Του Στέφανου Μάνου*
Τέλος Ιουλίου ενθουσιάστηκα διαβάζοντας στην «Κ» ρεπορτάζ του Γιώργου Λιάλιου, σύμφωνα με το οποίο το υπουργείο Περιβάλλοντος επιχειρούσε μια σημαντική τομή σε σχέση με τη διαχείριση του χώρου στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, ανακοινώθηκε ότι σε μία διετία πρόκειται να καταργηθούν όλες οι παρεκκλίσεις στην εκτός σχεδίου δόμηση, η οποία θα επιτρέπεται μόνο σε οικόπεδα με ελάχιστη αρτιότητα τεσσάρων στρεμμάτων. Στο ίδιο πλαίσιο, θα επιβληθεί αναστολή στην έκδοση νέων οικοδομικών αδειών για τουριστικές εγκαταστάσεις σε εκτός σχεδίου περιοχές στη Μύκονο και στη Σαντορίνη, έως ότου ολοκληρωθεί η θέσπιση πολεοδομικού σχεδίου για το σύνολο της έκτασής τους. Αυτά διάβασα και ενθουσιάστηκα. Στις 6 Οκτωβρίου, 60 προσωπικότητες έστειλαν επιστολή στον πρωθυπουργό συγχαίροντάς τον «για την πρωτοβουλία της κυβέρνησής του να ελέγξει την εκτός σχεδίου δόμηση, μετά από την ανεξέλεγκτη επέκτασή της στη μεταπολεμική περίοδο». Ολοι βιάστηκαν. Και εγώ που ενθουσιάστηκα και η Ελληνική Εταιρεία που κινητοποίησε τις 60 προσωπικότητες που προσυπέγραψαν την επιστολή/διακήρυξη που δημοσίευσε η «Κ» στις 11 Οκτωβρίου. Διότι την Κυριακή 18 Οκτωβρίου ο αρμόδιος υπουργός Περιβάλλοντος Κ. Χατζηδάκης, ενεργών προφανώς με εντολή του πρωθυπουργού, ανακοίνωσε ότι δεν θα ανοίξει το θέμα του πολεοδομικού χαρακτηρισμού των δρόμων. Το ζήτημα αναβάλλεται.
Ποια η σημασία του χαρακτηρισμού των δρόμων; Ενα χωράφι τεσσάρων στρεμμάτων εκτός σχεδίου μπορεί να χτιστεί μόνον αν έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο δρόμο. Κοινόχρηστο δρόμο που έχει αποτυπωθεί σε σχέδιο της διοίκησης.
Τη διατήρηση του status quo σε σχέση με την εκτός σχεδίου δόμηση ζήτησε με παρέμβασή της η διοικούσα επιτροπή του Τεχνικού Επιμελητηρίου. Το status quo για οικόπεδα τεσσάρων στρεμμάτων με πρόσωπο σε δρόμο που δεν έχει χαρακτηριστεί από οποιαδήποτε Αρχή είναι ότι χτίζονται. Κάθε τέτοια άδεια μπορεί να προσβληθεί στο ΣτΕ και θα ακυρωθεί, όπως εξήγησε ο καθηγητής του ΕΜΠ Δ. Μελίσσας στην «Κ» της 13ης Οκτωβρίου. Οπότε δεν θα συνιστούσα σε σοβαρό επενδυτή να χτίσει σε τέσσερα στρέμματα που δεν έχουν πρόσωπο σε νομοθετημένο δρόμο.
Η επιχειρηματολογία του ΤΕΕ όπως παρουσιάστηκε στην «Κ»: «Η προτεινόμενη ρύθμιση θα οδηγήσει σε απομείωση ή μηδενισμό της περιουσίας των μικροϊδιοκτητών προς όφελος γειτνιαζόντων μεγάλων ιδιοκτησιών και σε υπερσυγκεντρώσεις γης. Η μεταβατική διάταξη των δύο ετών θα οδηγήσει τους διαθέσιμους οικονομικούς πόρους της κοινωνίας από αποταμίευση και δανεισμό στην αγορά οικοδομικών έργων, δημιουργώντας τετελεσμένα στον πολεοδομικό σχεδιασμό και ανατρέποντας κάθε πρόθεση ορθής επιστημονικής προσέγγισης. Η μοιραία μείωση των αξιών σε γεωτεμάχια σε εκτός σχεδίου περιοχές θα ανατρέψει το σύνολο σχεδόν των προϋπολογισμών και των αποτιμήσεων που έχουν γίνει μέχρι σήμερα, σε κάθε φάσμα της οικονομικής ζωής και θα προκαλέσει αστάθεια στον τραπεζικό τομέα».
