Του Πέτρου Λιάκουρα*
Ερντογάν και Ακάρ, πλησιάζοντας την εκατονταετηρίδα του τουρκικού κράτους με τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, ανοίγουν τον φάκελο «δημιουργικές ερμηνείες» και αναμοχλεύουν με αναθεωρητισμό το περιεχόμενο της συνθήκης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ερντογάν έχει επικρίνει τον Κεμάλ ότι δεν εξασφάλισε τα νησιά, με αποτέλεσμα ο ίδιος να υποχρεώνεται τώρα να συνεννοηθεί με την Ελλάδα για οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών στο Αιγαίο.
Οι πρόσφατες προκλητικές δηλώσεις Ακάρ και Ερντογάν έχουν επίκεντρο την αμφισβήτηση κυριαρχίας των νησιών του Αν. Αιγαίου. Με την επιστολή Σινιρλίογλου διατυπώνεται η ακραία άποψη ότι η κυριαρχία στα νησιά τελεί υπό την αίρεση να διατηρηθεί η αποστρατιωτικοποίηση. Στα «ΝΕΑ» (7/8/21) επισημάναμε ότι η άποψη αυτή, παρότι έχει διατυπωθεί και παλαιότερα, για πρώτη φορά κατατίθεται στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, προφανώς για:
α. να καταγραφεί η παραβίαση της συμβατικής υποχρέωσης από την Ελλάδα
β. να τονιστεί ότι η παρουσία στρατού στα νησιά απειλεί την ασφάλεια της Τουρκίας
γ. να αμφισβητηθεί η κυριαρχία των νησιών και κατ’ επέκταση να αμφισβητηθούν οι διεκδικήσεις σε θαλάσσιες ζώνες στο Αιγαίο.
Η ελληνική επιχειρηματολογία έχει εξαντλητικά αντικρούσει την τουρκική θέση περί ισχύος της αποστρατιωτικοποίησης, ενώ τον ισχυρισμό περί κυριαρχίας στα νησιά υπό την αίρεση να τηρηθεί η αποστρατιωτικοποίηση επιλύει η Συνθήκη της Λωζάννης του 1923. Στο άρθρο 12 της συνθήκης επικυρώνεται η άνευ όρων κυριαρχία της Ελλάδας επί των νησιών του ΒΑ Αιγαίου και της Ιταλίας επί των Δωδεκανήσων και του Καστελορίζου (διάδοχο κράτος η Ελλάδα με τη Συνθήκη Παρισίων του 1947), ορίζοντας στο άρθρο 13 τον περιορισμό στην ανάπτυξη στρατού, εξοπλισμών και απαγόρευσης ναυτικών βάσεων σε Λέσβο, Χίο, Σάμο και Ικαρία. Ακολουθεί η παραίτηση – Χωρίς αστερίσκους – της Τουρκίας από κάθε τίτλο επί των νησιών που περιήλθαν με το άρθρο 16 στην Ελλάδα και με το άρθρο 15 στην Ιταλία (Δωδεκάνησα, Καστελόριζο). Από καμία διάταξη δεν προκύπτει ότι η κυριαρχία των νησιών τελεί υπό την αίρεση να τηρούνται οι αμυντικοί περιορισμοί. Άλλωστε αυτοί είναι περιορισμοί ειδικού σκοπού για το ΒΑ Αιγαίο και είχαν ισχύ προσωρινού χαρακτήρα. Ως προς την αποστρατιωτικοποίηση της Δωδεκανήσου, αυτή ορίστηκε με τη συνθήκη του 1947, στην οποία η Τουρκία δεν συμβλήθηκε και οι όροι της εισήχθησαν και ισχύουν μόνο μεταξύ των συμβληθέντων. Εξάλλου η νόμιμη άμυνα- με την οποία συναρτάται η ανάπτυξη στρατού – είναι αυτή που διασφαλίζει για την Ελλάδα την κυριαρχία αντί των περιοριστικών μέτρων.
Επί 57 έτη η Τουρκία δεν αμφισβήτησε την κυριαρχία των νησιών, όταν από το 1964 για πρώτη φορά αλλά και στη συνέχεια ήγειρε ζήτημα παραβίασης της διατεινόμενης υποχρέωσης αποστρατιωτικοποίησης. Πρόκειται για constant acquiescence, ήτοι συνεχή συναίνεση κατά το διεθνές δίκαιο, η οποία προκύπτει από μια πολύ συνεπή πορεία συμπεριφοράς διαχρονικά και συνιστά εκδήλωση δέσμευσης. Στην τουρκική περίπτωση υποδηλώνει αποδοχή ότι η κυριαρχία δεν τελεί υπό αίρεση.
Η αποστρατιωτικοποίηση ανασύρεται και προβάλλεται σταθερά με ένταση από το τουρκικό υπουργείο Άμυνας, με «δημιουργική ερμηνεία» και πρόθεση αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάννης, προκειμένου να αμφισβητηθεί η κυριαρχία των ανατολικών νησιών, διευρύνοντας και σε αυτά τη θεωρία περί «γκρίζων ζωνών». Προφανώς διά της αμφισβήτησης της κυριαρχίας, που είναι το πρόκριμα διεκδίκησης θαλάσσιων ζωνών, η Τουρκία επιχειρεί να επιφέρει νομικά προβλήματα και ει δυνατόν – πριν επιλυθεί η διένεξη που προκαλεί – να ανακόψει τις διεκδικήσεις υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ καθώς και αιγιαλίτιδας ζώνης των νησιών πλησίον των τουρκικών ακτών. Η πρόθεση αυτή είναι πρόδηλη στην επιστολή Σινιρλίογλου, δυσχεραίνει κάθε διάλογο οριοθέτησης και προκρίνει ανοικτή θάλασσα χωρίς άλλες ζώνες στο Αν. Αιγαίο.
*καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, διευθυντής Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές» στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς