Του Χρίστου Αλεξόπουλου
Η συστηματική προσέγγιση και ανάλυση των δεδομένων της σύγχρονης πραγματικότητας σε σχέση με την κλιματική κρίση και την πολιτική της διαχείριση σε πλανητικό επίπεδο οδηγεί σε πολύ δυσάρεστα συμπεράσματα ως προς την λειτουργία του πολιτικού συστήματος και την προοπτική, που ανοίγεται για το μέλλον.
Πολύ χαρακτηριστική για τις συνθήκες, που έχουν διαμορφωθεί, είναι η έκκληση του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών Antonio Guterres προς όλα τα κράτη στην τηλεδιάσκεψη του ΟΗΕ τον Δεκέμβριο του 2020. «Αν δεν αλλάξουμε πορεία, θα μπορούσαμε να προκαλέσουμε μια καταστροφική άνοδο της θερμοκρασίας πάνω από 3 βαθμούς Κελσίου στον αιώνα, που διανύουμε». Επίσης επεσήμανε, ότι «η εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα πρέπει να μηδενισθεί μέχρι το 2050.
Την έκκληση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ φαίνεται να «ασπάζεται» ο νέος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής Joe Biden, ο οποίος δήλωσε, ότι θα επαναφέρει την χώρα του στη «Συμφωνία για το Κλίμα», που υπεγράφη στο Παρίσι.
Δήλωσε μάλιστα, ότι στις πρώτες 100 ημέρες της θητείας του θα οργανώσει σύνοδο των ισχυρότερων οικονομικά κρατών για την προστασία του κλίματος, ενώ ανακοίνωσε και συνεργασία με νέους ακτιβιστές, οι οποίοι δραστηριοποιούνται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Στο μέτρο που η πολιτική κινείται στο θεωρητικό και επικοινωνιακό πεδίο, οι σχεδιασμοί, που γίνονονται από τις πολιτικές ηγεσίες για την προστασία του κλίματος, διαμορφώνουν θετικό πλαίσιο και θα μπορούσαν να μετασχηματίσουν την πραγματικότητα με σημείο αναφοράς την βιωσιμότητα του ανθρώπου και της βιοποικιλότητας. Στην πράξη όμως επικρατεί συνήθως ο συστημικός πραγματισμός με στόχο την καθυστέρηση λήψης των απαραίτητων μέτρων για την αποκατάσταση λειτουργικών ισορροπιών ως προς το κλίμα, διότι θα επιφέρουν δυσάρεστες αλλαγές στον τρόπο ζωής και στο μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης. Και αυτό έχει πολιτικό κόστος.
Για παράδειγμα ο Πρόεδρος της Γαλλίας Emmanuel Macron κοινοποίησε την πρόθεση του να οργανώσει δημοψήφισμα για την πρόσθεση ενός άρθρου στο σύνταγμα της χώρας του σχετικά με την προστασία του κλίματος και του περιβάλλοντος. Οι πολίτες πρότειναν να συμπληρωθεί το πρώτο άρθρο του συντάγματος με την φράση «Η δημοκρατία εγγυάται την βιωσιμότητα των ειδών και του περιβάλλοντος και αγωνίζεται κατά της κλιματικής αλλαγής».
Εκείνο, που δεν γίνεται όμως, είναι η μετατροπή των εξαγγελιών και θεωρητικών δεσμεύσεων σε πράξη και η έναρξη των διαδικασιών μετασχηματισμού του μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης, ώστε να διασφαλισθεί η προστασία του κλίματος και του φυσικού περιβάλλοντος.
Αρκεί να αναφερθούν μερικά παραδείγματα για να γίνει εμφανής η αντιφατική σχέση της επικοινωνιακής και της πραγματικής πολιτικής πρακτικής. Στη σύνοδο κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 10 και 11 Δεκεμβρίου 2020 εκτός από την τουρκική στάση στην Ανατολική Μεσόγειο συζητήθηκε και η κλιματική κρίση σε συνδυασμό με την πανδημία του κορωνοϊού (Covid-19) και τις επιπτώσεις του στην οικονομία.
Πολλές από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο της στήριξης των οικονομιών τους χρηματοδοτούν με δισεκατομμύρια ευρώ τους τομείς εξόρυξης ορυκτών καυσίμων (π.χ. άνθρακα, πετρελαίου κ.λ.π.), αν και υπάρχουν σύγχρονες οικονομικά ανταγωνιστικές τεχνολογίες για την παραγωγή καθαρής ενέργειας (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας).
Ουσιαστικά ενισχύεται η κλιματική αλλαγή. Στο Climate Change Performance Index η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι στην 22η θέση και η Ελλάδα στην 28η. Με την ακολουθούμενη πολιτική εκτός από την άνοδο της θερμοκρασίας πριμοδοτούνται και τα ακραία καιρικά φαινόμενα (κυκλώνες, ξηρασίες, πλημμύρες κ.λ.π.), με ό,τι αυτά συνεπάγονται για τις συνθήκες ζωής των τοπικών πληθυσμών, οι οποίοι συχνά αναγκάζονται να μετακινηθούν μαζικά σε άλλες χώρες με αποτέλεσμα την πρόκληση αρνητικών παρενεργειών (π.χ. κοινωνικές αναταράξεις, ρατσισμός κ.λ.π.).
