Το τέλος των χωροταξικών αναχρονισμών, ως προϋπόθεση ανάπτυξης… Του Σταύρου Χρ. Τσέτση

579

Του Σταύρου Χρ. Τσέτση

Το γεγονός ότι το Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία, ομάδας ειδικών με επικεφαλή τον κ. Πισσαρίδη, κάνει μία πολύ περιορισμένη αναφορά σε θέματα Πολεοδομίας και Χωροταξίας, δεν αποτελεί έκπληξη: Ο χωρικός σχεδιασμός στη χώρα, σε όλες του τις κλίμακες –οικισμού, αστικών κέντρων και συγκροτημάτων, μητροπόλεων, τομεακά ή ευρύτερα- ουδέποτε βρέθηκε στην κορυφή των προτεραιοτήτων από πλευράς πολιτείας, ακόμη και από φορείς Αυτοδιοίκησης, (ενίοτε δε) και από εισηγητές μέσο/μακροχρόνιων Προγραμμάτων.

Η προαναφερθείσα έκθεση (Νοέμβριος 2020) δεν αποτελεί εξαίρεση, παρ’ ότι ακροθιγώς και έμμεσα, αναγνωρίζει το ρόλος τους, στην ανταγωνιστικότητα. Ειδικότερα, το Σχέδιο προτείνει «τον καθορισμό χρήσεων γης, με εκτεταμένη συμμετοχή των ΟΤΑ και περιορισμός της εκτός σχεδίου δόμησης», μέτρο που συνιστά ψηφίδα επίλυσης και με προϋποθέσεις, του εκτεταμένου μωσαϊκού της χρόνιας πολεοδομικής παθογένειας της χώρας. Η οποία σαφώς αντιστρατεύεται στο κάθε αναπτυξιακό εγχείρημα –συνολικό τομεακό ή ad hoc. με τις χωρικές στρεβλώσεις να μειώνουν δραματικά τη χωρική ελκυστικότητα, εμφανέστερα στις εξωαστικές περιοχές, προστατευτέες ή μη, ακόμη και ιδιαίτερου φυσικού κάλλους.

Μέτρα και ενέργειες συγκρότησης ενός ορθολογικού σχεδιαστικού συστήματος, τόσο επιμέρους, αλλά (σπανιότερα) και συνολικά, ασφαλώς και προωθήθηκαν.

Σχεδιαστικά εγχειρήματα κλίμακας, μετέωρες φιλοδοξίες

Παρά τις κατά περιόδους φιλόδοξες διακηρύξεις που ακολούθησαν την ανάληψη σημαντικών πρωτοβουλιών πολεοδομικής ανασυγκρότησης της χώρας (’80), της απόδοσης κρίσιμων εργαλείων χωροταξικής βιωσιμότητας, τις κατά περιόδους προσπάθειες μεταρρυθμίσεων και μιας αδιαμφισβήτητα εργώδους προσπάθειας των άμεσα εμπλεκομένων, τα αποτελέσματα, είναι σαφώς αναντίστοιχα των τεθέντων στόχων . σε δε επίπεδο εφαρμογής, σε δραματική υστέρηση.

Ο τρόπος με την οποία αντιμετωπίστηκε στην πράξη η καλπάζουσα οικιστική δυναμική, τις δεκαετίες πριν την κρίση –με μάλλον αδιάφορη ενδοαστική ανάπτυξη και όχι σπάνια στρεβλή και ανορθολογικά στον περιμετρικό και στην «extra muros» χώρο –δεν αφήνει περιθώρια για την φύση και αναποτελεσματικότητα του συστήματος. Ούτε οι τραγωδίες στην Μάνδρα, στη Μάκρη, στη Χαλκιδική –φαινόμενα τα οποία δεν θα πρέπει να ιδωθούν ως περιστασιακά ή μεμονωμένα φαινόμενα.

