Του Γιάννη Μαρίνου
Κυρίαρχο παραμένει επί χρόνια το ερώτημα: γιατί η αστυνομία δεν συλλαμβάνει τους κουκουλοφόρους που δρουν ανενόχλητοι και αντιμετωπίζονται μόνο με ρίψη δακρυγόνων, αλλά ποτέ με περικύκλωση για τη σύλληψή τους; Από πλευράς αστυνομίας καταγγέλλονται για υποκρισία οι κατήγοροί τους: «Οταν», λένε, «προβαίνουμε σε συλλήψεις, εμφανίζονται αυτόκλητοι υποστηρικτές των βανδάλων και ζητούν την απελευθέρωσή τους, ενώ όταν η αντίδραση της αστυνομίας είναι μετρημένη μας κατηγορούν γιατί δεν προβαίνουμε σε συλλήψεις. Τελικά θα πρέπει να μας πουν τι ακριβώς θέλουν όλοι αυτοί που ανέχονται στις πορείες τους τούς κουκουλοφόρους βανδάλους και τους παρακολουθούν απαθείς να καταστρέφουν».
Το ότι δικαίως καταγγέλλεται από τους αστυνομικούς αυτή η απύθμενη υποκρισία, που συγκαλύπτεται συχνά με τον βολικό ισχυρισμό ότι οι συλλαμβανόμενοι δεν είναι κουκουλοφόροι αλλά φοιτητές, είναι αναμφισβήτητο. Ο εύλογος αντίλογος των καλόπιστων επικριτών της αστυνομίας είναι ότι οφείλει να εκτελεί το καθήκον της και να εφαρμόζει τον νόμο κατά των παρανομούντων, έστω και αν οι άνδρες της υβρίζονται ως μπάτσοι-γουρούνια-δολοφόνοι.
Οπως επί χρόνια επισημαίνω, το πρόβλημα είναι ότι η κοινωνία μας έχει διαπαιδαγωγηθεί να θεωρεί την αστυνομία ως εχθρό και να ανέχεται – αν δεν συμπαρίσταται – εκείνους που σπάνε ή καίνε ή ακόμα και σκοτώνουν.
Οι τρομοκράτες δολοφόνοι έχουν δυστυχώς ευρεία κοινωνική στήριξη ή ανοχή. Δεκάδες είναι άλλωστε οι αστυνομικοί που δολοφονήθηκαν ή έμειναν ανάπηροι στη μάχη κατά των τρομοκρατών. Η επίμονη απορία γιατί δεν τους συλλαμβάνει η αστυνομία καλλιέργησε την υποψία ότι πρόκειται για μασκαρεμένους αστυνομικούς οι οποίοι προβοκάρουν τις «ειρηνικές» εκδηλώσεις φοιτητών και μαθητών. Η πραγματικότητα διαψεύδει τον παραπλανητικό αυτό ισχυρισμό. Πρώτα-πρώτα διότι οι κουκουλοφόροι βγάζουν πολύ συχνά τις κουκούλες τους όταν καταφεύγουν στα πανεπιστήμια για να επωφεληθούν από το άσυλο ή όταν φυγαδεύονται ακάλυπτοι από το Πολυτεχνείο. Ακριβώς γι’ αυτό φέρουν και τον αντιφατικό τίτλο γνωστοί-άγνωστοι. Αλλωστε, αν οι κουκουλοφόροι ήταν αστυνομικοί τότε οι μαχητικοί αριστεροί φοιτητές με τις κόκκινες σημαίες και τα καδρόνια θα έσπευδαν να τους σπάσουν τα κεφάλια οσάκις διαταράσσουν τις «ειρηνικές» πορείες τους και θα τους απωθούσαν όταν καταδιωκόμενοι από τα ΜΑΤ καταφεύγουν στο κυρίως σώμα των διαδηλούντων. Μια άλλη εκδοχή τους θέλει χούλιγκαν που εκτονώνονται με τη βία. Αλλά τότε γιατί τους παρέχουν οι φοιτητές άσυλο στις πορείες ή στα πανεπιστήμια και απαιτούν την απελευθέρωσή τους όταν συλλαμβάνονται; Η στερεότυπη απάντηση είναι ότι δεν συλλαμβάνονται κουκουλοφόροι αλλά φοιτητές, λες και δεν είναι φοιτητές εκείνοι που καταστρέφουν κάθε τόσο ή και ληστεύουν εργαστήρια, υπολογιστές, πνευματική εργασία και μετατρέπουν σε αχούρια και τεκέδες τα πανεπιστημιακά κτίρια.
Οπως υποστηρίζω επί χρόνια και όπως με ακαταμάχητη νομική επιχειρηματολογία έχει εισηγηθεί η καθηγήτρια Αλίκη Μαραγκοπούλου, ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος υπάρχει: να ενταχθεί στον ποινικό νόμο η κουκουλοφορία ως ιδιώνυμο αδίκημα. Επίσης οι συμμετέχοντες σε πορείες και διαμαρτυρίες φέροντες μαγκούρες, καδρόνια και υλικά για βόμβες μολότοφ να απομονώνονται και να συλλαμβάνονται προληπτικά και να τιμωρούνται ως αποδεικνύοντες πρόθεση και προετοιμασία για εγκληματική δραστηριότητα. Αλλωστε είναι αυταπόδεικτο ότι είναι προετοιμασμένοι για βιαιοπραγίες.