Του Γεωργίου Καλαμωτουσάκη*
Κάνοντας πράξη απειλές της,η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία στις 24/2/22, με στόχο την κατάληψη της ή κατ’ ελάχιστον την εξουδετέρωση της χώρας και την αποπομπή της Κυβερνήσεως του Προέδρου Zelensky. Προφανώς, οι γεωπολιτικές εκτιμήσεις, πέραν των οικονομικών συνεπειών, στοιχειοθετούν τις πολιτικές επιλογές του Ρώσου Προέδρου Putin.
Όπως όλοι γνωρίζουμε οι πρώτες αντιδράσεις του Αμερικανού Προέδρου Jo Biden κατά της τελικής κατασκευής και λειτουργίας του αγωγού Nord Stream 2, διπλάσιας χωρητικότητας του αγωγού Nord Stream 1 εκδηλώθηκαν στις αρχές του 2021. Η Καγκελάριος Merkel αντέδρασε αρνητικά με το επιχείρημα ότι ο αγωγός είναι μία ιδιωτική επένδυση η οποία δεν αφορά την Κυβέρνηση της Γερμανίας. Τελικά ο Πρόεδρος Biden ήρε τις αντιρρήσεις του και ο αγωγός αποπερατώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2021. Έμεινε να ληφθούν οι σχετικές γραφειοκρατικές εγκρίσεις για την σύνδεση του αγωγού. Όμως ο Πρόεδρος των ΗΠΑ επανήλθε μετά την εκλογή του Καγκελαρίου Σολτς και ζήτησε και πάλι την αναστολή της συνδέσεως του αγωγού, στην οποία ο Καγκελάριος Σολτς αρνήθηκε τότε να συναινέσει.
Προφανώς, στόχος της πολιτικής των ΗΠΑ ήταν να παρεμποδισθεί η απεξάρτηση της Ρωσίας από την διέλευση του αγωγού Nord Stream 1 που διέρχεται κατά μήκος της Ουκρανίας και τροφοδοτεί την ΕΕ, καλύπτοντας το 1/3 των αναγκών της και κυρίως την Γερμανία με φυσικό αέριο έναντι καταβολής διοδίων σε συνάλλαγμα στην Ουκρανία. Δεύτερος στόχος της πολιτικής καταργήσεως του αγωγού Nord Stream 2 είναι η συνεπαγόμενη μείωση της εξάρτησης της Γερμανίας από το Ρωσικό φυσικό αέριο. Σημειώνεται, ότι η ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας από το Ρωσικό φυσικό αέριο υπερβαίνει το 40% των συνολικών ενεργειακών αναγκών της χώρας.
Το ιστορικό των πρόσφατων εξελίξεων διευκολύνει την κατανόηση της σημερινής κρίσεως των σχέσεων της Ρωσίας με τις χώρες της Δύσεως γενικότερα. Με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως υπήρξε η προοπτική μιας σχετικής φιλικής συνυπάρξεως της Ρωσίας με το ΝΑΤΟ, εφόσον δεν θα επεκτεινόταν το ΝΑΤΟ προς ανατολάς μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας. Η πληροφορία αυτή δόθηκε το 2016 από τον πρώην Υπουργό Αμύνης των ΗΠΑ, επί κυβερνήσεως Bill Clinton, Bill Perry στο συνέδριο που οργάνωσε στο Λονδίνο η εφημερίδα The Guardian.
Η Γερουσία των ΗΠΑ επικύρωσε την επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς στις 2 Μαΐου 1998. Τότε ο δημοσιογράφος Thomas L. Friedman ζήτησε την γνώμη του George F. Kennan, ηλικίας τότε 94 ετών, διπλωμάτη πρέσβυ των ΗΠΑ στη Σοβιετική Ένωση κατά τη διάρκεια του WWII και αρχιτέκτονα του σχεδίου της αποτελεσματικής απομονώσεως της Σοβιετικής Ενώσεως το 1948. Η απάντηση του Kennan ήταν : «νομίζω ότι είναι η αρχή του νέου ψυχρού πολέμου. Πιστεύω ότι οι Ρώσοι θα αντιδράσουν σταδιακά εντελώς δυσμενώς και θα επηρεάσει τις πολιτικές τους. Νομίζω ότι είναι τραγικό λάθος» (Thomas L. Friedman, The New York Times, International Edition, February 23, 2022).