Τα «laisser-faire» των δεκαετιών μετά το ’60, σταδιακά αντικαταστάθηκε από διαδικασίες ολοένα πιο σύνθετες, έως λαβυρινθώδεις, οδηγώντας σε ευρεία «τακτοποιημένη δόμηση»: οι 1.642.470 δηλώσεις αυθαιρεσιών (Αύγουστος 2020, ΤΕΕ), εκ των οποίων 557.470 παντελώς αυθαίρετα κτίσματα, πιστοποιούν την προβληματικότητα της όλης «προγραμματικής λογικής». Καταδεικνύουν παράλληλα, το μέγεθος της χωρικής υποβάθμισης. Με πολύπλευρο και ανυπολόγιστο κόστος και δυσμενέστατες επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα του εδάφους της Επικράτειας. Δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί ωστόσο, ότι η χώρα απέκτησε υψηλό δείκτη ιδιοκατοίκησης, ενώ οι ανοιχτές παραλίες, οι ρυθμίσεις του αιγιαλού, οι γενικά χαμηλές /μεσαίες πυκνότητες, αποτελούν κατακτήσεις του τομέα.

Ο ρόλος των Ευρωπαϊκών πολιτικών στις αστικές υποδομές.

Ο στόχος της απόδοσης ποιότητας ζωής στο ανθρωπογενές περιβάλλον –όσον αφορά τις τεχνικές και κοινωνικές υποδομές –πρωτίστως χάρη στις κοινοτικές πολιτικές, μερικά προσεγγίστηκε: από την ένταξη της χώρας στην (τότε) ΕΟΚ, σταδιακά σημειώθηκε (πιο) ισόρροπη κατανομή ατόμων, δραστηριοτήτων και πόρων στο έδαφος της Ελληνικής Επικράτειας . η οποία θα πρέπει να «πιστωθεί» στη διαρθρωτική πολιτική της Ένωσης, στην απελευθέρωση του Ευρωπαϊκού Πλαισίου Μεταφορών, στις ενισχύσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής στον πρωτογενή τομέα, στην Περιβαλλοντική Πολιτική της Ε.Ε., καθώς και στον τομέα της Ενέργειας (ΑΠΕ) και στην Ερευνητική και Τεχνολογική της δράση (Ε&Τ).

Ωστόσο, η κεντρική επιδίωξη της πολεοδομίας, ο σχεδιασμός του αστικού φαινομένου στη χώρα και στις καθοριστικές παραμέτρους που τον συγκροτούν- μέσω εξυγιάνσεων/ αναπλάσεων υφιστάμενων ιστών, νέων οικιστικών επεκτάσεων, αειφόρου κινητικότητας, συναρμογής των αστικών κέντρων σε (πιο) σύγχρονη βάση- περιμένει ακόμη μετέωρη.

Η αντίφαση: Ευρωπαϊκές Πολιτικές και Εθνική Αστική Στρατηγική. Από ασύμπτωτες πορείες, στην ανάγκη σύγκλισης.

Το θετικό πρόσημο της ΕΕ στη δημιουργία υποδομών, δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη πρόοδο στον Εθνικό Χωροταξικό Σχεδιασμό: οι πορείες των τομεακών πολιτικών που αναφέρθηκαν, οι οποίες άπτονται των πρωταρχικών χωροταξικών στόχων της χώρας, περιστασιακά μόνον συναντήθηκαν, δίχως να ληφθούν ιδιαίτερα υπόψη και σε εδραία βάση.

Για να δοθεί το μέτρο: μπορεί να νοηθεί σχεδιαστικό εγχείρημα σε παράκτιες ή νησιωτικές περιοχές, δίχως να ληφθούν υπόψη και να αποδοθούν/ προβληθούν χωρικά οι επιπτώσεις ευρωπαϊκών στρατηγικών; Για παράδειγμα: οι συνέπειες της άρσης των ρυθμίσεων στην ακτοπλοΐα, της ναυτιλίας μικρών αποστάσεων, της φιλελευθεροποίησης των αερομεταφορών (συμπεριλαμβανομένων των υδροπλάνων και των αεροταξί) . ή οι εσωτερικές και προς τρίτους βιώσιμες μετακινήσεις και οι σχετικές υποδομές . ακόμη η ΚΑΠ επιβάλει χωρικό καθορισμό αγροτικής γης. Εξάλλου η «παράκαμψη» της Ευρωπαϊκής Πολιτικής για την Έρευνα και Τεχνολογία –την κατ’ εξοχήν εποχή της καινοτομίας- στερεί περιοχές με δυναμικό, από τη δημιουργία/ ή δρομολόγηση δομών Ε&Τ: κόμβων καινοτομίας, Θερμοκοιτίδες/ Τεχνολογικά Πάρκα. ωθώντας τους ενδιαφερόμενους/ ή δυνάμει επενδυτές, να χωροθετηθούν πρωτίστως εξωαστικά, ενδεχομένως σε Βιομηχανικές περιοχές ή σε Επιχειρηματικά Πάρκα. τα οποία αναμένεται -εφόσον τελεσφορήσουν-, να επιβεβαιώσουν το ρόλο τους.

