Στα μάτια του μουσουλμανικού κόσμου και σε ιδεολογικό επίπεδο, η δυτική δημοκρατία υφίσταται μια οδυνηρή συντριβή, η οποία όμως ενδέχεται να έχει απροσδόκητες γεωπολιτικές συνέπειες και διπλωματικές επιπτώσεις.
Του Αθαν. Χ. Παπανρόπουλου
Τί εμποδίζει τον μέσο μουσουλμάνο Πακιστανό, Αφγανό, Ιρανό, Σύρο και Ιρακινό να αναρωτηθεί: αν στην αρχή της δεκαετίας του 1980 η αποχώρηση των Σοβιετικών από το Αφγανιστάν ήταν η αρχή του τέλους για το κομμουνισμό, γιατί σήμερα η ήττα της Δύσης στο Αφγανιστάν να μην είναι σε πρώτη φάση η ιδεολογική κατάρρευση της φιλελεύθερης δημοκρατίας; Και για ποιό πόλεμο κατά της τρομοκρατίας μιλάμε όταν στην Καμπούλ την εξουσία αναλαμβάνουν οι πιο ακραίοι ισλαμιστές, που είναι ταυτοχρόνως και οι μεγαλύτεροι έμποροι οπίου και όπλων στον κόσμο.
Την ίδια στιγμή, απελπισμένοι μουσουλμάνοι βλέπουν να εγκαθίστανται στο Λονδίνο Αφγανοί εκπρόσωποι της ελίτ της χώρας τους, οι οποίοι μέσα σε περίπου 20 χρόνια ενθυλάκωσαν μέρος απο τα 1000 δις. δολλάρια αμερικανική βοήθεια… στον “πόλεμο κατά της τρομοκρατίας… Ακόμα χειρότερα, η επέμβαση της Ατλαντικής Συμμαχίας στο Αφγανιστάν του 2001, στο οποίο οι Ταλιμπάν ασκούσαν εξουσία συνεργαζόμενοι με την Αλ Κάϊντα του Μπιν Λάντεν, τους έδωσε την ευκαιρία να ενισχύσουν τη μαφιόζικη πτέρυγα τους η οποία σήμερα ελέγχει το 90% της διακίνησης οπίου στον κόσμο.
Υπό αυτή την έννοια, η επιστροφή των Ταλιμπάν στην εξουσία είναι πολυσήμαντη και θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό το γεωπολιτικό σκηνικό σε μια εύφλεκτη περιοχή. Κατά κύριο δε λόγο θα παίζει ρόλο στις σχέσεις του Πακιστάν με τη Δύση, την Κίνα και την Ινδία. Σχέσεις όμως που θα έχουν αντίκτυπο και στην τουρκική εξωτερική πολιτική.
Όπως εύστοχα γράφει ο Τιμ Μάρσαλ στο θαυμάσιο βιβλίο του “Αιχμάλωτοι της Γεωγραφίας (Εκδόσεις Διόπτρα, μετάφραση Σπυρίδων Κατσούλας), “όταν οι Σοβιετικοί εισέβαλαν στο Αφγανιστάν το 1979, η Ινδία πρόσφερε διπλωματική στήριξη στη Μόσχα, ενώ το Πακιστάν έσπευσε να βοηθήσει τους Αμερικανούς και τους Σαουδάραβες να εξοπλίσουν, να εκπαιδεύσουν και να χρηματοδοτήσουν τους μουτζαχεντίν στον αγώνα τους εναντίον του Κόκκινου Στρατού. Με το που ηττήθηκαν οι Σοβιετικοί, οι υπηρεσίες πληροφοριών του Πακιστάν, η Διυπηρεσιακή Διεύθυνση Πληροφοριών (ΔΔΠ), συνέβαλαν στη δημιουργία και κατόπιν στήριξαν τους Αφγανούς Ταλιμπάν, οι οποίοι ανέλαβαν την εξουσία της χώρας”.
Εξουσία βέβαια την οποίαν είχαν φροντίσει να ξεκαθαρί9σουν από ενοχλητικά πρόσωπα, όπως ο θρυλικός στρατηγός Αχμέντ Σαχ Μασούντ, που ήταν φιλικός προς τη Δύση. Στη δολοφονία αυτή, λέγεται ότι έπαιζε ρόλο και το Πακιστάν, το οποίο έχει φυσικούς συμμάχους στις τάξεις των Αφγανών Ταλιμπάν, ήτοι τη φυλή των Παστούν. Κατά συνέπεια, για αρκετά χρόνια, το Πακιστάν ναι μεν πουλούσε εξυπηρέτηση στη Δύση, πλην όμως ήταν και σημαντική πηγή πληροφόρησης των Ταλιμπάν.