Από την παραπάνω ιστορική διαδρομή της επεκτάσεως του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, φτάνοντας μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας, σε συνδυασμό με μια εν δυνάμει επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία οδήγησε τον Putin σε κατάσταση ολικής πολεμικής συγκρούσεως με στόχο την κατοχή, την πλήρη εξουδετέρωση της Ουκρανίας, την αποπομπή του Προέδρου Zelensky και την εγκαθίδρυση μιας Κυβερνήσεως “μαριονέτας”. Τέτοιος είναι ο βαθμός συγχύσεως του Προέδρου Putin ώστε να θέσει σε ύψιστη επιφυλακή τις ρωσικές πυρηνικές δυνάμεις, στην προσπάθειά του να αποτρέψει την εν δυνάμει επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία.
Σημειωτέον ότι τόσο η Ουκρανία όσο και η Γεωργία είχαν στο παρελθόν (2008) προσκληθεί να υποβάλλουν αίτηση ένταξης στο ΝΑΤΟ. Η αντίδραση της Ρωσίας τότε ήταν να εισβάλει στη Γεωργία και να καταλάβει τις αυτόνομες επαρχίες της χώρας Αμπχαζία και Όσετία.
Η κατάληψη της Ουκρανίας από την Ρωσία σε συνδυασμό με την εγκατάσταση επιθετικών βάσεων στην Λευκορωσία σημαίνει ότι οι Ρωσικές δυνάμεις επεκτείνονται από τα σύνορα της Βαλτικής και της Πολωνίας μέχρι την Σλοβακία, Ουγγαρία και βόρεια Ρουμανία με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται σημαντικά η δυνατότητα του ΝΑΤΟ να προστατεύσει την ανατολική του πλευρά. Συμπερασματικά, η εισβολή του Προέδρου Putin στην Ουκρανία στοχεύει στον αποκλεισμό της Ουκρανίας όχι μόνο από το ΝΑΤΟ, αλλά κυρίως από την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεδομένης της υπάρξεως στην Ουκρανία τεράστιων αποθεμάτων μεταλλευμάτων και πρώτων υλών. Σύμφωνα με την ανάρτηση του δημοσιογράφου Δημήτρη Καλατζή, η Ουκρανία είναι πρώτη σε ανακτήσιμα αποθέματα μεταλλευμάτων ουρανίου, lithium oxide (500.000 τόνους) και παλλαδίου, σπάνιων στοιχείων αναγκαίων για την κατασκευή μπαταριών και καταλυτών της αυτοκινητοβιομηχανίας. Έχει το μεγαλύτερο απόθεμα σιδηρομεταλλεύματος (30 δισεκατ. τόνοι). Είναι δεύτερη και τρίτη στον κόσμο σε αποθέματα τιτανίου και σχιστολιθικού φυσικού αερίου (22 τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα). Κρίσιμη είναι η παραγωγή δημητριακών στην τροφοδοτική αλυσίδα με δυνατότητα καλύψεως των αναγκών σε τρόφιμα για 600 εκατομμύρια ανθρώπων.
Τοιουτοτρόπως, εξουδετερώνει την Ουκρανία, που είναι μια βιομηχανοποιημένη χώρα, με πληθυσμό 44 εκατομμυρίων με υψηλή εκπαίδευση, από το να ακολουθήσει μια επιταχυνόμενη πορεία οικονομικής αναπτύξεως με καθεστώς δημοκρατικών θεσμών και ελεύθερης οικονομίας της αγοράς.