Οι «αναπτυξιακές νησίδες» δεν αρκούν. Η εδαφική συνοχή, ως κύριος στόχος.

Η ανάγκη υπέρβασης των επίμονων αγκυλώσεων του εξεταζόμενου τομέα για επενδυτικά κυρίως σχέδια, οδήγησε στη θεσμοθέτηση και προώθηση των «αναπτυξιακών θυλάκων» . οι οποίοι διατελούν σε πιο ευέλικτη σχέση, με τις τοπικές πολεοδομικές ρυθμίσεις.

Αποσυνδέονται ωστόσο, αυτού του είδους αναπτυξιακά ιδιωτικά (πρωτίστως) προγράμματα, από τις ευρύτερες εξελίξεις του χώρου που τα περιβάλει. Τέτοιες πρακτικές ειδικής μεταχείρισης, μπορούν να προκαλέσουν τόσο ενδοαστικές, όσο και ευρύτερες χωροταξικές ανισορροπίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εδαφική συνοχή, αποτελεί κύριο άξονα των παρεμβάσεων (και) ως επιταγή των Ευρωπαϊκών Συνθηκών . κατά συνέπεια, ο σχεδιασμός οφείλει να αποτρέψει «διακεκριμένους πόλους», «επενδυτικές οάσεις» σε μία «αναπτυξιακή έρημο» και ειδικότερα φαινόμενα «κοινωνικής έξωσης» . διαφαινόμενη εξέλιξη, μετά τη δεκαετή τεκτονική κρίση και την τρέχουσα πανδημία.

Πολεοδομία: εσωστρεφής ή ανοιχτή στις εξελίξεις: Δύο σχολές σκέψεις.

Η πολεοδομία, σε όλες τις βαθμίδες, ως δημόσια πολιτική, περιορίστηκε στο στενό χωρικό της «per se». Εστιάστηκε αρχικά στην μικρο-πολεοδομική ή την (στενά) αστική κλίμακα και την ρυμοτομία, περισσότερο ή λιγότερο ασύνδετα με τις αναπτυξιακές εξελίξεις. είναι και ο λόγος που ο τομέας δεν ενθυλάκωσε τις Ενωσιακές Στρατηγικές. Για να διευρύνει, ιδίως την τελευταία εικοσαετία, το αντικείμενο της στις χρήσης γης –ευρύτερα εξωαστικά, όχι μόνον «intra muros»- ως όφειλε . δίχως ωστόσο αν αφομοιώσει το «αναπτυξιακό μάθημα».

Η άλλη θεώρηση, η οποία θέλει τον Χωροταξικό σχεδιασμό ως τον «επισπεύδοντα» της ανάπτυξης, με την συντονιστική πρωτοβουλία, συσσωματώνει τις κύριες παραμέτρους που τη στοιχειοθετούν, προσανατολίζοντας τες σε κατάλληλες χωροθετήσεις. Η σχολή αυτή σκέψης, βρίσκει στον Κ.Α. Δοξιάδη, τον Ιδρυτή της «Οικιστικής», τον ιδανικό εκπρόσωπο.