Από το 2001 έως το 2011, υψηλόβαθμα στελέχη του πακιστανικού καθεστώτος, έπαιζαν διπλό παιχνίδι. Η Αμερική μπορεί να είχε τη στρατηγική της, αλλά το Πακιστάν ήξερε αυτό που ήξεραν και οι Ταλιμπάν: ότι μια μέρα οι Αμερικανοί θα έφευγαν, κι όταν θα ερχόταν αυτή η μέρα, η εξωτερική πολιτική του Πακιστάν θα εξακολουθούσε να χρειάζεται μια φιλικά προσκείμενη κυβέρνηση στο Αφγανιστάν. Κάποιες φατρίες εντός του πακιστανικού στρατού και της κυβέρνησης συνέχιζαν να προσφέρουν βοήθεια στους Ταλιμπάν, ποντάροντας στο γεγονός ότι μετά την αποχώρηση του ΝΑΤΟ το νότιο μισό του Αφγανιστάν θα επέστρεφε στον έλεγχο των Ταλιμπάν, διασφαλίζοντας έτσι ότι η Καμπούλ θα χρειαζόταν να βρίσκεται σε ανοιχτή γραμμή με το Ισλαμαμπάντ.
Έχοντας άφθονες, έγκυρες και πρωτογενείς πληροφορίες, από τις πακιστανικές υπηρεσίες, την περίφημη ΔΔΠ ( Διυπηρεσιακή Διεύθυνση Πληροφοριών), οι Ταλιμπάν άρχισαν πετυχημένο κλεφτοπόλεμο κατά των δυτικών δυνάμεων και περίμεναν καρτερικά τη σταδιακή αποχώρηση τους. Και δεν είχαν άδικο.
To 2019 είχαν μείνει στη χώρα μόλις 14.000 Αμερικανοί στρατιώτες, μαζί με περίπου 8.500 Ευρωπαίους και άλλους ξένους στρατιώτες, οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν βρίσκονταν πλέον στην επίθεση. Στο απόγειο της δύναμής του ο αριθμός άγγιζε τους 130.000 το 2011. Με τον τέως πρόεδρο Τραμπ καθ’ όλα πρόθυμο να τερματίσει την αμερικανική εμπλοκή στον «μακροβιότερο πόλεμο» της ιστορία της, ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις με τους Ταλιμπάν επί τη βάσει ενός σχεδίου απόσυρσης όλων των ξένων δυνάμεων εντός πέντε ετών σε μια συμφωνία που θα άφηνε την κυβέρνηση στην Καμπούλ να μοιράζεται την εξουσία με τους Ταλιμπάν.
Με τους τελευταίους να κάνουν ό,τι θέλουν στην πακιστανική πόλη Πεσαβάρ, που είναι σημαντικό βιομηχανικό σύμπλεγμα. Στην πόλη αυτή παράγονται απομιμήσεις καλάσνικοφ, εκρηκτικές ύλες και συστήματα πληροφοριών. Η Πεσαβάρ προσφέρει επίσης μια βάση για τους αξιωματούχους της ΔΔΠ που κατευθύνονται προς το Αφγανιστάν, κομίζοντας χρήματα και οδηγίες για τις προσκείμενες στους Ταλιμπάν οργανώσεις στην αντίπερα πλευρά των συνόρων. Το Πακιστάν αναμειγνύεται στρατιωτικά στο Αφγανιστάν εδώ και δεκαετίες, σήμερα όμως κανείς δεν γνωρίζει ποια θα είναι η συνέχεια. Διότι στην νέα εξουσία στην Καμπούλ θα υπεισέλθουν και νέοι παίκτες, όπως Κίνα, Ρωσία, Ιράν και Ινδία.
Παίκτες όμως που αγνοούν και αυτοί πολλές πτυχές της ιστορίας του Αφγανιστάν ,μια χώρα που διόλου τυχαία ονομάστηκε «Νεκροταφείο των Αυτοκρατοριών».