτουργούν με τους κανόνες της «βιώσιμης χρηματοδότησης» (sustainable finance).

Προκλήσεις και ευκαιρίες

Σύμφωνα με την κα Αλεξίου, το κόστος προσαρμογής μιας μικρομεσαίας επιχειρήσεις είναι αναλογικά πολύ μεγαλύτερο από αυτό μιας μεγάλης. Έτσι, προκειμένου η μετάβαση να γίνει ευκολότερη, η CSR Hellas προχώρησε στην πρωτοβουλία του «Ελληνικού Συμφώνου Βιώσιμης Ανάπτυξης», με βάση την οποίο θα υπάρχει σύνδεση μεταξύ μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων, με τη λογική της συλλογικής δράσης και τη μεταφορά γνώσεων και καλών πρακτικών από τις μεγάλες προς τις μικρότερες, προκειμένου η μετάβαση να γίνει όσο το δυνατόν γρηγορότερα, ομαλότερα και με χαμηλότερο κόστος.

Για παράδειγμα, οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν συμφέρον να συμβάλουν από τώρα στην προετοιμασία των μικρομεσαίων προμηθευτών τους, προκειμένου να μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικότερα στο μέλλον.

Με δεδομένο ότι η ελληνική οικονομία απαρτίζεται κυρίως από μικρομεσαίες επιχειρήσεις, το μεγάλο στοίχημα είναι η ύπαρξη συνθηκών δίκαιης μετάβασης, υποστηρίζει η κα Αλεξίου, σημειώνοντας ωστόσο ότι θα πρέπει να θεωρήσουμε το νέο περιβάλλον ως ευκαιρία και όχι ως κίνδυνο.

Με βάση τη βιώσιμη ανάπτυξη, αλλάζει το μοντέλο λειτουργίας μιας εταιρείας, αλλά και ο ορισμός της απόδοσής της. Οι επιχειρήσεις πέρα από τις βραχυπρόθεσμες οικονομικές τους επιδόσεις θα πρέπει να αναλύουν και να εξετάζουν τις μακροπρόθεσμες ευκαιρίες τους, τους κινδύνους που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν από μια σειρά παραγόντων, (π.χ. κλιματική αλλαγή, ψηφιοποίηση της οικονομίας) αλλά και την επίδρασή τους στο φυσικό και στο κοινωνικό τους περιβάλλον.

Μιλάμε για μια μετάβαση από την απόδοση των μετόχων στην απόδοση των συμμετεχόντων, στους οποίους περιλαμβάνονται οι εργαζόμενοι, οι προμηθευτές, οι πελάτες, το περιβάλλον και οι τοπικές κοινωνίες.

Πηγή: euro2day.gr