Σε ένα διεθνές περιβάλλον ισχυρών αλληλεξαρτήσεων –οι διακυμάνσεις των σχέσεων μεταξύ των «κύριων συνομιλητών», δεν αλλάζουν ουσιαστικά την κατισχύουσα τάση- η ανταγωνιστικότητα, ακόμη και η επιβίωση κάθε αστικής περιοχής/ περιφέρειας/ χωρικών ενοτήτων κλίμακας, συναρτάται άμεσα, από την ικανότητα της να αντλήσει οφέλη από τις ροές των δικτύων που συγκροτεί το πλέγμα των κυριότερων πόλων ανάπτυξης: οικουμενικών πόλεων/ μητροπόλεων/ αστικών συναθροίσεων και κέντρων, «poles d’ excellence». Ροές οικονομικές, τεχνολογικές, πολιτιστικές ή με έννοια της συμμετοχής στη λήψη (διεθνών) αποφάσεων, (και) πολιτικές.

Συγκεκριμένα: ο ρόλος του λιμένα στον Πειραιά στην παγκόσμια ναυτιλία, του παρέχει σαφώς συγκριτικό πλεονέκτημα, εντάσσοντας τον, στο παγκόσμιο δίκτυο θαλάσσιων και πιθανώς ευρωπαϊκών συνδυασμένων μεταφορών. Είναι παράλληλα (και προδήλως) η δημιουργία/βελτίωση των υποδομών, των πολιτιστικών δομών, της αναβάθμισης του κτιριακού αποθέματος, των αειφόρων μετακινήσεων, των οικονομικών υποδοχέων, που θα τον καταστήσουν ελκυστικό για τους κατοίκους, επιχειρήσεις, επισκέπτες, και θα ενισχύσουν το επενδυτικό ενδιαφέρον.

Η δυναμική των χωρικών δικτύων και προσέγγιση της «Γεωστρατηγικής Χωροταξίας»

Ο στατικός «τόπος στέγασης» ανήκοντας από δεκαετίες στον παρελθόν, έχει μεταλλαχθεί σε ένα δυναμικό «χώρο δικτύων επικοινωνίας». Μία αστική πολιτική με αξιώσεις για ένα βιώσιμο μέλλον, θα πρέπει όχι μόνον να προσαρμοστεί, αλλά να προκαταλάβει τις εξελίξεις.

Η ενθάρρυνση σύστασης αστικών δικτύων, όχι μόνον σε επίπεδο επικράτειας και Ένωσης, αλλά και διεθνικών –με ουσιαστικά χαρακτηριστικά- είναι προαπαιτούμενο ενδυνάμωσης της χωρικής ανταγωνιστικότητας. Ενέργεια η οποία θα πρέπει να ενσωματωθεί σε όλες τις σχεδιαστικές βαθμίδες της Εθνικής Χωροταξικής Πολιτικής. Η οποία δεν δύναται πλέον να είναι παραμένει μετέωρη.

Κατάλληλη μεθοδολογία θα μπορούσε να αποτελέσει ή σχεδιαστική προσέγγιση της «Γεωστρατηγικής Χωροταξίας» -η οποία αποσκοπεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των νέων και αναδυόμενων μορφών εδαφικότητας: αυτών που προκύπτουν από την οικουμενοποίηση των όρων ανταλλαγών κεφαλαίου, τεχνογνωσίας, υπηρεσιών στελέχωσης, τεχνολογίας. όπως και από τις κοινοτικές και εγχώριες πολιτικές και τη διάχυση της καινοτομίας στο χώρο. (Στ. Τσέτσης, 2001).

Κεντρικό της σημείο και στρατηγική επιδίωξη, αποτελεί η άρθρωση της τοπικής, με την ευρεία έννοια πραγματικότητας –αστικής, συστήματος αστικών κέντρων, περιφερειακής- με τις διεθνείς. και η αξιοποίηση/ προώθηση/ ανάδειξη των γεωστρατηγικού χαρακτήρα των παραμέτρων εκείνων, που διαμορφώνουν τη χωρική και αναπτυξιακή της διάρθρωση.

Άρση του συγκεντρωτισμού: Αρχή της Επικουρικότητας και Συνταγματικές ρυθμίσεις ως προαπαιτούμενο.

