Το «μεγάλο παιχνίδι» και οι τζιχαντιστές… Του Δημήτρη Κούρκουλα

284

Του Δημήτρη Κούρκουλα

Η αμηχανία που προκάλεσε η χαοτική αποχώρηση από την Καμπούλ οδηγεί πολλούς αναλυτές σε εικασίες ως προς τη μελλοντική συμπεριφορά των Ταλιμπάν: την αποστασιοποίησή τους από την τρομοκρατική Αλ-Κάιντα και την ενδεχόμενη
όξυνση της αντιπαράθεσής τους με το ISIS, το Ισλαμικό Κράτος. Ο ρώσος πρόεδρος Πούτιν εξέφρασε μάλιστα την ελπίδα ότι η νέα κυβέρνηση των Ταλιμπάν, που συνεχίζουν να συγκαταλέγονται στον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων της Μόσχας, θα συμπεριφερθεί με «πολιτισμένο» τρόπο ώστε η διεθνής κοινότητα να μπορέσει να διατηρήσει διπλωματικές σχέσεις με την Καμπούλ.

Το μεγάλο ερώτημα είναι ποιες θα είναι οι επιπτώσεις της νέας πραγματικότητας στην εξάπλωση του ριζοσπαστικού Ισλάμ και της τρομοκρατίας. Είκοσι χρόνια μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους και έξι χρόνια μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι, δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι η τζιχαντιστική πρόκληση αποτελεί παγκόσμια απειλή που συνεχίζει να εξαπλώνεται. Ειδικά για την Ευρώπη ο τζιχαντισμός δεν είναι μόνο απειλή για την ασφάλειά μας αλλά και φορέας μιας ολοκληρωτικής ιδεολογίας που ακόμα και όταν δεν εκδηλώνεται με βίαιο τρόπο διαβρώνει τα θεμέλια των κοινωνιών μας, τις ελευθερίες μας, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Σε άλλες περιοχές του πλανήτη, όπως μεγάλες περιοχές της Αφρικής, η τζιχαντιστική ιδεολογία με τις διαφορετικές εκδοχές της συνεχίζει να προσελκύει μαζικά οπαδούς ενώ οι ένοπλες ισλαμιστικές εξτρεμιστικές ομάδες εξαπλώνονται πέραν της παραδοσιακής τους βάσης στην περιοχή του Σαχέλ και σε χώρες της Δυτικής και Νότιας Αφρικής. Οι τρομοκράτες μετακινούνται από περιοχή σε περιοχή και οι τρομοκρατικές οργανώσεις έχουν παραφυάδες σε πολλές χώρες, σε διαφορετικές ηπείρους. Αυτή η ευελιξία της τρομοκρατίας την καθιστά πλανητική απειλή.

Οι δυτικές κοινωνίες έχουν επανειλημμένα υποκύψει στην ψευδαίσθηση ότι ο εφιάλτης της τρομοκρατίας εξαφανίσθηκε. Κάθε φορά που επιτυγχάνουν κάποια τακτική νίκη τη θεωρούν οριστικό θρίαμβο. Έτσι συνέβη όταν εξουδετερώθηκε
ο Μπιν Λάντεν, έτσι συνέβη όταν ξεριζώθηκε από το συριακό έδαφος το Ισλαμικό Κράτος. Το φαινόμενο του τζιχαντισμού έχει όμως βαθιές ρίζες και η αναμέτρηση μαζί του απαιτεί συντονισμένες ενέργειες όλων των πολιτισμένων χωρών που απορρίπτουν τις αρχές και τις πρακτικές του.

Το «Μεγάλο Παιχνίδι» (The great game) έχει καθιερωθεί ως όρος που περιγράφει τη σκληρή πολιτική και διπλωματική αντιπαράθεση που κυριάρχησε σε μεγάλο μέρος του 19ου αιώνα ανάμεσα στη Βρετανική και τη Ρωσική Αυτοκρατορία για τον έλεγχο του Αφγανιστάν και των γειτονικών περιοχών στην Κεντρική και Νότια Ασία. Η Ρωσία φοβόταν την εμπορική και στρατιωτική παρουσία της Βρετανίας στην Κεντρική Ασία, στα νότια προβληματικά σύνορά της, ενώ η Βρετανία ζούσε με τον εφιάλτη να της κλέψει η Ρωσία το «διαμάντι του στέμματος», την Ινδία. Η αμοιβαία καχυποψία δημιούργησε για πολλές δεκαετίες εχθρικό κλίμα ανάμεσα στις δύο μεγάλες δυνάμεις και συνεχείς απειλές πολέμου.

Σήμερα όμως το «Μεγάλο Παιχνίδι» δεν αφορά το ποιος θα αυξήσει την επιρροή του στην περιοχή αλλά πώς η νέα γεωπολιτική πραγματικότητα στο Αφγανιστάν δεν θα αποτελέσει παράγοντα πρόσθετης ενίσχυσης του παγκόσμιου και παγκοσμιοποιημένου τζιχαντισμού. Για να κερδηθεί το «Μεγάλο Παιχνίδι» απαιτείται κοινή δράση όχι μόνο μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης αλλά μεταξύ όλων των «μεγάλων», συμπεριλαμβανομένης βεβαίως της Ρωσίας και της Κίνας.