Ο αμερικάνικος δρόμος της παρακμής … Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

257

Με την προεδρία Τράμπ επιβεβαιώθηκε μια σημαντική. φάση της παγκόσμιας αμερικανικής υποχώρησης, η οποία και θα συνεχιστεί ανεξαρτήτως του ποιος είναι ο νέος πρόεδρος

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, πολλοί πίστεψαν ότι η Αμερική ήταν τελικά η μεγάλη νικήτρια τόσο του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου όσο και του αντίστοιχου Ψυχρού που ακολούθησε.
Κορυφαίοι διανοούμενοι δήλωναν και έγραφαν σε όλους τους τόνους ότι η δυτική φιλελεύθερη τάξη ήταν πλέον γεγονός που εκ των πραγμάτων σταδιακά θα αποκτούσε και οικουμενικό χαρακτήρα.

Και από αυτή την οπτική γωνία, το περίφημο άρθρο του Φράνσις Φουκουγιάμα περί του «τέλους της ιστορίας», προκαλούσε θυελλώδεις συζητήσεις και αντιπαραθέσεις σε παγκόσμιο επίπεδο.

Στο άρθρο του αυτό, που δημοσιεύτηκε το καλοκαίρι του 1989 στην μηνιαία πολιτική επιθεώρηση «The National Interest», o συγγραφέας του υποστήριζε ότι τα τελευταία χρόνια έχει αναδυθεί σε παγκόσμια κλίμακα μια σημαντική καθολική αποδοχή περί της ορθότητας της φιλελεύθερης δημοκρατίας ως συστήματος διακυβέρνησης, καθώς αυτή κυριάρχησε πάνω στις αντίπαλες ιδεολογίες, όπως είναι η κληρονομική μοναρχία, ο φασισμός και, πιο πρόσφατα, ο κομμουνισμός. Και, ακόμη παραπέρα, υποστήριζε ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία μπορεί να αποτελεί το «ακροτελεύτιο σημείο της ιδεολογικής εξέλιξης της ανθρωπότητας» και την «τελική μορφή της ανθρώπινης διακυβέρνησης», έτσι ώστε να συνιστά το «τέλος της ιστορίας».

Με αυτό του το άρθρο, ο Φράνσις Φουκουγιάμα, προκαλούσε δύο αντιδράσεις: στην ουσία αφύπνιζε όλες τις παγκόσμιες αντιφιλελεύθερες δυνάμεις, οι οποίες στη συνέχεια ένα και μόνον μέλημα είχαν, πώς να σταματήσουν το τέλος της ιστορίας. Την ίδια στιγμή, δημιουργούσε και μια τεχνητή αισιοδοξία στον φιλελεύθερο χώρο περί της υπεροχής του, που οδηγούσε στην αλαζονεία.
Όμως, μεγάλα ερωτήματα ανέκυψαν και στο εσωτερικό των ΗΠΑ, Αν η φιλελεύθερη τάξη γινόταν παγκόσμια, ποιο λόγο ύπαρξης θα είχε η Αμερική ως υπερδύναμη; Μήπως το τέλος της ιστορίας ήταν αρχή αχρηστίας για τις ΗΠΑ?

Αυτός ο φόβος να γίνουν άχρηστες και η απομόνωση που θα μπορούσε να προκύψει από κάτι τέτοιο, ήταν για τις Ηνωμένες Πολιτείες κάτι περισσότερο από νέο φαινόμενο: ήταν μια πραγματική αντιστροφή της ιστορικής θέσης τους. Ο αποχωρισμός τους από ένα διεφθαρμένο Παλιό Κόσμο, υπήρξε ιστορικά ένας από τους ιδρυτικούς μύθους της Αμερικής, ίσως ο κυριότερος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, γη της ελευθερίας, της αφθονίας και της ηθικής τελειοποίησης, όταν έφτασαν στην ολοκλήρωση τους, επέλεξαν να αναπτυχθούν ανεξάρτητα από την Ευρώπη, χωρίς να αναμειχθούν στις φθοροποιές συγκρούσεις ανάμεσα στα κυνικά έθνη της Γηραιάς Ηπείρου. Έθνη εξάλλου που μέσα σε 125 χρόνια είχαν προκαλέσει μεταξύ τους πάνω από 18 πολέμους!

