Του Γ.Κ. Στεφανάκη (*)
Ιστορικά, ενάρετη δεκαετία είναι εκείνη των ετών 1953-1963. Οι προϋπολογισμοί τηρούνται. Οι χρήσεις είναι πλεονασματικές. Το νόμισμα, αντιστοίχως, είναι ισχυρό. Η Ελλάς καλείται μετά τους έξι ιδρυτές να μετάσχει στην τότε ΕΟΚ (Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα).
Από το 1963, εισάγονται κρατικό παρεμβατικά μέτρα. Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό. Ανάλογα μέτρα λαμβάνονται σε όλον τον τότε λεγόμενο ελεύθερο κόσμο. Πλησιάζουμε την εικοσαετία από του τέλους του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι ανάγκες παρουσιάζουν σημεία κορεσμού. Συντρέχει περίπτωση, όπως τονωθεί η ζήτηση.
Η Ελλάδα αποτελούσε τότε κλειστή εθνική οικονομία. Επομένως, η κεϊνσιανά προκαταβαλλόμενη αύξηση των αμοιβών των εργαζομένων μεγιστοποιούσε την εσωτερική ζήτηση.
Τα αποτελέσματα του 1966 είναι τα καλύτερα μεταπολεμικά, παρά την πολιτική οξύτητα της εποχής.
Το βαρύ, δομικό και ανεπούλωτο τραύμα η ελληνική οικονομία το υπέστη μετά τις εκλογές του 1981. Όχι κυρίως διότι ο Παπανδρέου έδωσε ιδιαιτέρως μεγάλες αυξήσεις. Αυτό είναι το λιγότερο. Το μέγα ζήτημα έγκειται στο ότι δεν έγινε αντιληπτό πως η ελληνική οικονομία από εθνική, είχε μετασχηματισθεί σε ευρωπαϊκή, άρα, περίπου παγκόσμια. Οι αυξήσεις που δόθηκαν δεν κινητοποίησαν την εσωτερική παραγωγή. Έφυγαν για την εισαγωγή αγαθών, κυρίως, μάλιστα, καταναλωτικών. Κάθε αγαθό που εισάγεται, συνεπάγεται αντίστοιχη έξοδο εθνικού πλούτου. Αποτέλεσμα: μέσα σε λίγους μήνες 67 εμβληματικές ελληνικές βιομηχανικές, κυρίως, εταιρίες κατέρρευσαν.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1978 στο Ζάππειο είχε κάνει την ιδιαίτερα βαριά δήλωση ότι θα προχωρήσει σε δημοψήφισμα. Αυτό ώστε από τον λαό να κριθεί η παραμονή μας στην ΕΟΚ. Δεν έκανε τίποτε. Αντιθέτως πήγε στην Ευρώπη ζητώντας βοήθεια. Να του επιτραπεί, δηλαδή, να προχωρήσει σε κρατική ενίσχυση για να μη διαρραγεί εντελώς η ελληνική οικονομία. Δυνάμει της άδειας αυτής ιδρύθηκε ο Οργανισμός Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ). Υπήχθησαν, τελικά, 81 κορυφαίες μέχρι τότε ελληνικές επιχειρήσεις. Ουδεμία ανασυγκροτήθηκε. Στο πηγάδι του κρατισμού χάθηκαν δισεκατομμύρια. Έγιναν πλούσιοι μόνο οι πρασινοφρουροί.
Η κραιπάλη εκτάθηκε ταχύτατα και στην κοινωνική ασφάλιση. Πρόκειται για τις περίφημες «συντάξεις – αγωνιστών». Απενεμήθησαν χωρίς καταβολή εισφορών. Πενήντα χρόνια μετά το τέλος του πολέμου κρίθηκε κομματικά σκόπιμο να δοθούν οι συντάξεις αυτές. Αυτό ώστε να ικανοποιηθούν οι κομματικοί πραιτοριανοί. Συνακόλουθα και να προσελκυσθούν νέοι.