Οι επιβληθείσες οικονομικές κυρώσεις
Όπως ήδη αναφέρθηκε σε προηγούμενο άρθρο, τα αποτελέσματα των πρώτων κυρώσεων που επιβλήθηκαν από τον Πρόεδρο Obama το 2014, ήταν σχεδόν ανύπαρκτα. Οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία στις 24/2/22 στοχεύουν να απομονώσουν την Ρωσία από το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα. Ένα από τα ισχυρότερα μέτρα των κυρώσεων είναι η αποβολή της Ρωσίας από το σύστημα SWIFT (Κοινωνία Διεθνών Διατραπεζικών Χρηματοπιστωτικών Τηλεπικοινωνιών). Σημειώνω ότι η αποβολή από το σύστημα SWIFT που επιβλήθηκε, δεν είναι ολική. Είναι μερική. Δηλαδή, ένας αριθμός Ρωσικών Τραπεζών δύναται να συνεχίσει να λειτουργεί εντός του συστήματος. Φρονώ ότι ο λόγος που δεν επιβλήθηκε ολικός αποκλεισμός είναι να αφήσει ένα παράθυρο διευκολύνσεως πληρωμών για εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, ώστε να αποφευχθεί η εκτόξευση των τιμών σε ύψη που θα ήταν αδύνατον να αντιμετωπισθούν επαρκώς από τις χώρες εισαγωγής ενέργειας.
Το δεύτερο πλέον αποτελεσματικό μέτρο κυρώσεων είναι το πάγωμα των συναλλαγματικών διαθέσιμων της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας που είναι κατατεθειμένα στις Κεντρικές Τράπεζες των Δυτικών χωρών και ανέρχονται στο 40% περίπου του συνόλου των συναλλαγματικών διαθέσιμων της Ρωσίας, ήτοι 250 δισεκατομμύρια Ευρώ. Βέβαια, το γεγονός ότι το SWIFT δεν διενεργεί διαβιβάσεις χρημάτων αλλά ειδοποιεί τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για τις επικείμενες συναλλαγές, επιτρέπει στα συγκεκριμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Ρωσίας να χρησιμοποιούν παλαιότερα εργαλεία μεταβιβάσεως εντολών, όπως το e-mail ή ακόμα και το fax, αυξάνοντας όμως σημαντικά τον χρόνο αποπερατώσεως των συναλλαγών. Άλλες κυρώσεις συμπεριλαμβάνουν απαγορεύσεις εξαγωγών προϊόντων υψηλής τεχνολογίας και προϊόντων παραγομένων σε τρίτες χώρες χρησιμοποιώντας αμερικανική τεχνολογία.
Προφανώς αντίστοιχες κυρώσεις έχουν επιβληθεί και από το Ηνωμένο Βασίλειο και από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Οι κυρώσεις αυτές επεκτείνονται και κατά Ρώσων ιδιωτών και μεγαλο-ολιγαρχών. Σημαντικότατη εξέλιξη στο χώρο των κυρώσεων είναι απόφαση της Γερμανίας να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ, να αποστείλει αμυντικά οπλικά συστήματα στην Ουκρανία και να προσθέσει στις κυρώσεις το πάγωμα των εγκριτικών διαδικασιών για την σύνδεση του αγωγού Nord Stream 2. Όμως υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ παγώματος των διαδικασιών σύνδεσης του αγωγού και καταργήσεως του αγωγού. Και τούτο γιατί πέραν των αναγκών της Γερμανικής βιομηχανίας για φυσικό αέριο, υφίσταται και το πρόβλημα του κόστους της χρηματοδοτήσεως και των επικείμενων δικαστικών αγωγών σε περίπτωση καταργήσεως του αγωγού Nord Stream 2 άνευ υπαιτιότητας των κατασκευαστριών εταιρειών. Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι στις 4 Φεβρουαρίου ο τέως Καγκελάριος Gerhard Schroder διορίστηκε από τον πρόεδρο Putin πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας Nord Stream 2, ένα μήνα ακριβώς πριν η εταιρεία που εδρεύει στην Ελβετία κηρύξει πτώχευση στις 4 Μαρτίου 2022 απολύοντας 140 εργαζομένους.
