Ζωτική η Μεσογειακή Συνεργασία… Του Δημήτρη Κούρκουλα

284

Του Δημήτρη Κούρκουλα*

Γιατί είναι κρίσιμη η επίτευξη σταθερότητας στην περιοχή μας;

Τα περιφερειακά σχήματα συνεργασίας στα οποία συμμετέχει ένας περιορισμένος αριθμός γειτονικών χωρών έχουν ασφαλώς τη δική τους προστιθέμενη αξία όχι μόνο για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των εμπλεκομένων χωρών αλλά και για τη γενικότερη σταθερότητα της ολοένα και πιο ταραγμένης Μεσογείου. Η ελληνική διπλωματία ορθώς προωθεί, εδώ και χρόνια, τέτοιου είδους συνεργασίες ιδίως με χώρες τόσο σημαντικές όσο η Αίγυπτος. Το Κάιρο έπειτα από μια περίοδο κρίσης και εσωστρέφειας αποκτά ξανά πρωταγωνιστικό ρόλο στον αραβικό κόσμο και στις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή. Δεν είναι μόνο η πολυπληθέστερη αραβική χώρα, με πληθυσμό άνω των 100 εκατομμυρίων, αλλά βρίσκεται σε μια προνομιακή γεωπολιτική θέση μεταξύ Αφρικής και Ασίας και ελέγχει τη Διώρυγα του Σουέζ. Η πλούσια ιστορία της και η έντονη πολιτιστική επιρροή της σε όλο τον αραβικό κόσμο της προσδίδουν έναν ιδιαίτερο ρόλο.

Πρωτοβουλίες σαν αυτή που έφερε στην Αθήνα τον πρόεδρο της Αιγύπτου είναι χρήσιμες. Δεν πρέπει όμως να αποκρύπτουν το τεράστιο στρατηγικό κενό που συνεχίζει να υπάρχει στις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τους νότιους γείτονές της. Μόνο μια ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή στρατηγική για τη Μεσόγειο θα μπορούσε να εξασφαλίσει μια στέρεη, γόνιμη και μακροπρόθεσμη συνεργασία ΕΕ και αραβικών χωρών, εμποδίζοντας την εξάπλωση του ριζοσπαστικού Ισλάμ και της τρομοκρατίας.

Η Ευρώπη έχει ήδη την πικρή εμπειρία της αποτυχίας της προσπάθειας για ευρωμεσογειακή συνεργασία τη δεκαετία του ’90. Μέσα σε ένα διάχυτο κλίμα ευφορίας η Ευρωπαϊκή Ένωση και όλες σχεδόν οι χώρες της Μεσογείου, με την εξαίρεση της Συρίας και της Λιβύης αλλά με τη συμμετοχή του Ισραήλ, υιοθετούσαν το 1995 τη Διακήρυξη της Βαρκελώνης. Ήταν ένα φιλόδοξο σχέδιο που αποσκοπούσε στην προώθηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή, την προώθηση της συνεργασίας σε κοινωνικά και πολιτιστικά ζητήματα με στόχο την κατανόηση μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών.

Η οικονομική συνεργασία προέβλεπε τη δημιουργία μιας ζώνης ελευθέρων συναλλαγών ανάμεσα στην ΕΕ και τις μεσογειακές χώρες ώστε να διευκολυνθεί η περαιτέρω ενσωμάτωσή τους στην ευρωπαϊκή οικονομία αλλά και να προωθηθούν οι μεταξύ τους συναλλαγές, ενδοαραβικές και με το Ισραήλ, που βρίσκονταν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα.

Πολλοί είχαν τότε πιστέψει ότι η μεταρρυθμιστική δύναμη της ευρωπαϊκής ενοποίησης θα λειτουργούσε στην άλλη όχθη της Μεσογείου με τον ίδιο αποτελεσματικό τρόπο που λειτούργησε στη μετάβαση των χωρών της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης από τα αυταρχικά κομμουνιστικά καθεστώτα σε φιλελεύθερες δημοκρατίες. Προς στιγμήν φάνηκε ότι επίκειται η λύση του γόρδιου δεσμού του μεσανατολικού προβλήματος.

Πρέπει να παραδεχθούμε ότι οι φιλόδοξοι στόχοι δεν επιτεύχθηκαν. Το αναμενόμενο «μέρισμα της ειρήνης» που θα ήταν προς όφελος ολόκληρης της περιοχής δεν ήρθε, γιατί δεν ήρθε η ειρήνη. Ήρθαν όμως ακόμα χειρότερα: η τρομοκρατική επίθεση στους δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης και η αμερικανική εισβολή στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, η εξάπλωση του ριζοσπαστικού Ισλάμ και της τρομοκρατίας, η όξυνση των αντιθέσεων μεταξύ σουνιτικού και σιιτικού Ισλάμ και η πολυετής αιματοχυσία στη Συρία, στη Λιβύη και στην Υεμένη.

Το ζωτικό συμφέρον της Ελλάδας και όλων των μεσογειακών χωρών της ΕΕ απαιτεί την προώθηση της σταθερότητας στη νότια γειτονιά μας. Το 1957 όταν ιδρύθηκε η ΕΟΚ οι 22 χώρες του Αραβικού Συνδέσμου είχαν 90 εκατομμύρια κατοίκους, σήμερα έχουν 430 εκατομμύρια. Ο σχεδιασμός και η υιοθέτηση μιας ολόκληρα ευρωπαϊκής στρατηγικής για τη Μεσόγειο πρέπει να είναι ελληνική και ευρωπαϊκή προτεραιότητα. Η γαλλική προεδρία, που ξεκινάει σε λίγους μήνες, είναι μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί.

*πρώην Υπουργός Εξωτερικών