Χαμηλή η ποιότητα της νομοθέτησης στην Ελλάδα

297

Χαμηλή παραμένει η ποιότητα της νομοθέτησης στην Ελλάδα, με τα φαινόμενα πολυνομίας και κακονομίας να εμμένουν, παρότι παρατηρείται βελτίωση την τελευταία τριετία, σύμφωνα με τα πορίσματα του Δείκτη Ποιότητας Νομοθέτησης 2020, τον οποίο δημοσίευσε και παρουσίασε για τρίτη συνεχόμενη χρονιά  το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών(ΚΕΦΙΜ)

Η συνολική εικόνα της νομοθέτησης

  • Οριακά πάνω από τη βάση το σύνολο των νόμων που ψηφίστηκαν το 2020, με βαθμολογία 51/100. Συνολικά η ποιότητα των νόμων το 2020 παρουσιάζει οριακή βελτίωση σε σχέση με το 2019 (49/100) και σημαντική βελτίωση σε σχέση με το 2018 (45/100).
  • Από τις 196 τροπολογίες που ψηφίστηκαν το 2020 οι 121 (62%) ήταν εκπρόθεσμες.
  • Οι 113 νόμοι και κυρώσεις του 2020 παρήγαγαν συνολικά 2,166 εξουσιοδοτήσεις για Υπουργικές Αποφάσεις και εξουσιοδοτήσεις για Προεδρικά Διατάγματα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι στη διάρκεια του 2020 κάθε 3,2 ημερολογιακές ημέρες ψηφιζόταν 1 νόμος.
  • Για την ανάγνωση των 4.867 άρθρων και των 10.302 σελίδων που νομοθετήθηκαν το 2020, θα χρειαζόταν κανείς 43 εργάσιμες ημέρες (υπολογίζοντας ότι ο μέσος άνθρωπος διαβάζει περί τις 30 σελίδες την ώρα).

Τα κύρια προβλήματα

  • Ανεπαρκής διαβούλευση: 1 στους 5 νόμους δεν τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση.
  • Η γραφειοκρατία παραμένει: Μόνο 1 στους 4 νόμους προβλέπει απλούστευση διαδικασιών στις συναλλαγές μεταξύ κράτους και πολιτών/επιχειρήσεων. Σε κανέναν νόμο δεν πραγματοποιήθηκε υπολογισμός διοικητικών επιβαρύνσεων.
  • Συνεχίζονται οι κακές νομοθετικές πρακτικές: Οι νόμοι του 2020 έχουν κατά μέσο όρο 3 τροπολογίες, από τις οποίες οι 2 είναι εκπρόθεσμες.
  • Οι νόμοι ψηφίζονται αλλά δεν εφαρμόζονται: Μόλις το 35% των εξουσιοδοτήσεων για έκδοση Υπουργικών Αποφάσεων ενεργοποιήθηκε εντός 6 μηνών από τη δημοσίευση του νόμου.
  • Νομοθετούμε χωρίς να γνωρίζουμε τις πραγματικές συνέπειες των νόμων στην οικονομία, το περιβάλλον και την ανταγωνιστικότητα: 7 στις 10 εκθέσεις συνεπειών ρύθμισης δεν περιλαμβάνουν ποσοτικά στοιχεία.

Βρείτε εδώ ολόκληρη τη μελέτη του Δείκτη Ποιότητας Νομοθέτησης 2020.

“Πραγματικά πρέπει να υπάρχει έλεγχος και βελτίωση της ποιότητας του νομοθετικού έργου”,  σημείωσε ο Υφυπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Αρμόδιος για Θέματα Απλούστευσης Διαδικασιών κ. Γεώργιος Γεωργαντάς, στη συνέντευξη τύπου που πραγματοποιήθηκε με αφορμή τον φετινό Δείκτη. Όπως είπε χαρακτηριστικά “βλέπουμε πως μόνο το 35% των Υπουργικών Αποφάσεων που προβλέπονταν στους νόμους εκδόθηκε εντός εξαμήνου. Δηλαδή υπάρχουν Υπουργικές Αποφάσεις που αναμένονται για να μπορέσουμε να υλοποιήσουμε και να εφαρμόσουμε έναν νόμο και αυτήν τη δυνατότητα τελικά δεν την έχουμε.” “Στόχος μας είναι να υποχρεώνουμε αυτόν που φέρνει ένα νομοθέτημα να αναφέρεται και στις διοικητικές πράξεις και υπηρεσίες που επηρεάζονται από αυτό” συμπλήρωσε.

Η τομεάρχης Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου υπογράμμισε με τη σειρά της τρεις περαιτέρω ανάγκες ελέγχου της νομοθέτησης που αφορούν τη συνταγματικότητα των νόμων, τον κοινοβουλευτικό έλεγχο και την εφαρμογή των νόμων, όπως και την ανάγκη βελτίωσης των νόμων μέσα από τη διαβούλευση, αλλά και την καταγραφή του “πόσο επηρεάζει η δημόσια διαβούλευση το τελικό κείμενο του νόμου”. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά “θα πρέπει πέραν της νομοθέτησης, η εκάστοτε Κυβέρνηση, διαχρονικά και για το μέλλον, να κάνει έναν απολογισμό ετήσιο ως προς την εφαρμογή των νόμων, όχι μόνο τυπικά αλλά και ουσιαστικά.”

Η Βασιλεία Παπανίκου, Δικηγόρος, προϊσταμένη της τράπεζας νομικών πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, αναφέρθηκε τέλος από την πλευρά της στη δυσκολία κατανόησης και παρακολούθησης της τρέχουσας νομοθέτησης όχι μόνο από τους πολίτες αλλά και από τους επαγγελματίες νομικούς, σημειώνοντας την ανάγκη οι νόμοι “να είναι περισσότερο κατανοητοί”, αλλά και λιγότεροι σε αριθμό.

Την εκδήλωση παρουσίασης του Δείκτη συντόνισε ο δημοσιογράφος Τάσος Τέλλογλου. Την παρουσίαση των πορισμάτων έκαναν δύο εκ των συγγραφέων του Δείκτη, ο Κωνσταντίνος Σαραβάκος, Συντονιστής Ερευνητικών Προγραμμάτων του ΚΕΦίΜ και η Έφη Στεφοπούλου, Επιστημονική Συνεργάτιδα του ΚΕΦίΜ.

Ο Δείκτης Ποιότητας Νομοθέτησης αξιολογεί τη συνολική διαδικασία εισαγωγής των νόμων που ψηφίζονται στο εθνικό κοινοβούλιο και εισάγονται στην έννομη τάξη της χώρας μας, ποσοτικοποιώντας την πολυνομία και την κακονομία. Ο Δείκτης Ποιότητας Νομοθέτησης του ΚΕΦίΜ εξετάζει στη φετινή του έκδοση τους νόμους που ψηφίστηκαν κατά το έτος 2020. Στο πλαίσιο του δείκτη αποτιμάται η ποιότητα της νομοθέτησης και όχι το καθαυτό περιεχόμενο των νόμων.

Η φετινή μελέτη πραγματοποιήθηκε με τη νομική υποστήριξη της Τράπεζας Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ.

Στο πλαίσιο της εκδήλωσης,δημοσιεύτηκε επίσης ο αντίστοιχος Δείκτης Ποιότητας Νομοθέτησης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τον οποίο η βαθμολογία για το 2019 ήταν 72/100 και για το 2020 65,3/100. Μάθετε περισσότερα εδώ.