Πιο συγκεκριμένα ο αγωγός Nord Stream 2 κόστισε έντεκα δισεκατομμύρια Ευρώ εκ των οποίων το κόστος του κατασκευαστικού έργου ανήλθε στα 9,5 δισεκατομμύρια Ευρώ. Η κάλυψη του ποσού αυτού προήλθε κατά 50% από δάνεια των εταιρειών UNIPER, WINTERSHAL DEA, OMY, ENGIE, και ROYAL DUTCH SHELL. Το υπόλοιπο καλύφθηκε από την ιδιοκτήτρια εταιρεία GASPROM με 30% κεφάλαια μετόχων και κατά 70% με τραπεζική χρηματοδότηση της ιδίας.
Στις παραπάνω κυρώσεις πρέπει να προστεθούν και οι επικείμενες αποεπενδύσεις των πολυεθνικών εταιρειών. Η Ρωσική οικονομία θα «πονέσει ιδιαίτερα σκληρά» από τις κυρώσεις αποεπένδυσης. Η αποεπένδυση της BP, μετά από τριακονταετή παρουσία στη Ρωσία, διά της πωλήσεως του 19,75% της συμμετοχής της στη μεγαλύτερη εταιρεία φυσικού αερίου της Ρωσίας ROSNEFT, αποφέρει ζημιά στην τελευταία που ανέρχεται στα 25 δισεκατομμύρια δολάρια. Σημαντική επίπτωση θα έχει και η επικείμενη αποχώρηση της εταιρείας A.P.MOLLER-MAERSK που ελέγχει το 17% του παγκόσμιου στόλου πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων. Η αποχώρηση αυτή θα πλήξει το Ρωσικό διεθνές εμπόριο το ο0ποίο ανέρχεται στο 23,5% του ΑΕΠ, ενώ οι εξαγωγές αντιπροσωπεύουν το 11% του ΑΕΠ. Ακολουθούν και άλλες αποχωρήσεις πολυεθνικών εταιρειών όπως η VOLKSWAGON, η DAMLER TRUCK, η APPLE, η AMAZON, FACEBOOK κ.λ.π.
Βέβαια η διάρκεια της εμπόλεμης καταστάσεως στην Ουκρανία είναι ο σημαντικότερος παράγοντας που θα προσδιορίσει τον βαθμό “καταστροφής” της Ρωσικής οικονομίας. Ήδη οι πρώτες επιπτώσεις των κυρώσεων αφορούν στην ισοτιμία του Ρωσικού νομίσματος. Το Ρούβλι ήδη υποτιμήθηκε μέχρι και 30% της αξίας του φθάνοντας τα 110 ρούβλια το Δολάριο και 115,40 ρούβλια το Ευρώ στις 3/3/22, αναγκάζοντας την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας να αυξήσει το διατραπεζικό επιτόκιο στο 20% από 9,5% και με απαγόρευση την εξαγωγή κεφαλαίων για να αποφευχθεί η κατάρρευση του νομίσματος.