Έτσι , στο τέλος του 19ου αιώνα η Αμερική, ως συνολική οντότητα, είχε την πιο ισχυρή οικονομία του πλανήτη, αλλά ήταν και η πιο αυτάρκης, μαζική παραγωγός πρώτων υλών, με πλεονασματικό ισοζύγιο τόσο πληρωμών όσο και εμπορικών συναλλαγών.

Στις αρχές του 20ου αιώνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν πια ανάγκη τον κόσμο. Αλλά, όπως φάνηκε ήδη από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο πλανήτης τις είχε ανάγκη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αντιστάθηκαν πολύ στην έκκληση αυτή, Πήραν μέρος στις εξελίξεις αλλά πολύ προσεκτικά. Μετά διάλεξαν ξανά την απομόνωση, αρνούμενες να επικυρώσουν τη Συνθήκη των Βερσαλλιών.

Χρειάστηκε να περιμένουμε το Περλ Χάρμπορ και την κήρυξη του πολέμου από τη Γερμανία και την Ιαπωνία εναντίον τιυς, για να πάρουν τελικά οι Ηνωμένες Πολιτείες τη θέση που αντιστοιχούσε στην οικονομική δύναμη τους και στο πολιτικό τους σύστημα.

Το 1945, το αμερικανικό Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) αντιπροσώπευε περισσότερο από το μισό του παγκόσμιου ακαθάριστου προϊόντος, και το αποτέλεσμα της κυριαρχίας υπήρξε αυτόματο και άμεσο. Προς τούτο εξάλλου, βοηθούσαν και τα ερείπια του πολέμου στη Ευρώπη. Από την άλλη πλευρά, ο κομμουνισμός κάλυπτε, γύρω στο 1950, την καρδιά της Ευρασίας, από την Ανατολική Γερμανία ως τη Βόρεια Κορέα. Αλλά η Αμερική, ως ναυτική και αεροπορική δύναμη, ήλεγχε στρατηγικό τον υπόλοιπο πλανήτη με τις ευλογίες μιας πλειάδας συμμάχων και πελατών, που πρώτο μέλημά τους ήταν ο αγώνας ενάντια στο σοβιετικό σύστημα. Η αμερικανική ηγεμονία εγκαθιδρύθηκε έτσι με τη συμφωνία ενός σημαντικού τμήματος του κόσμου, παρά την υποστήριξη που πρόσφεραν στον κομμουνισμό πολυάριθμοι διανοούμενοι, εργάτες και αγρότες σε διάφορα σημεία του πλανήτη.

Εάν θέλουμε, να καταλάβουμε τη συνέχεια των γεγονότων, πρέπει να παραδεχθούμε ότι αυτή η ηγεμονία υπήρξε για αρκετές δεκαετίες ευεργετική. Χωρίς αυτή την αναγνώριση του γενικά ωφέλιμου χαρακτήρα της αμερικανικής κυριαρχίας στην περίοδο 1950-1990, δεν μπορούμε να συλλάβουμε τη σημασία της μεταγενέστερης μεταπήδησης των Ηνωμένων Πολιτειών από τη χρησιμότητα στην αχρηστία, και τις δυσκολίες που πηγάζουν γι’ αυτές, όπως και για εμάς, από μια τέτοια αντιστροφή των πραγμάτων.