Η κυβέρνηση πείστηκε από την παράδοξη επιχειρηματολογία του ΤΕΕ και επέλεξε, με ανακούφιση μου φαίνεται, να διατηρήσει το status quo. Αυτό ήταν το άδοξο τέλος μιας τομής σε σχέση με τη διαχείριση του χώρου στην Ελλάδα.
Παρά τις τρομερές επιθέσεις που δέχθηκα, δεν υποχώρησα. Είχα βέβαια άλλον πρωθυπουργό. Δεν άκουγε ψιθύρους ή περισπούδαστες νομικές συμβουλές. Οταν κάτι θεωρούσε σωστό, σου έλεγε: Προχώρα!
Μόλις πήγε στην Προεδρία της Δημοκρατίας, ο νέος πρωθυπουργός, ο Γιώργος Ράλλης, μου είπε: «Κύριε Μάνο, η Νέα Δημοκρατία δεν σας αντέχει άλλο!» και με τοποθέτησε σε άλλο υπουργείο.
Μερικές παρατηρήσεις για την οργάνωση του χώρου. Η επιφάνεια της Ελλάδας είναι περίπου 132 εκατ. στρέμματα. Αν δεχθούμε ότι είμαστε 11 εκατ. κάτοικοι, αναλογούν 12 στρέμματα σε κάθε κάτοικο.
Θέλω να σας παρακαλέσω να σκεφτείτε και να απαντήσετε: Πρέπει να επιτρέπεται να χτίσετε οπουδήποτε στα 132 εκατ. στρέμματα της ελληνικής γης; Πρέπει να υπάρχουν κάποιοι περιορισμοί που να ισχύουν όχι μόνο για τους άλλους αλλά και για σας; Πρέπει να υπάρχουν περιοχές όπου θα απαγορεύεται οποιαδήποτε οικοδόμηση;
Μέχρι το 1923 οι οικισμοί αναπτύσσονταν «φυσιολογικά», χωρίς σχέδιο. Ο ένας έχτιζε το σπίτι του και, κατά κανόνα, σεβόταν τον γείτονα. Οι οικισμοί ήταν λειτουργικοί. Μετά το 1923 παρενέβη η πολιτεία και ζήτησε εφεξής οι οικισμοί να αναπτύσσονται βάσει σχεδίου. Η γη προοριζόταν για ανοικοδόμηση ή για χρήση αγροτική. Η ιδιοκτησία γης δεν σήμαινε δικαίωμα οικοδόμησης. Δικαίωμα οικοδόμησης αποκτούσες με την υπαγωγή στο σχέδιο συμμετέχοντας με γη και χρήμα.
Αναπτύχθηκε η θεωρία ότι ένα ακίνητο, που βάσει παλαιότερων διατάξεων (προϊόν φαυλότητας ενδεχομένως) μπορούσε να χτιστεί, δεν μπορεί με νεότερες διατάξεις να χάσει αυτό το δικαίωμα. Πράγματι ακούγεται λογικό αν οι νεότερες διατάξεις έλθουν τρεις μήνες μετά την αγορά του οικοπέδου. Αν όμως έλθουν πέντε χρόνια μετά, δεν είναι λογικό να μπορεί η πολιτεία να αλλάξει τους όρους; Και μια πρόσθετη παρατήρηση για τους έγκριτους νομικούς που υποστηρίζουν το αμετάβλητο των όρων δόμησης: Η ίδια λογική που αναπτύσσουν για τους όρους δόμησης δεν έπρεπε να ισχύει και για τη φορολογία της ακίνητης περιουσίας;
* Ο κ. Στέφανος Μάνος είναι πρώην υπουργός.
Πηγή: kathimerini.gr