Ούτε ο Πρόεδρος της Γαλλίας ούτε άλλος πολιτικός ηγέτης κινήθηκαν κατά την διάρκεια της συνόδου προς την κατεύθυνση της ουσιαστικής προστασίας του κλίματος, αν και η κλιματική αλλαγή άρχισε ήδη να γίνεται ορατή και να βιώνεται από την ανθρωπότητα.
Και όμως η αντικειμενική και χωρίς εξυπηρέτηση σκοπιμοτήτων ενημέρωση των πολιτών σε διεργασίες διαλόγου στην κοινωνική βάση με την αξιοποίηση της επιστημονικής γνώσης και την ενεργοποίηση των δομών της κοινωνίας πολιτών θα μπορούσε να διαμορφώσει το αναγκαίο κοινωνικό κλίμα για την προώθηση των απαραίτητων αλλαγών ακόμη και στον τρόπο ζωής. Δεν είναι εύκολο, αλλά είναι εφικτό. Εξάλλου στενεύουν και τα χρονικά περιθώρια.
Έχει ενδιαφέρον η έρευνα «Einsatz gegen den Klimawandel-Ein Erfolgskonzept für das gesamte politische Spektrum» (Δραστηριοποίηση κατά της κλιματικής αλλαγής – Ένα σχέδιο επιτυχίας για το σύνολο του πολιτικού συστήματος), που έγινε στην Γερμανία από το Open Society Foundations και το Think Tank dpart σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 2.100 ατόμων ηλικίας 16 έως 74 ετών στο χρονικό διάστημα από 7 έως 25 Αυγούστου 2020.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας το βασικό κριτήριο των πολιτών, όταν ψηφίσουν, θα είναι η κλιματική πολιτική (οι ψηφοφόροι του κόμματος των Πρασίνων σε ποσοστό 90%, του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος 57% και του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος 45%). Επίσης καταγράφηκε σε μεγάλο ποσοστό των πολιτών (40%) προθυμία παραίτησης από αρνητικούς για το κλίμα τρόπους ζωής, όπως είναι τα αεροπορικά ταξίδια και η χρήση ρυπογόνων αυτοκινήτων.
Αυτή η έρευνα δείχνει, ότι υπάρχουν περιθώρια για αλλαγές στο μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης και στον τρόπο βίωσης της πραγματικότητας από τους πολίτες.
Είναι σημαντικό όμως να γίνει συστηματική ενημέρωση και προετοιμασία των κοινωνιών για τις ζωτικής σημασίας τομές στον τρόπο ζωής, οι οποίες θα επηρεάσουν την καθημερινότητα και θα επιφέρουν δύσκολες αλλαγές και στα επιμέρους κοινωνικά συστήματα (π.χ. οικονομικό, εργασιακό κ.λ.π.), στα οποία δραστηριοποιούνται οι κοινωνίες.
Παράλληλα το πολιτικό σύστημα πρέπει να αποκτήσει πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα στη λήψη αποφάσεων σε σχέση με την διαχείριση της εξέλιξης. Αυτό σημαίνει, ότι θα πρέπει να κάνει μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, ο οποίος υπερβαίνει την οπτική του πολιτικού χρόνου, που εξαντλείται σε δύο ή τρεις κυβερνητικές θητείες και να οριοθετεί την δυναμική της εξέλιξης τουλάχιστον για τρεις 10ετίες. Αυτό βέβαια προϋποθέτει, ότι τα κόμματα διαλέγονται και με σημείο αναφοράς το ανθρώπινο και το κοινωνικό συμφέρον (και όχι το ατομικό και το συστημικό) κάνουν συμβιβασμούς και καταλήγουν σε συναινέσεις χωρίς ιδεοληπτικές αγκυλώσεις.
Ταυτοχρόνως είναι απαραίτητο, η πολιτική επικοινωνία να στηρίζεται στον ορθολογισμό και στην πολυδιάστατη και μακροπρόθεσμη ενημέρωση των πολιτών.
Τέλος επειδή όσο προχωρούμε προς το μέλλον, η πολυπλοκότητα της πολυδιάστατης πραγματικότητας συνεχώς θα αυξάνεται, ενώ θα επιταχύνεται η δυναμική της εξέλιξης, τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και οι πολίτες πρέπει να συνυπολογίζουν στις επιλογές τους και την διαγενεακή ευθύνη και να διαμορφώνουν βιώσιμες συνθήκες σε βάθος χρόνου. Ειδάλλως οι πλανητικής εμβέλειας ανισορροπίες, όπως είναι η κλιματική κρίση, δεν θα μπορούν να αντιμετωπισθούν και θα δημιουργούνται αδιέξοδες «καταστάσεις έκτακτης ανάγκης», τις οποίες θα «κληρονομήσουν» οι μελλοντικές γενιές.
Πηγή: metarithmisi.gr