Το όλο σύστημα ρύθμισης χώρου στην Ελλάδα, όσον αφορά στη λήψη αποφάσεων, ενέχει μία αντίφαση. Η αρχή της επικουρικότητας, βάσει της οποίας δεν ανατίθενται σε ανώτερη διοικητική βαθμίδα αρμοδιότητες, που μπορούν να ασκηθούν καλύτερα -και πιο κοντά στον πολίτη- σε κατώτερο, δεν βρήκε εφαρμογή στον αστικό σχεδιασμό.

Η Πολιτεία δεν έπραξε το αυτονόητο: να προβεί σε τροποποίηση του ισχύοντος Συντάγματος –σύμφωνα με το οποίο η πολεοδομία ασκείται αποκλειστικά από το κράτος, την κεντρική διοίκηση- επιτρέποντας τη λήψη σχετικών πρωτοβουλιών και θεσμικών αποφάσεων, από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, για μία υπόθεση που την αφορά άμεσα.

Η αποκατάσταση μιας παράλειψης, συνιστά προαπαιτούμενο για την άρση των πολεοδομικών αγκυλώσεων, με παράλληλα μέτρα ενδυνάμωσης της διοικητικής ικανότητας των ΟΤΑ στο αντικείμενο.

Ο ρυθμιστικός ρόλος του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Αποφάσεις Ανώτατων Δικαστηρίων, έχουν διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στην εξελικτική πορεία (σχετικών) τομεακών πολιτικών: Η Απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου της 22ας Μαΐου του 1994 -μετά από προσφυγή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου- καταδίκασε το αρμόδιο Συμβούλιο Υπουργών Μεταφορών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, διότι παρέλειψε να προωθήσει μία Κοινή Ευρωπαϊκή Πολιτική Μεταφορών, όπως ρητά είχε προβλεφθεί, από τις Ιδρυτικές Συνθήκες. αποτελώντας θρυαλλίδα στην μετέπειτα πρόοδο που σημείωσε ο τομέας. Είχε γίνει παράλληλα, ευρέως αποδεκτό στους κοινοτικούς κόλπους, ότι είναι τα επιφορτισμένα αρμόδια όργανα, αυτά τα οποία θα πρέπει να προωθούν -και να έχουν την ευθύνη- την στρατηγική του τομέα.

Το Συμβούλιο της Επικρατείας, αναντίρρητα με ευεργετική συμβολή στην προστασία του Περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένου του ανθρωπογενούς, συγκράτησε φαινόμενα πολεοδομικών στρεβλώσεων και αυθαιρεσιών. Το σκεπτικό της Απόφασης του Φθινοπώρου του 2015 ωστόσο, σύμφωνα με την οποία η πρακτική των νομιμοποιήσεων αυθαιρέτων –με οποία λεκτική επινόηση ακολούθησε- συνάδει με τις επιταγές του Συντάγματος περί Προστασίας του Περιβάλλοντος, δεν είναι εύκολα κατανοητό . εγείροντας ερωτήματα συμβατότητας με το ευρωπαϊκό κεκτημένο . επιφέροντας αλυσιδωτές αντιδράσεις στις πρακτικές δόμησης, μια ποσοτικοποιημένη αποτίμηση των οποίων, θα έδειχνε την εικόνα των τάσεων.

Η εμπειρία καταδεικνύει ότι το κύμα αυθαιρεσίας, δεν ανακόπτεται από το σκεπτικό του «δώσε και σώσε».

Στην επικείμενη Συνταγματική Αναθεώρηση, η διασαφήνιση ότι η όποια μορφή «τακτοποίησης», αντιβαίνει στην προστασία του Περιβάλλοντος, θα έδινε την απαιτούμενη αξιοπιστία στον σχεδιασμό. Κενά, παραλείψεις και αντιφάσεις στο τομέα του σχεδιασμού, διαχρονικά, δεν λείπουν. αντίθετα . θα ήταν ευεργετικό για το μέλλον του δομημένου περιβάλλοντος, την προστασία του περιμετρικού των πολεοδομικών ιστών χώρων, τις εξωαστικές περιοχές, το δημόσιο χώρο-το μέλλον του αστικού φαινομένου της χώρας δηλαδή- το ΣτΕ, επιτελικά, στο πρότυπο της προαναφερθείσης Απόφασης του Ευρωπαϊκού του ΄95, να δώσει λύσεις. Εξέλιξη, που προϋποθέτει την κοινωνία των πολιτών, συναισθανόμενη το χρέος της, να προσφύγει vs γενικών κανόνων.

