Η αμυντική συμφωνία με τη Γαλλία είναι μια τεράστια επιτυχία της ελληνικής κυβέρνησης και της ελληνικής διπλωματίας αλλά η αριστερά την αρνείται
Όπως είπε και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, «δεν υπάρχει άμυνα χωρίς ισχυρή οικονομία να την χρηματοδοτεί, ούτε όμως και οικονομία χωρίς ισχυρή άμυνα και εξωτερική πολιτική να την στηρίζει». Σε αυτήν την εσχατιά της Ευρώπης που μας έλαχε να κατοικούμε, στην όμορφη Ελλάδα, έχουμε την ατυχία να συνορεύουμε με την Τουρκία. Μια χώρα που χωρίς κανένα σοβαρό λόγο αρέσκεται να μας παρενοχλεί, να μας προκαλεί, να μας απειλεί, εμμέσως πλην σαφώς ή και ευθέως. Και επειδή οι απειλές γίνονται ενίοτε και πράξεις, βλέπε κατοχή της μισής Κύπρου, εμείς πρέπει να είμαστε έτοιμοι για παν ενδεχόμενο. Αν θέλεις ειρήνη, να ετοιμάζεσαι για πόλεμο. Στοιχειώδες, από την εποχή του Βιργίλιου.
Μικρή χώρα είναι η Ελλάδα, σφιχτά τα οικονομικά της, μεγάλα τα χρέη της. Αλλά ανήκει στον στενό πυρήνα της Ευρώπης, την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και αυτό της δίνει τη δυνατότητα να πολιτεύεται σε μεγάλα σαλόνια, να διαθέτει ισχυρούς συμμάχους, να αναζητά και να βρίσκει λύσεις στα προβλήματά της. Όταν βέβαια οι ταγοί της είναι ικανοί διαπραγματευτές, όταν τουλάχιστον μιλούν καλά δυο ξένες γλώσσες, όταν είναι κοσμοπολίτες. Λόγω του ότι και η Τουρκία διαθέτει μεγάλα γεωπολιτικά πλεονεκτήματα, ικανή διπλωματία, ισχυρό λόμπι στη Γερμανία, και έχει συνάψει μεγάλες εμπορικές συμφωνίες με τη Δύση, οι φίλοι της είναι και πολλοί και ισχυροί. Ως εκ τούτου ο αγώνας για την ισορροπία είναι διαρκής και πολυέξοδος. Αλλά μέχρι στιγμής τα καταφέρνουμε. Γιατί ανήκουμε στην Ευρώπη και το ΝΑΤΟ. Το 2015 που ετοιμαζόμασταν να βγούμε από την ΕΕ, αγανακτισμένοι λόγω μνημονίων, οι σύμμαχοι δεν θα μπορούσαν να εγγυηθούν την ασφάλεια της χώρας μας. Και μας το είπαν κατάμουτρα. Και άλλαξαν την Ιστορία.
Με όλα τα προηγούμενα ως δεδομένα και αυτονόητα, η αμυντική συμφωνία με τη Γαλλία είναι μια τεράστια επιτυχία της ελληνικής κυβέρνησης και της ελληνικής διπλωματίας. Και γίνεται σε μια εποχή που η πολιτική ηγεσία της Γαλλίας έχει μεγάλες βλέψεις για το ρόλο της χώρας αυτής στην ΕΕ. Και δεν έχει και την καλύτερη άποψη για την Τουρκία. Η ισχυρή Γαλλία, η μόνη πυρηνική δύναμη της ΕΕ, στέκεται στο πλευρό μας, όχι γενικώς και αορίστως αλλά μέσω μιας συμφωνίας με αμοιβαίες υποχρεώσεις. Όπως είπε και ο πρωθυπουργός στη σχετική συζήτηση στη Βουλή, «η συμφωνία περιλαμβάνει δέσμευση για συνδρομή σε περίπτωση επίθεσης ανεξαρτήτως του τόπου. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο έχει αποφανθεί πως επίθεση δεν σημαίνει μόνον εισβολή αλλά και οποιοδήποτε επεισόδιο. Εξ ου και σε καμία συμφωνία δεν αναφέρεται η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα. Ποτέ άλλοτε μία τόσο ισχυρή δύναμη δεν βρέθηκε εγγυήτρια της εδαφικής μας ακεραιότητας επί του πεδίου και εάν χρειαστεί και εν όπλοις».
Η μεγάλη αμυντική ικανότητα εγγυάται το σχέδιο της ισχυρής Ελλάδος. Και αυτό είναι που ενοχλεί την μοναδική στον κόσμο ελληνική Αριστερά. Η βελτίωση, η πρόοδος, η αλλαγή πίστας. Η στενότερη επαφή με τη Δυτική Ευρώπη. Το βασικό ιδεολογικό μοντέλο της αριστεράς είναι ο πτωχοπροδρομισμός. Φτώχεια για τους πολλούς και αξιοπρέπεια. Η πτωχή πλην όμως τίμια Ελλάς. Η ψωροκώσταινα. Γιατί πάνω σε αυτό το μοντέλο έχει χτίσει την ιδεολογική της κυριαρχία και στηρίζει την πολιτική της επιβίωση. Αν είμαστε έρημοι, φτωχοί και μόνοι θα είναι πιο εύκολο να αγανακτήσουμε με την κατάντια μας, να ξεσηκωθούμε και να αναζητήσουμε τον άλλο εκείνο κόσμο που είναι εφικτός. Τον κόσμο του σοσιαλισμού. Την Βενεζουέλα της Μεσογείου και των ονείρων πολλών στελεχών της Αριστεράς. Είναι η περίφημη ωρίμανση των υποκειμενικών συνθηκών. Γιατί οι αντικειμενικές είναι ώριμες από τον 19ο αιώνα.
