Απασχολημένοι με τους εκάστοτε εγχώριους ρυθμούς εμβολιασμού, οι πολίτες των ανεπτυγμένων χωρών, μεταξύ τους και η Ελλάδα, μικρή σημασία δίνουν στο τι συμβαίνει στην υπόλοιπη υδρόγειο, κυρίως δε στις χώρες του Τρίτου Κόσμου. Πρόκειται όμως για μεγάλο λάθος, κι όχι μόνο για λόγους ηθικής και αλληλεγγύης.
Οι χώρες αυτές, στον βαθμό που μένουν πίσω στη μόνη αποτελεσματική άμυνα κατά της Covid-19, δηλαδή τον εμβολιασμό και το περίφημο «τείχος ανοσίας», μετατρέπονται σε πεδία καλλιέργειας νέων μεταλλάξεων του κορωνοϊού, οι οποίες ακριβώς όπως ταξίδεψε σε ελάχιστο διάστημα η αρχική μορφή του, από την Κίνα έως τα πέρατα του κόσμου, εύκολα θα περάσουν σύνορα για να δημιουργήσουν νέο πρόβλημα, με τον σοβαρό κίνδυνο κάποιες εξ αυτών να αποδειχθούν ανθεκτικές, ή έστω ανθεκτικότερες, στα υπάρχοντα εμβόλια.
Δυστυχώς, τέτοια φαινόμενα συμβαίνουν ήδη στην Ινδία, που λυγίζει κάτω από ένα συνταρακτικό κύμα κρουσμάτων και απωλειών, ενώ δεν αποκλείεται να ακολουθήσουν και άλλες χώρες. Λεπτομέρεια με σημασία: Η Ινδία είναι χώρα παραγωγής εμβολίων (παράγει τοπικά και το AstraZeneca), πλην όμως έχει τεράστιο πληθυσμό, που ξεπερνά το 1,36 δισεκατομμύριο, χωρίς τις αντίστοιχες δυνατότητες χορήγησης εμβολίων.
Η παγκοσμιοποίηση όμως σε συνδυασμό με την πανδημία δεν απαιτεί μόνο μια πιο αλληλέγγυα διεθνή παρέμβαση στο θέμα των εμβολίων. Απαιτεί και νέα οπτική σε ό,τι αφορά την αναδιανομή του πλούτου, μέσω της φορολογίας.
Η πρόταση της υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ για την καθιέρωση ενός παγκόσμιου ελάχιστου κοινού παρονομαστή στα εταιρικά κέρδη ήρθε σχεδόν ταυτόχρονα με τις εξαγγελίες Μπάιντεν για σημαντική αύξηση στη φορολογία των κεφαλαιακών κερδών στις ΗΠΑ.
Στην πράξη, τα δύο μέτρα είναι προς την ίδια κατεύθυνση: Δύσκολο να φορολογήσεις τον πλούτο, αν αυτός μπορεί άνετα να μετακομίσει κάπου αλλού, για να πληρώνει μηδαμινούς φόρους.
Στο υπόβαθρό όμως αυτών των εξαγγελιών, βρίσκεται κάτι παραπάνω από την ανάγκη της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ να χρηματοδοτήσει μια σειρά από ζωτικά προγράμματα, προκειμένου να καταπολεμήσει την ανισότητα αλλά και να εκσυγχρονίσει τις υποδομές της.
Βρίσκεται η διαπίστωση ότι η πανδημία όχι απλώς έχει οξύνει το φαινόμενο των ανισοτήτων παγκοσμίως, αλλά έχει αυξήσει και τις προσδοκίες για κρατική παρέμβαση. Eχει επαναφέρει στο προσκήνιο συνολικά τον ρόλο του κράτους, που εμφανίστηκε κορυφαίος όχι μόνο σε ό,τι αφορά τη δημόσια υγεία, αλλά και τη στήριξη της «ιδιωτικής οικονομίας», σε μια περίοδο κατά την οποία χωρίς κρατική στήριξη, θα είχε καταρρεύσει!
Εν ολίγοις, ανάμεσα στις αλλαγές που επέφερε και επιφέρει η πανδημία, περιλαμβάνεται μια νέα οπτική σε ό,τι αφορά στον ρόλο του κράτους αλλά και στην προσέγγιση της παγκοσμιοποίησης, που έως πρότινος αντιμετωπιζόταν πρωτίστως από τη «χρηματιστική» της πλευρά. Χωρίς να δίδεται, πέρα από κάποιους κύκλους ειδικών, ιδιαίτερη σημασία στις λιγότερο εμφανείς όψεις των αλληλεξαρτήσεων που αυτή δημιουργεί, αλλά και στις επιπτώσεις που έχει στο εσωτερικό των ίδιων των ανεπτυγμένων χωρών.
Αναμφίβολα, ακριβώς λόγω του οικονομικού και γεωπολιτικού μεγέθους των Ηνωμένων Πολιτειών, οι κινήσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν θα «αντηχήσουν» ευρύτερα στη Δύση, πιθανώς αλλάζοντας το πλαίσιο που ξέραμε τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και το περιεχόμενο του πολιτικού διαλόγου, στο εξωτερικό και στην Ελλάδα. Κι αυτό, αν συμβεί, θα είναι όντως μια αλλαγή προς το καλύτερο. Διότι φαίνεται πλέον πεντακάθαρα ότι οι συνέπειες της παγκοσμιοποίησης ούτε είχαν μελετηθεί όσο έπρεπε ούτε ήταν όλες θετικές, επειδή «αφέθηκε ελεύθερη η αγορά», όπως αρκετοί πρέσβευαν.
Πηγή: euro2day.gr