Οι επαναπροωθήσεις και η θέση της Ε.Ε.

236

“Το κεκτημένο της ΕΕ δεν ορίζει τις «αναγκαστικές επαναπροωθήσεις»”, απαντάει η Επίτροπος Γιόχανσον στην Εύα Καϊλή με ενδιαφέροντα στοιχεία για τις επιστροφές στην Τουρκία.

Σε ερώτηση της η Εύα Καϊλή με αφορμή τις συζητήσεις που προκάλεσαν ορισμένες ΜΚΟ με αναφορές τους σε παράνομες επαναπροωθήσεις, αλλά και με σκοπό να αντλήσει νέα στοιχεία από την Ένωση ως προς την στάση της Τουρκίας μετά την υπογραφή της Συμφωνίας με την ΕΕ για το Μεταναστευτικό, ρωτάει την Επίτροπο Γιόχανσον, αν τελικά έχει προσδιοριστεί σαφώς η έννοια της απώθησης μεταξύ χωρών που θεωρούνται ότι είναι ασφαλείς και τηρούν τη σύμβαση του 1951 για τους πρόσφυγες.

Επιπλέον, και σε συνάρτηση με πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας πριν λίγες εβδομάδες για την ανάμειξη της Τουρκίας σε περιφερειακές διενέξεις στην Μεσόγειο, αλλά και την ανάγκη αποτροπής της εισόδου τζιχαντιστών στην ΕΕ, ερωτάται η Επίτροπος σχετικά με το τι μέτρα θα λάβει για την ενίσχυση της ασφάλειας των συνόρων της.

Στην απάντησή της, ήτοι, η κ. Johansson αναφέρει πως: «Η δήλωση ΕΕ-Τουρκίας προβλέπει την επιστροφή από τα ελληνικά νησιά στην Τουρκία, όλων των μεταναστών που φθάνουν παράτυπα και δεν υποβάλλουν αίτηση ασύλου ή η αίτηση έχει κριθεί αβάσιμη. 2.140 υπήκοοι τρίτων χωρών έχουν επιστρέψει, ενώ μόλις 8% των αιτήσεων επανεισδοχής έχουν απορριφθεί από τις τουρκικές αρχές.»

Εδώ καλείται μάλλον, η ελληνική κυβέρνηση να απαντήσει αν έγιναν όντως οι ελάχιστες αιτήσεις επιστροφών, που αναφέρει η ΕΕ, προς την Τουρκία, από την έναρξη της συμφωνίας και ως 16 Μαρτίου 2020, καθώς συνεχίζει η αποκαλυπτική απάντηση της κ. Γιόχανσον, που αναφέρει πως: «Από 16 Μαρτίου οι τουρκικές αρχές ανέστειλαν τις επιστροφές επικαλούμενες περιορισμούς λόγω COVID-19.»

Στις διευκρινίσεις δε περί επιστροφών, απαντάει: «Το κεκτημένο της ΕΕ δεν ορίζει τις «αναγκαστικές επαναπροωθήσεις», αλλά περιέχει σαφείς κανόνες όσον αφορά την υποχρέωση των κρατών μελών να διασφαλίζουν την πρόσβαση στις διαδικασίες ασύλου, και τη συμμόρφωση με την αρχή της μη επαναπροώθησης, σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.».
Ως προς την ενίσχυση των συνόρων της ΕΕ, η Επίτροπος αναφέρει το εξής:
«Η Επιτροπή δεν εμπλέκεται σε αντιτρομοκρατικές έρευνες οι οποίες εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών, αλλά στηρίζει τα κράτη μέλη στην αντιμετώπιση όλων των διαστάσεων της τρομοκρατικής απειλής, ιδίως όσον αφορά τη διασφάλιση των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ. Σύμφωνα με τη Σένγκεν, τα κράτη μέλη πρέπει να αποτρέπουν την παράνομη διέλευση των εξωτερικών συνόρων και την καταστρατήγηση των συνοριακών ελέγχων. Μπορούν να αρνούνται την είσοδο οποιουδήποτε προσώπου θεωρείται απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια, τη δημόσια υγεία ή τις διεθνείς σχέσεις τους.

Από τον Απρίλιο του 2017, όλα τα πρόσωπα που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ πρέπει να ελέγχονται συστηματικά, προκειμένου να αποτρέπεται κάθε απειλή για την εσωτερική ασφάλεια και τη δημόσια τάξη των κρατών μελών.».