Εδραίες επιδιώξεις, αναφυόμενες προκλήσεις

Η πρόσφατη πολιτική απόφαση σχεδιασμού του συνόλου του εδάφους της Επικράτειας -ένα πάγιο αίτημα με πρωτοβουλία του ΥΠΕΚΑ και Ευρωπαϊκή στήριξη- συνιστά, αδιαμφισβήτητα στροφή και θετική εξέλιξη.

Νέες προκλήσεις και προϋπόθεση «εκ των ω ουκ άνευ» για την επιτυχία του όλου εγχειρήματος αποτελεί/ούν: ο καθορισμός σαφών κατευθύνσεων με ποσοτικοποιημένους στόχους και ευρωπαϊκούς, προσανατολισμούς για τη διαμόρφωση των οποίων η χώρα συμμετέχει ισότιμα στους κόλπους των οργάνων της Ένωσης. Οι ευρύτερες γεωστρατηγικές στοχεύσεις, πέραν των Ενωσιακών υποχρεώσεων, συνιστούν λογική πλέον εξέλιξη.

Εγχώρια εμπειρία και διεθνής πρακτική κατέδειξαν επαρκώς, ότι Πολεοδομικά Σχέδια, ανεξαρτήτου κλίμακας και (ευρηματικής) ονοματολογίας, αποδίδουν –όταν τελεσφορούν- εφόσον εντάσσονται σε μία εθνική χωροταξική πολιτική. αποτελώντας θεσμικό άξονα κατευθύνσεων, προσανατολισμών, υποστηρικτικό υπόβαθρο Σχεδίων/δράσεων/ μέτρων. διασφαλίζοντας φορείς, μέσα και εργαλεία εφαρμογής. Ενέργειες, οι οποίες απαιτούν τομές.

Στρατηγικές, μέτρα και ενέργειες μετάβασης σε καθαρή ενέργεια, θαλάσσιες ρυθμίσεις χωρικού χαρακτήρα, γαλάζια ανάπτυξη, πράσινοι διάδρομοι, ευφυείς μετακινήσεις, κυκλική αστική οικονομία, συνιστούν πεδία που οφείλουν να ενσωματωθούν –και ως κοινοτική δέσμευση- στη σχεδιαστική διαδικασία, σε όλες τις κλίμακες. και να διερευνηθεί η χωρική τους προβολή, ως χωρικό αναπτυξιακό υπόστρωμα.

Στη βάση αυτών των δεδομένων, είναι η «Forma Urbis» -ο σχεδιασμός της αστικής δομής σε όλες τις διαστάσεις- το κεντρικό ζητούμενο: Πολεοδομική άρθρωση / (και) αστικά δίκτυα. Δίχως πλασματικά διλλήματα, όπως αναμόρφωση υφιστάμενων δομημένων ιστών ή νέες επεκτάσεις. ή ακόμη εμμονική προσκόλληση σε μία μόνον τυπολογία, της λεγόμενης «συμπαγούς πόλης» – τυπολογίας ήδη ξεπερασμένης, ως μιας και μοναδικής πολεοδομικής δομής, από τις ίδιες τις εξελίξεις.

Η ανάγκη «συνεκτικότητας», πεμπτουσία της πολεοδομίας, διασφαλίζεται στις κύριες αστικές τυπολογικές αρθρώσεις.

Η «Πολεοδομική Μνήμη», ως πυρήνας της νέας αστικότητας

Η συνταγματική υποχρέωση προστασίας /διατήρησης/ ανάδειξης -της αδιάλειπτης από χιλιετίες στη χώρα- «Πολεοδομικής Μνήμης», συχνά αλλοιωμένης και κατακερματισμένης, βρήκε στον αρμόδιο για την φύλαξη φορέα, αυθεντικό κυματοθραύστη στις βίαιες τάσεις αστικοποίησης.