Η ηγεμονία της περιόδου 1950-1990 στο μη κομμουνιστικό τμήμα του πλανήτη κατά τον Γάλλο διανοούμενο και συγγραφέα, Εμμανουέλ Τόντ, σχεδόν άξιζε το όνομα της αυτοκρατορίας. Οι οικονομικοί, στρατιωτικοί και ιδεολογικοί πόροι έδωσαν τότε στην Αμερική, για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, όλη την ακτινοβολία της αυτοκρατορικής δύναμης. Η κυριαρχία των φιλελεύθερων οικονομικών αρχών στη ζώνη που διηύθυνε πολιτικά και στρατιωτικά η Ουάσιγκτον κατέληξε να μεταμορφώσει τον κόσμο σε αυτό που τώρα αποκαλούμε φιλελεύθερη τάξη. Επηρέασε επίσης σε χρονική διάρκεια, αλλά και σε βάθος, την εσωτερική δομή της κυρίαρχης χώρας, εξασθενίζοντας την οικονομία της και παραμορφώνοντας την κοινωνία της. Η διαδικασία ήταν αρχικά αργή, σταδιακή. Χωρίς να το καταλάβουν καλά – καλά τα υποκείμενα της ιστορίας, εγκαθιδρύθηκε μια σχέση εξάρτησης ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη σφαίρα υπεροχής τους. Ένα αμερικανικό εμπορικό έλλειμμα εμφανίστηκε, ήδη από την αρχή της δεκαετίας του ’70, που εξελίχθηκε σε δομικό στοιχείο της παγκόσμιας οικονομίας.

Η κατάρρευση του κομμουνισμού προκάλεσε ραγδαία επιτάχυνση της διαδικασίας εξάρτησης. Με αφετηρία τον πόλεμο του Κόλπου και την άνοδο του Μπιλ Κλίντον στη προεδρία, ανάμεσα στο 1990 και το 2018, το αμερικανικό εμπορικό έλλειμμα πέρασε από τα 1230 στα 16500 δισεκατομμύρια δολάρια, ποσό ασύλληπτο, μέρος του οποίου σήμερα βρίσκεται στα χέρια των Κινέζων. Με αυτούς τους τελευταίους όμως να αντιπροσωπεύουν τη δεύτερη οικονομία στον κόσμο. Την ίδια ώρα, η Αμερική, για να εξισορροπήσει τους εξωτερικούς λογαριασμούς της, έχει ανάγκη από μια ροή εξωτερικών κεφαλαίων αντίστοιχου όγκου. Σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν πια να ζουν μόνο από τη δική τους παραγωγή. Δεν είναι όμως πρωτοπόρες πλέον σε ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα. Στην παγκόσμια αγορά υπάρχουν και άλλοι παίκτες που και αυτοί παίζουν καλή μπάλα.

Η παγκοσμιοποίηση, από «ευλογία Θεού» για τις ΗΠΑ, γίνεται σταδιακά σοβαρό εσωτερικό και εξωτερικό πρόβλημα. Αυτό κατάλαβε το 2016 ο Ντόναλντ Τράμπ και μέσα από ένα ρεσιτάλ λαϊκισμού ανέβηκε στην εξουσία. Χρησιμοποιώντας αντικινεζική και αντιευρωπαϊκή ρητορική έπεισε πολλούς Αμερικανούς, από τη μέση της κοινωνικής πυραμίδας και κάτω, ότι για την κρίση του 2007-2008, δεν έφταιγαν τα στεγαστικά θαλασσοδάνεια που μοίραζαν οι στεγαστικές τράπεζες και τα οποία πολύς κόσμος εκλάμβανε ως εισόδημα, αλλά οι Κινέζοι και οι Ευρωπαίοι. Μέσω λοιπόν ενός ιδιόμορφου προστατευτισμού, εφάρμοσε μια κοντόθωρη οικονομική πολιτική, η οποία όμως αν δεν είχε προκύψει ο κορωνοϊός, θα του εξασφάλιζε αυτό που ήθελε, δηλαδή τη δεύτερη τετραετία. Να όμως που η τύχη έχει και αυτή γυρίσματα.

Το σίγουρο σήμερα είναι ότι η Αμερική, από την τετραετία Τράμπ βγαίνει διχασμένη σε υπερθετικό βαθμό, πολιτιστικά τραυματισμένη, με το γόητρο της στο ναδίρ και βαρύτατα υπερχρεωμένη. Το ποια θα είναι η συνέχεια για την υπερατλαντική δύναμη, θα το δείξει ο χρόνος. Από το βήμα αυτό θα παρακολουθούμε τα τεκταινόμενα και θα τα καταγράφουμε με την μεγαλύτερη δυνατή συνέπεια, γιατί ο δρόμος της παρακμής που ακολουθούν οι ΗΠΑ, μας αφορά όλους ,πολύ και άμεσα.