Το 56% του πληθυσμού της χώρας έχει κάνει και τις δύο δόσεις των εμβολίων, αλλά αν ληφθεί υπόψη πως σχεδόν το 40% των κατοίκων είναι ανήλικοι, το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης των ενηλίκων εκτοξεύεται στο 93%. Τα παραπάνω επεσήμανε ο καθηγητής Νευροανοσολογίας στο Πανεπιστήμιο του Hadassah στην Ιερουσαλήμ Δημήτρης Καρούσης, αναφερόμενος στο εντυπωσιακό success story του Ισραήλ, από το βήμα του 32ου Συνέδριο Νευρολογίας στη Θεσσαλονίκη.
Ο ίδιος αναφέρθηκε στα αποτελέσματα μελετών που βρίσκονται σε εξέλιξη για τους μηχανισμούς με τους οποίους λειτουργούν οι διάφορες μορφές ανοσοποίησης, ανέλυσε τα μέχρι σήμερα γνωστά δεδομένα αναφορικά με τη διάρκεια της ανοσίας από το εμβόλιο ή τη φυσική νόσηση, ενώ επεσήμανε με έμφαση πως θα ήταν λάθος αν οι αποφάσεις για το επόμενο διάστημα επικεντρωθούν μόνο στα εξουδετερωτικά αντισώματα.
Πώς λειτουργεί η ανοσία
«Πολλές φορές χρησιμοποιούμε τον μπούσουλα της εξέτασης των αντισωμάτων και νομίζουμε ότι με αυτό έχουμε την απάντηση για την ανοσοποίηση. Ενώ στην ουσία, η απάντηση για την ανοσοποίηση είναι ο συνδυασμός και των τριών μορφών ανοσίας και όχι ενός μόνο», επεσήμανε και επιχείρησε να εξηγήσει τους μηχανισμούς της ανοσίας.
Όπως είπε, τα αντισώματα δεν υπάρχουν εκ του μηδενός και δεν δημιουργούνται μόνο από τα Β κύτταρα, αλλά χρειάζονται οπωσδήποτε τη βοήθηση των T helpers λεμφοκυττάρων. «Χωρίς την ύπαρξη αυτών -έχουν γίνει πολλές μελέτες σε ποντίκια αλλά και σε κάποιους ασθενείς που τους λείπουν κάποια τέτοια κύτταρα- έχουμε 90% λιγότερα αντισώματα. Επομένως, αν κάποιος αφαιρέσει τα Τ helpers από τους λεμφαδένες, θα έχει μόνο 10% αντισώματα», σημείωσε.
Αναφερόμενος στην τεράστια ετερογένεια όσον αφορά την ανοσοποίηση στη λοίμωξη Covid, με τους περισσότερους να περνούν την ασθένεια πάρα πολύ ήπια και ορισμένους να καταλήγουν σε πιο σοβαρές μορφές, είπε πως εκτός από τις συννοσηρότητες, την ηλικία, το γενετικό υπόβαθρο και τη διασταυρούμενη αντίδραση υπάρχουσας ανοσίας, παίζει σημαντικό ρόλο και η πρωτογενής ανοσία.
Υπογράμμισε πως όλες οι ήπιες και οι μέτριες περιπτώσεις λοίμωξης από κορωνοϊό έχουν ως πολύ σημαντικό κεντρικό στοιχείο της ανάρρωσης την ύπαρξη T κυττάρων και αντισωμάτων παράλληλα.
«Τι διαφοροποιεί αυτούς που έχουν σοβαρή λοίμωξη και νοσηλεύονται; Τα αντισώματα είναι περίπου τα ίδια, αλλά τα T κύτταρα είναι ελαττωμένα. Επομένως θα έλεγε κανείς όχι απλώς τα T κύτταρα έχουν σημαντικό ρόλο στην παραγωγή των αντισωμάτων, αλλά αυτά είναι που καθορίζουν και το πόσο σοβαρή θα είναι η εξέλιξη της ασθένειας. Και αυτή η εξειδικευμένη αντίδραση με τα Τ κύτταρα αρχίζει μαζί με τα αντισώματα και στις τρεις εισόδους του ιού, από το στόμα, τη μύτη και μέχρι τους πνεύμονες», τόνισε.
Πόσο διαρκεί η ανοσία
Αναφορικά με τη χρονική διάρκεια της ανοσίας έπειτα από φυσική λοίμωξη, ο καθηγητής επικαλέστηκε τα αποτελέσματα μελέτης που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο περιοδικό Cell, σε 188 ασθενείς. Όλοι τους είχαν ήπια ή μέτρια νόσηση και τα αντισώματά τους μετρήθηκαν για χρονική διάρκεια μέχρι ενός έτους.
«Αυτό που φάνηκε, είναι ότι υπάρχει η τάση να πέφτουν τα αντισώματα, αλλά κρατάνε σε ψηλά επίπεδα αυτά που λέγονται εξουδετερωτικά μέχρι τουλάχιστον 240 μέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων. Αυτό όμως που είναι πιο σημαντικό, αυτά που όχι απλώς υπάρχουν αλλά αυξάνουν, είναι τα memory B cells και επίσης συνεχίζει να υπάρχει ένα πολύ καλό επίπεδο Τ κυττάρων που αντιδρούν ακόμη και κοντά στον χρόνο μετά τα πρώτα συμπτώματα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί θα μας διδάξει και το αν χρειάζεται και τρίτο εμβόλιο ή αν χρειαστεί γενικότερα να ενισχύσουμε την ανοσοποίηση μετά τον εμβολιασμό», τόνισε.
Μελέτη σε ασθενείς με σκλήρυνση κατά πλάκας
Σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα που δημοσιοποίησε ο κ. Καρούσης, μόνο το 1/3 των ασθενών αναπτύσσουν αρκετά εξουδετερωτικά αντισώματα και τα επίπεδά τους είναι πολύ χαμηλότερα σε σχέση με τον υγιή πληθυσμό, αλλά όλοι έχουν αντίδραση στα Τ κύτταρα.
Παρατηρείται προς το παρόν μια τάση των γυναικών να έχουν μεγαλύτερο τίτλο αντισωμάτων σε σχέση με τους άνδρες, η οποία μένει να επιβεβαιωθεί.
Τα πρώτα στοιχεία δεν δείχνουν συσχέτιση με το κάπνισμα και το αν παίρνουν θεραπεία ή όχι.
«Εφόσον μέχρι τώρα δεν έχουμε δει και κάποιο στοιχείο που να μας δείχνει ότι υπάρχει τάση για αύξηση των νόσων μετά τον εμβολιασμό, πιστεύω ότι πρέπει να συνεχίσει ως έχει. Δεν είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξει τρίτος εμβολιασμός, αλλά δεν πρέπει να αλλάξουμε τη στάση μας ούτε στη θεραπεία ούτε στο εμβολιαστικό σχήμα», κατέληξε.
Πηγή: euro2day.gr