ΕΛΑΣ, ΕΛΑΝ και ΟΠΛΑ ουδέποτε διέθεταν σε σταθερή βάση περισσότερους από 30 χιλιάδες μαχητές. Οι «συνταξιούχοι αγωνιστές» υπερέβησαν, ίσως, και τους 250 χιλιάδες (!!!). Πώς, να κρατηθεί το ασφαλιστικό σύστημα λοιπόν;
Υπό συνθήκες τέτοιας δημοσιονομικής αναρχίας περάσαμε στο ευρώ. Η συγκρότηση της Ευρωζώνης υπήρξε μέγα οικονομικό γεγονός, παγκοσμίως. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε ήδη συγκεντρώσει 500 εκατομμύρια καταναλωτών υψηλού επιπέδου σε διεθνή κλίμακα, λαμβάνοντας δηλαδή υπ’ όψιν και την Ασία και την Αφρική και τη Ν. Αμερική. Από αυτήν την ομάδα των οικονομικά προηγμένων κρατών οι καλύτεροι πλέον θα εξέδιδαν και δικό τους κοινό νόμισμα: το ευρώ € (!). Τράπεζες και διεθνείς οίκοι αξιολόγησης έκριναν ότι κάθε ομόλογο, που θα φέρει σφραγίδα της Ευρωζώνης, θα βρίσκεται εξ ορισμού σε επενδυτική βαθμίδα. Το άγγελμα υπήρξε, εδώ, ιδιαιτέρως ευπρόσδεκτο. Το ελληνικό σύστημα θεώρησε ότι τα ομολογά μας με σφραγίδα της Ευρωζώνης, θα είναι διαρκώς ανακυκλούμενα και ουδέποτε εξοφλούμενα. Δηλαδή το «νέο χρήμα» θα ακολουθεί διαρκώς το ((παλιό» και δαπανούμενο (!!!).
Η οικονομία έγινε ιδιαίτερα εισαγωγική. Αυξάναμε την κατά κεφαλήν δαπάνη. Αυτό χωρίς να μεγεθύνεται αναλόγως και η παραγωγική βάση. Πολύ γρήγορα το ευρώ το «κάναμε» εκατοστάρικο. Ο καφές έγινε πιο ακριβός στην πλατεία Συντάγματος απ’ ότι στο Μόναχο. Εκδηλώθηκαν κάποιες ανησυχίες. Διαμορφώθηκε, όμως, η αντίληψη ότι αναπληρούται η ελλείπουσα βιομηχανική βάση από τον Τουρισμό. Δύο οι πλάνες. Το έσοδο του τουρισμού σε μεγάλο ποσοστό πραγματοποιείται εκεί που συμφωνούνται τα πακέτα, δηλαδή, οι συμβάσεις μαζικής έλευσης των περιηγητών. «Τα πακέτα», όμως, δεν καταρτίζονται στην Ελλάδα και, επομένως, το αντίστοιχο έσοδο μένει εκτός της χώρας. Εξ άλλου, εάν δεν έχεις επαρκή παραγωγική βάση, ο τουρίστας που έρχεται θα καταναλώσει τρόφιμα εισαγόμενα. Φθάσαμε να εισάγουμε ντομάτες από την Αλγερία, πατάτες από το Βέλγιο ή τη Γερμανία, λάδι τυποποιημένο από την Ιταλία.
Όταν εκδίδεται το στατιστικό στοιχείο και αναφέρει έσοδα που εισέρευσαν από τον τουρισμό, είναι πλασματικό. Αυτό διότι δεν συνεκτιμά, πόσα χρήματα βγήκαν στο εξωτερικό, ώστε να εισαχθούν τρόφιμα και λοιπά αναλώσιμα που κατευθύνθηκαν προς τους επισκέπτες – τουρίστες (!!!).
Το χρέος ανέβαινε και κάποια στιγμή περάσαμε το 100% του ΑΕΠ. Τρόμαξαν οι ξένοι και σταμάτησαν να δανείζουν. Επήλθε κατάρρευση. Είναι χαρακτηριστικό το σύνθημα με το οποίο ο Γιώργος Α. Παπανδρέου κέρδισε τις εκλογές του 2009: «Λεφτά υπάρχουν, έχουμε πρόγραμμα». Ούτε λεφτά υπήρχαν, ούτε πρόγραμμα. Δεν σχολιάζω τις παλινωδίες αναφορικά προς την εφαρμογή των μνημονίων. Τονίζω όμως ότι τα μνημόνια ένα σκοπό είχαν: να ορθολογίσουν την ελληνική οικονομία για να μπορεί ν’ ανταποκριθεί στις οικονομικές ανάγκες της Ευρωζώνης.
