Τέλος εποχής για μαγαζάτορες

271

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Όταν ξεκίνησα τη δημοσιογραφική μου καριέρα, στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» και το «Οικονομικό Βήμα», η Ελλάδα είχε περίπου 190 εμπορικά καταστήματα ανά 1.000 κατοίκους, από τα οποία τα 80 ήταν τότε παντοπωλεία. Ο υπερεμπορισμός ήταν κύριο γνώρισμα της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας και στην ουσία υποδήλωνε την ανεπάρκεια του παραγωγικού της ιστού τ να δημιουργήσει θέσεις εργασίας.

Σε μεγάλο ποσοστό έτσι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι έμποροι των δεκαετιών του 1950, 1960, 1970 και 1980, ήσαν άτομα πουείτε δεν είχαν καταφέρει να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι, είτε δεν διέθεταν προσόντα και δεξιότητες που θα του άνοιγαν τις πόρτες του ιδιωτικού τομέα. Ουκ ολίγοι έμποροι έτσι, ασκούσαν ένα επάγγελμα από ανάγκη και όχι γιατί είχαν κάποια ιδιαίτερη κλίση προς αυτό.

Σε γενικές γραμμές έτσι, το ελληνικό εμπόριο είχε έντονο μεταπρατικό χαρακτήρα, ήταν οριακό, δεν τύχαινε καμιάς τραπεζικής χρηματοδότησης και μέριμνας, ελεγχόταν αυστηρά από το παντοδύναμο Υπουργείο Εμπορίου και με σπάνιες, αλλά λαμπρές εξαιρέσεις ήταν ανεπίδεκτον προόδου.

Με χίλια βάσανα και υπό δύσκολες συνθήκες, το ελληνικό εμπόριο άρχισε να εκσυγχρονίζεται από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και μετά και αφού οι καραγκιόζηδες της ιδεολογίας πυρπόλησαν στην Αθήνα τα πιο σημαντικά της μεγάλα καταστήματα (Μινιόν, Κατράντζος, Λαμπρόπουλος, Κλαουδάτος).

Σε σχέση με την υπόλοιπη αναπτυγμένη Ευρώπη, το ελληνικό εμπόριο άρχισε να εκσυγχρονίζεται με 50 και πλέον χρόνια καθυστέρηση και όχι χωρίς έντονες αναταραχές.
Είναι γεγονός πάντως ότι από το 1995 και έως το 2010, το ελληνικό εμπόριο γνώρισε αρκετές και σημαντικές αλλαγές βίωσε μια «χρυσή εικοσαετία» και σε μεγάλο βαθμό προσαρμόστηκε στα δεδομένα των αναπτυγμένων χωρών. Σήμερα όμως, μετά την κρίση της τελευταίας δεκαετίας, το ελληνικό εμπόριο βρίσκεται εκ νέου σ΄ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι.

Η είσοδος του συνόλου της παγκόσμιας οικονομίας στην φάση που οι ειδικοί αποκαλούν 4η βιομηχανική επανάσταση, είναι μια ριζική διαρθρωτική ανατροπή η οποία σε σχέση με το παλαιότερο βιομηχανικό παρελθόν φέρνει τα πάνω, κάτω. Αν στην διαρθρωτική αυτή εξέλιξη προστεθούν οι αλλαγές στις καταναλωτικές συμπεριφορές, οι ραγδαίοι μετασχηματισμοί στην επικοινωνία, η εξάπλωση της ψηφιακής πληροφόρησης και η παγκοσμιοποίηση της διάδοσης πληροφοριών και γνώσεων, τότε τα πεδία όπου μπορεί να αναπτυχθεί εμπορική δραστηριότητα μεταβάλλονται άρδην και αυτά.
Υπό αυτές τις συνθήκες η πληροφορική και οι ηλεκτρονικές καινοτομίες συνιστούν πλέον κορυφαία εμπορικά εργαλεία, ανταγωνιστικά των παραδοσιακών εμπορικών μορφών που ακόμα υπάρχουν και …ανθίστανται βέβαια.

Το ερώτημα είναι όμως έως πότε θα αντέξει η άμυνα αυτή και ποιες τελικά θα είναι οι νέες τάσεις στο εμπόριο; Δεν χωράει καμμιά αμφιβολία ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο θα καλπάζει για αρκετό καιρό και το ερώτημα είναι μέχρι πού μπορεί να πάει;

Απάντηση στο ερώτημα αυτό, μόνον η πιο βαθιά γνώση των εξελίξεων μπορεί να δώσει. Και από την άποψη αυτή, πρέπει να πούμε ότι έχει δίκιο ο σύμβουλος επιχειρήσεων κ. Ευστάθιος Ιντζείδης, όταν τονίζει ότι οι ανατρεπτικές εξελίξεις στο εμπόριο έχουν βιώσει στο «πετσί» τους τόσο διάφοροι καινοδεινόσαυροι λιανέμποροι, όπως τα Praktiker, η Borders, η VirginMegastores, η HMVκαι τα Fokas, όσο και πλήθος μικρών καταστημάτων της γειτονιάς, των οποίων τα επιχειρηματικά μοντέλα έχουν δεχθεί επίθεση από τα αντίστοιχα των νέων παικτών της αγοράς μέσω της ανατρεπτικής καινοτομίας του ιντερνέτ.

Για να επιζήσουν και για να συνεχίσουν να έχουν μακροπρόθεσμα επιτυχία οι παραδοσιακοί παίκτες του λιανεμπορίου, τα μικρά καταστήματα της γειτονιάς,oιαλυσίδες αλλά και οι διαχειριστές των εμπορικών κέντρων, θα πρέπει να αναδιαμορφώσουν το επιχειρηματικό μοντέλο τους. Καθώς είναι σίγουρο ότι εάν δεν το πράξουν μόνοι τους, θα το κάνουν άλλοι για αυτούς!

Είναι καιρός λοιπόν όλοι αυτοί που στο εμπόριο και γενικά στο χώρο του επιχειρείν σκέπτονται όπως οι μαγαζάτορες του χθες, να αφήσουν τις συντεχνίες τους στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Η ψηφιακή εποχή μας τρέχει γρήγορα, είναι ανατρεπτική, απαιτεί φαντασία και τόλμη και ευνοεί βέβαια ανθρώπους που σκέπτονται ελεύθερα και δημιουργικά. Είναι έτσι το τέλος του δρόμου για μαγαζάτορες και κρατολάτρες, που στο πελατειακό σύστημα έχουν συνηθίσει να φιλούν κατουρημένες ποδιές.