Πάντως η οικονομική κρίση της ρωσικής οικονομίας θα είναι αντιμετωπίσιμη, αλλά η πτώση του ΑΕΠ της χώρας θα ξεπεράσει τον διψήφιο αριθμό. Το δε εύρος της υφέσεως θα εξαρτηθεί και πάλι από την διάρκεια και την ένταση των εχθροπραξιών στην Ουκρανία. Αναμφίβολα οι Ρώσοι πολίτες θα προσαρμοσθούν σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο διαβίωσης για πολλά χρόνια.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ενέχει επίσης τεράστιους κινδύνους για τη διεθνή οικονομία, ενώ οι Ευρωπαϊκές χώρες και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν ακόμη συνέλθει από το σοκ της πανδημίας. Οι αυξήσεις των τιμών φυσικού αερίου στην ΕΕ έφτασε τα €214 κατά megawatt την ώρα, ενώ οι επενδυτές παραμένουν ανήσυχοι ως προς την αναστάτωση της προσφοράς φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Πρόσθετα, πλοία με υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) αλλάζουν συνεχώς προορισμό, πηγαίνοντας στην Ασία αντί της Ευρώπης, λόγω αυξανόμενου ανταγωνισμού στις τιμές του φυσικού αερίου. Η άνευ προηγουμένου αύξηση στις τιμές της ενέργειας είναι αποτέλεσμα των κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας. Προφανώς οι κυρώσεις που στοχεύουν την Ρωσία και τις δυνατότητές που έχει να εκτελεί συναλλαγματικές συναλλαγές, θα επηρεάσουν δυσμενώς και τους καταναλωτές των ΗΠΑ με πρώτο αντίκτυπο τις τιμές της βενζίνης και της συνακόλουθης ταχείας αύξησης του πληθωρισμού.
Δεύτερον, οι νευρικότητες των χρηματαγορών που συνοδεύουν τις εχθροπραξίες της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, οδηγούν στην αναστάτωση των αγορών, στην αποδυνάμωση του ιδιωτικού πλούτου, στην πτώση της εμπιστοσύνης των επενδυτών, καθώς και στην αύξηση του βαθμού δυσκολίας των επιχειρήσεων στην εξεύρεση επενδυτικών κεφαλαίων. Ιδιαίτερα επικίνδυνη εξέλιξη της εμπόλεμης κατάστασης είναι η μεσοπρόθεσμη διακοπή της προσφοράς φυσικού αερίου, που θα οδηγήσει σε μείωση του ρυθμού οικονομικής αναπτύξεως και σε σφικτότερες χρηματαγορές τόσο στη ΕΕ όσο και στις ΗΠΑ.
Οι ως άνω εκτιμήσεις θεωρούνται έγκυρες εφόσον η ροή του φυσικού αερίου από την Ρωσία διατηρηθεί στα σημερινά επίπεδα. Στην περίπτωση όμως που η Ρωσία αντιδράσει στις κυρώσεις του παγώματος των καταθέσεων και των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας στις Ευρωπαϊκές Κεντρικές Τράπεζες, ΗΠΑ και Ιαπωνία, η τυχόν πλήρης διακοπή της ροής φυσικού αερίου, θα εκτινάξει την τιμή του πετρελαίου άνω των 200 δολαρίων το βαρέλι, το φυσικό αέριο θα ξεπεράσει τα 300 δολάρια το megawatt και τον πληθωρισμό (Δείκτης Τιμών Κατανάλωσης) σε υψηλό διψήφιο αριθμό, με αποτέλεσμα την βαθιά οικονομική ύφεση (recession) σε ΗΠΑ και ΕΕ.
Για την Ελλάδα η δυσμενής αυτή εξέλιξη θα είναι ιδιαίτερα επώδυνη. Στην περίπτωση του καλού σεναρίου η ανάταση των πληθωριστικών προσδοκιών και η αύξηση των επιτοκίων θα επιβαρύνει το κόστος χρηματοδότησης του Δημόσιου Χρέους, θα οδηγήσει σε μείωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, στη δημιουργία διευρυμένου δημοσιονομικού ελλείμματος και στην αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου πληρωμών. Οι τρέχουσες εκτιμήσεις είναι ότι εφόσον το παραπάνω καλό σενάριο παραμείνει περιορισμένο, ο ετήσιος μέσος πληθωρισμός στην Ελλάδα δεν θα υπερβεί το 7%, ενώ ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ θα μειωθεί κάτω του 3%, (δηλαδή μείωση 1,5% – 2%).
* Ο Γιώργος Καλαμωτουσάκης είναι τέως καθηγητής του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και τέως Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας American Express