Η ανεπιφύλακτη υπαγωγή στο καθεστώς των μνημονίων ολοκληρώθηκε στις 13-14 Ιουνίου 2015 στις Βρυξέλλες. Το αποτέλεσμα ήταν, «ετερογονία επιδιώξεων, ταυτότης στόχων». Όλοι οι μετέχοντες αποκόμισαν κάποιο όφελος. Η Ελλάς όχι. Είναι σήμερα σε χειρότερη θέση. Ειδικότερα: Ο Σόιμπλε διασφάλισε την υστεροφημία του. Είπε, δηλαδή, ότι η Ελλάδα αδυνατεί να μείνει στην Ευρωζώνη. Πρότεινε και οικονομική αρωγή μας, ώστε να φύγουμε. Η κα Α. Μέρκελ είπε ότι επί των ημερών της δε θα ανεχθεί ρήγμα στην Ευρωζώνη. Ο Φ. Ολάντ ανέλαβε καθήκοντα υπέρμαχου των χωρών του Νότου. Τόνισε κι αυτός, αντιστοίχως, την πολιτική του φυσιογνωμία. Ο πλέον ωφελημένος υπήρξε ο κ. Α. Τσίπρας. Πέτυχε κάτι το ιδιαιτέρως σπάνιο: Δύο φορές πρωθυπουργός, τεσσεράμισι χρόνια πρωθυπουργίας. Πέρασε τον Σοφοκλή Βενιζέλο, τον Γεώργιο Παπανδρέου, τον Νικόλαο Πλαστήρα, τον Παναγή Τσαλδάρη, τον Κωνσταντίνο Τσαλδάρη, τον Θεμιστοκλή Σοφούλη, τον Γεώργιο Ράλλη, τον Γεώργιο Θεοτόκη κ.ά. Πέρασε, άρα, εμβληματικές φυσιογνωμίες της ελληνικής πολιτικής ζωής.
Η χώρα όμως εντάχθηκε στα μνημόνια με δημόσιο χρέος ίσον με 110% του ΑΕΠ. Τώρα πάει στο 180%. Το δημόσιο χρέος σε απόλυτους αριθμούς ανερχόταν σε 325 δις περίπου. Πρέπει ήδη να έχει περάσει τα 340. Λησμονούν όλοι τα 107 δισεκατομμύρια ομόλογα που έμειναν απλήρωτα κατά τους όρους του PSI. Αλλά και επί πλέον αυξήθηκε ιδιαίτερα το εσωτερικό χρέος. Δηλαδή ό,τι χρωστούν οι πολίτες στις τράπεζες, τα «περίφημα κόκκινα δάνεια», ό,τι χρωστούν προς το κράτος, ό,τι οφείλει το κράτος σε πολίτες. Εκτιμάται ότι το εσωτερικό χρέος έχει εκτιναχθεί στα 220 δις.
Η κατάσταση είναι δυσοίωνη. Τρία δεδομένα το πιστοποιούν: I. Υπογεννητικότης. Δεν γεννιούνται παιδιά στην Ελλάδα. II. Διογκώνεται εξαιρετικά η μετανάστευση κυρίως νέων και άξιων Ελλήνων. III. Η Τουρκία γίνεται διαρκώς απειλητικότερη.
Όλων των δεινών πηγή είναι το χρέος (!!!). Ήδη τονιστέο πως ένα χρέος αντιμετωπίζεται με τους εξής τρόπους: Πρώτον, με εξόφληση. Εδώ αποκλείεται. Αν ρωτηθεί ο μέσος Έλληνας πώς θα εξοφλήσει ό,τι εκ του χρέους τού αναλογεί, δε θα απαντήσει. Θα λιποθυμήσει. Η εξόφληση είναι αδύνατη. Επόμενη εκδοχή θα ήταν να χαρισθεί το χρέος. Αλλά για να συμβεί αυτό πρέπει κάποιος άλλος να πληρώσει. Αφ’ εαυτού ουδέν χρέος εξαφανίζεται (!). Στην προκείμενη περίπτωση ούτε ο πληθωρισμός σώζει. Εξηγείται στο βιβλίο ότι το € έχει γεννηθεί κατ’ εικόνα του γερμανικού μάρκου, δηλαδή ως νόμισμα αποθεματικό. Επομένως, οι πλούσιες χώρες που αποθεματοποιούν δε θα δεχθούν πληθωρισμό υπέρ των Νοτίων, άρα και υπέρ της Ελλάδας. Ο λόγος της άρνησης είναι προφανής. Αν πληθωρισθεί το νόμισμα, θα έχουμε αυτομάτως μεταφορά αξίας. Αυτό εκ μέρους των Βορείων, που θα χάνουν αξία επ’ ωφελεία των Νοτίων. Οι Νότιοι θα ωφελούνται με δύο τρόπους. Τα χρέη τους θα μειώνονται κατ’ αξία. Οι εξαγωγές τους, αντιστοίχως, θα γίνονται και φθηνότερες.
Τη διελκυστίνδα παρακολουθούμε με τη διάσταση μεταξύ της Ιταλίας του κ. Σαλβίνι και της Ευρωζώνης.