Ως νέο στοίχημα προβάλει η σύνδεση/ ενοποίηση συνόλων, μνημείων, «σπαραγμάτων» αλλοτινών εποχών και η θεσμοθέτηση της «συνομιλίας» (στους περιμετρικούς τους χώρους), με τη σύγχρονη αρχιτεκτονική δημιουργία.

Αναδεικνύοντας, ερείσματα ταυτότητας του τόπου -τον πυρήνα μιας νέας αστικότητας-, που συνδιαλέγεται με το «Genius Loci», χαμένο στο «αδιάφορο της αστικής μορφολογίας» του σήμερα.

Αναθεμελίωση πως; «Ο τρώσας και ιάσεται;»

Το καίριο ερώτημα που εγείρουν τα παραπάνω, παραπέμπτει στο χρησμό του Ομηρικού Τήλεφου, όταν ο Απόλλωνας ρωτήθηκε πως θα επουλωθούν τα τραύματα που προξένησε ο Αχιλλέας στο Τήλεφο, για να λάβει την απάντηση: «Ο τρώσας και ιάσεται» : αυτός που τα προκάλεσε, αυτός θα τα θεραπεύσει. Ή με άλλους όρους: η απολύτως αναγκαία επανεκκίνηση ενός συστήματος προς αναθεμελίωση, μπορεί εκ των πραγμάτων να βασιστεί σε άνευρες πρακτικές και «δοκιμασμένες» πολιτικές συνταγές του παρελθόντος. ή με άτολμους πειραματισμούς με ακαδημαϊκό χρώμα; ή με αναθεμελίωση του όλου συστήματος.

Η ώρα της πολιτικής: Μίτος της Αριάδνης ή Γόρδιος Δεσμός;

Η απάντηση είναι, σαφώς, πολιτική.

Η «διέξοδος» του Μίτου της Αριάδνης, από ένα Λαβυρινθώδες σύστημα –που παραπέμπει σε «ανάπτυξη με διαρκή πανωσηκώματα», αντί της αναθεμελίωσης τους- έχει δείξει, τα όρια και το εξαιρετικά υψηλό κόστος διατήρησης του: το Μάτι, η επινόηση των «τακτοποιήσεων, ως πολεοδομικής «σταθεράς», οι ματαιώσεις ή οι ιδιαίτερα σχοινοτενείς χρόνοι υλοποίησης αναπτυξιακών Σχεδίων/ Προγραμμάτων, μας το υπενθυμίζουν με τον πιο δραματικό τρόπο. Η αλληγορία του Σίσυφου ακόμη και για εμβληματικά επενδυτικά/ αναπτυξιακά Σχέδια ή η εμπειρία πρότερων ευρείας κλίμακας Πολεοδομικών Σχεδίων Προγραμμάτων, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για αισιόδοξες εκτιμήσεις. και ασφαλώς αδικούν τις καταβληθείσες προσπάθειες.

Το παράδειγμα της Αθήνας ωστόσο –παρ’ όλες τις ενστάσεις, ακόμη και σοβαρές, για πτυχές του εγχειρήματος, έδειξε ότι η Ελληνική Πόλη, μπορεί να αναβαθμιστεί. και να συμπλεύσει με το ισχυρό «αναπτυξιακό ρεύμα» του δικτύου των ευρωπαϊκών και διεθνών αστικών κέντρων. αντλώντας πολύπλευρα οφέλη.

Παράλληλα, δεδομένης της νέας Αναπτυξιακής Περιόδου 2021-2027 και των Ευρωπαϊκών Πρασίνων Πρωτοβουλιών, η πολεοδομία δεν μπορεί να παραμένει ισχυρό αναπτυξιακό αντικίνητρο και αποτρεπτικός παράγοντας ανταγωνιστικότητας της χώρας.

Ο Γόρδιος Δεσμός, προβάλει ως μονόδρομος.

Λαμβάνοντας δε υπόψη ότι, ήδη από τις όντως παραγωγικές θητείες των «έκπτωτων Μάνου και Τρίτση», τις προσπάθειες μεταρρυθμίσεων, συχνά ακολουθούν οι (φερόμενοι) ως πολιτικοί «πραγματιστές», η σκυτάλη πηγαίνει στον πρώτο τη τάξη πολιτικό.