Δεν έχει άδικο η ριζοσπαστική αριστερά μας να βλέπει έτσι τα πράγματα. Με αυτή την πολιτική ανέβηκε στην εξουσία το 2015 και έκατσε 4,5 χρόνια. Υποσχόμενη εμμέσως πλην σαφώς, τι άλλο, έξοδο από την ΕΕ και δραχμή. Τη φτώχεια και την καταφρόνια. Τη χώρα τη γυμνή ανάμεσα στους λύκους. Αλλά έξω από τον λάκκο των λεόντων του καπιταλισμού. Ευτυχώς δεν τα κατάφερε, φοβήθηκε τις συνέπειες και υποχώρησε έστω και την ύστατη στιγμή επιβαρύνοντας κατά πολύ το χρέος. Αλλά δεν έκοψε ποτέ το ιδεολογικό νήμα που τη συνδέει με την μεταπολεμική περίοδο, τον εμφύλιο και τον ψυχρό πόλεμο, τα δύσκολα χρόνια που οι νεότεροι ούτε καν υποψιάζονται. Οι συνεχείς αναφορές της Αριστεράς στο σκοτεινό μας παρελθόν ταιριάζουν με μοντέλο του δικού της μέλλοντος. Και είναι απίθανη κουταμάρα όσων στέκονται απέναντι στη λογική αυτή να την συναγωνίζονται σε παρελθοντολαγνεία, με γελοίο αντικομμουνισμό και εμβατήρια μίσους. Διότι παίζουν ακριβώς εκείνο το παιχνίδι που μας κρατάει στάσιμους, που μας εμποδίζει να προχωρήσουμε στη νέα εποχή. Η πρόσφατη αγαστή και μακρόχρονη κυβερνητική συνεργασία της ριζοσπαστικής αριστεράς με την λαϊκιστική ακροδεξιά αποδεικνύει την στενή συνεργασία των άκρων. Κοινός τόπος και των δύο η αβελτηρία και η μιζέρια. Εργαλείο, η διαίρεση και το μίσος. Και αυτό ο Κ. Μητσοτάκης αλλά και κάποια στελέχη της δεξιάς και του κέντρου το έχουν καταλάβει και γι αυτό αποφεύγουν τέτοιες βλαβερές συγκρούσεις.
Η καταψήφιση της αμυντικής συμφωνίας από την αριστερά δεν είναι απλά μια αντιπολιτευτική στάση. Δεν είναι μόνο μικροπολιτική. Είναι πολιτική επιλογή με ισχυρό ιδεολογικό φορτίο. Όπως είναι η άρνηση στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, στα μη κρατικά πανεπιστήμια, στην πώληση του ποσοστού της ΔΕΔΔΗΕ, στη μείωση της γραφειοκρατίας, στα υποχρεωτικά υγειονομικά μέτρα, στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ανεμογεννήτριες), στην ανάπτυξη του εγχώριου καπιταλισμού, στην υποχώρηση του κρατισμού, στις επενδύσεις και στην αξιοποίηση του όποιου ελληνικού πλούτου. Το διαρκές ΟΧΙ που ακούγεται από τα χείλη της με χλωμές συνήθως δικαιολογίες είναι το πολιτικό της οξυγόνο, αλλά και το μήνυμα που στέλνει στο ακροατήριο. Η αριστερά φωνάζει είμαι ένας τόπος αλλού, θέλω να σας πάω αλλού. Και αυτό το «αλλού» έχει πολλούς φίλους στην Ελλάδα. Ένα 30% και βάλε.
Αν η Ελλάδα βγει από το τούνελ της πανδημίας χωρίς ανήκεστες βλάβες, και αρχίσει να καλπάζει ως είναι αναμενόμενο, τότε η αλλαγή πίστας είναι ορατή και ο ρόλος της αριστεράς υποβαθμίζεται. Έχουν ισχυρή αριστερά η Τσεχία, η Σλοβακία, η Ρουμανία, οι χώρες της Βαλτικής που καλπάζουν; Προφανώς και όχι. Αλλά από την άλλη και ο ευτελισμός της αριστεράς κάνει κακό στο πολιτικό μας σύστημα. Διότι η παράταξη αυτή χρειάζεται ως δύναμη κριτικής και ως φορέας εναλλακτικής πρότασης, αλλά πάντοτε μέσα στα πλαίσια της προόδου, της ανάπτυξης, της ευημερίας και της ΕΕ. Και βέβαια εντός μιας ισχυρής αστικής δημοκρατίας. Ούτε στα πλαίσια του τρίτου κόσμου, αλλά ούτε και της «λαϊκής δημοκρατίας». Η Ελλάδα σήμερα αναζητά τον γεωμετρικό τόπο της ειρήνης, της συνεργασίας και της προόδου. Και θα τον βρει με τον διαβήτη του κέντρου.
Πηγή: athensvoice.gr