Υπάρχει ευτυχώς και τρίτη εκδοχή. Θέλει όμως κότσια. Είναι η εκδοχή κάποιας μορφής εσωτερικού συμψηφισμού. Συμψηφισμού, δηλαδή, ενεργητικών και παθητικών στοιχείων του ελληνικού κράτους. Το κλειδί έχει παράσχει ο πατριάρχης του κρατισμού. Ο Ανδρέας Παπανδρέου. Έγραψε ένα άρθρο εξαιρετικό σε στιγμή νηφαλιότητας στο Βήμα, στις 25 Οκτωβρίου 1987. Εκεί, λέει πράγματα πολύ ενδιαφέροντα. Λέει … «οι οικονομικοί πόροι για επενδύσεις συνθλίβονται από τα ελλείμματα του δημοσίου». Επισημαίνει … «… έχουμε περίπου το διπλάσιο προσωπικό των απαιτείται για να παράγουμε τις αναγκαίες υπηρεσίες …» … Προβλέπει ότι, αν συνεχίσουμε έτσι, οι νέοι θα φύγουν και οι ηλικιωμένοι θα παρέχουν υπηρεσίες στα ξενοδοχεία.
Αναλαμβάνει την ευθύνη να λύσει το πρόβλημα μέσα σε 10 ή 15 χρόνια. Δηλαδή μέχρι το 1997 ή μέχρι το 2002. Τίποτε δεν έγινε.
Ως οικονομολόγος ο Ανδρέας Παπανδρέου παίρνει άριστα. Ως πρωθυπουργός παίρνει μηδέν (!!!).
Αν υποτεθεί ότι βρισκόταν κάποιος με το αναγκαίο θάρρος για να προχωρήσει σε μια τέτοια λύση, το θέμα του χρέους λύνεται αυτομάτως. Και λύνεται ως εξής: Αν υπολογίσουμε την Ελλάδα με τιμές Μονακό, το χρέος χάνεται. Είναι τόσο μεγάλη η υπεραξία, που αποκτά η χώρα από αυτήν την αξιολόγηση, ώστε το χρέος αυτομάτως υποβαθμίζεται σ’ ελάχιστο ποσοστό επί τον ενεργητικού. Αλλά για να φτάσει η Ελλάδα να τιμάται σε τιμές Μονακό, θα πρέπει να έχει ανάλογο φορολογικό σύστημα με το Μονακό ή προς το Λουξεμβούργο ή προς την Κύπρο. Αν πετύχουμε έναν τέτοιο εξορθολογισμό, τότε η Ελλάδα θα γίνει το ακριβότερο οικόπεδο στη γη. Και θα αγοράζεται κιόλας.
Για να συμβούν αυτά τα ωραία ανάγκη είναι να μειωθεί το κράτος. Αυτό ακριβώς, όπως το επισημαίνει ο Ανδρέας Παπανδρέου. Κι εγώ προσθέτω: Λιγότεροι υπάλληλοι χρειάζονται, πολύ καλύτερα αμειβόμενοι.
Οι Τούρκοι έχουν καταλάβει το 38% της Κύπρου. Αν εκεί υπήρχαν αγγλικές βάσεις, δε θα υπήρχε κατοχή. Οι Τούρκοι δε θα προσέβαλαν τη βρετανική κυριαρχία. Τι ο μύθος δηλοί λοιπόν; Ότι η Ελλάδα για να εξασφαλίζει την εθνική της κυριαρχία και να αποτρέπει τον εκ Τουρκίας κίνδυνο οφείλει να φέρει επενδύσεις υπό την έννοια της εδώ εγκατάστασης. Πανεπιστήμια, σχολές, ναυτιλιακές, ασφαλιστικές εταιρίες κ.ο.κ. Έχουμε όλα τα πρόσφορα στοιχεία για να ζήσουμε καλά και οι επόμενες γενιές καλύτερα.
Η οικονομική ευεξία ταυτίζεται προς την εθνική ασφάλεια. Επιδιώκονται αυτομάτως αμφότεροι οι στόχοι.
Ακούω, κάποτε, στην τηλεόραση προτάσεις, των κατά καιρούς αρμοδίων. Αναμασούν όλοι περίπου τα ίδια. Μεγάλες οι κουβέντες. Ελάχιστο το αντίκρισμα. Με λυπεί η φτώχεια των επιχειρημάτων. Το κοντόφθαλμο της θεώρησης.
(*)Έγκριτος νομικός,πρόεδρος του Ιστορικού Αρχείου της Λέσχης των Φιλελευθέρων,