Του Πέτρου Βενέτη
Ένα… πληρωμένο δημοσίευμα, ενός γερμανικού Think Tank από την Ουάσιγκτον, με καταβολές στην Άγκυρα, προσπαθεί να πείσει για την αναγκαιότητα στήριξης της Τουρκίας.
Η Τουρκία βρίσκεται σε στρατηγική σύγχυση ή σε συμμαχικό βέρτιγκο. Η αμυντική αφύπνιση της Ελλάδας, με το μακρόπνοο εξοπλιστικό πρόγραμμα, τις στρατηγικές συμφωνίες και την προωθούμενη στρατιωτική διπλωματία του ΓΕΕΘΑ, ως συνέχεια της πολιτικής του υπουργείου Εξωτερικών, συνεπώς του Μαξίμου, έχουν προκαλέσει μεγάλο πλήγμα στο υπερεξοπλιστικό αφήγημα που είχαν καλλιεργήσει τα τελευταία χρόνια οι Τούρκοι.
Ο εναγκαλισμός του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τον Βλάντιμιρ Πούτιν, η συμπόρευση σε πολλά διεθνή ζητήματα – με έμφαση στη Συρία – αλλά και η στρατιωτική – ενεργειακή συνεργασία αποτέλεσε για την Ελλάδα μία πρώτης τάξης ευκαιρία, που δεν άφησε να πάει χαμένη, ως πυλώνας σταθερότητας και εγγυητής της διεθνούς νομιμότητας στην ευρύτερη περιοχή.
Η προμήθεια των S-400 ήταν το κερασάκι στην τούρτα, που προκάλεσε θρυαλλίδα στρατηγικών και αμυντικών εξελίξεων. Η εκδίωξη από το πρόγραμμα των F-35, η εφαρμογή των κυρώσεων με την ενεργοποίηση του νόμου CAATSA κι εν τέλει το εμπάργκο πώλησης όπλων και ανταλλακτικών, ακινητοποίησε την περιβόητη τουρκική πολεμική μηχανή, αναδεικνύοντας με τον πιο εμφατικό τρόπο την γύμνια της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, που υποτίθεται ότι μπορεί να τα κάνει όλα.
Αυτή πλέον η παραδοχή από το τουρκικό καθεστώς είναι δια γυμνού οφθαλμού ορατή και από τα – τουλάχιστον – φιλικά προς την Άγκυρα “Think Tanks”. To German Marshall Fund (GMF) είναι ένα από αυτά, που δημοσιεύει άρθρο με τίτλο «Τώρα είναι η ώρα να επιλυθεί η διαφωνία Τουρκίας-ΗΠΑ για τους S-400», προτρέπει τις ΗΠΑ να ρίξουν… νερό στο κρασί τους, να δώσουν τα F-16 Viper στην Τουρκία και σε βάθος χρόνου και τα F-35.
“Η παρεμπόδιση της Τουρκίας στην αναβάθμιση της αεροπορικής της δύναμης απέχει πολύ από το να είναι η σωστή κίνηση για την απάντηση στην επιθετικότητα της Ρωσίας” αναφέρει ο συντάκτης του άρθρου, προσπαθώντας να χτίσει το νέο αφήγημα αναστροφής του κλίματος.
Δεδομένου ότι ούτε η Τουρκία θα στείλει σε τρίτη χώρα το ρωσικής προέλευσης αντιαεροπορικό σύστημα, ούτε όμως και οι ΗΠΑ θα κάνουν πίσω στις κυρώσεις, το Γερμανικό Think Tank ρίχνει την πρότασή του: «Αυτό αφήνει την επιλογή της Τουρκίας να δεσμευτεί να διατηρήσει τους S-400 απενεργοποιημένους για μια συγκεκριμένη περίοδο και να επιτρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες να παρακολουθούν τακτικά την κατάστασή τους, με αντάλλαγμα την αναστολή των κυρώσεων CAATSA και την ανάπτυξη συστοιχιών Patriot για την κάλυψη της άμεσης ανάγκης της χώρας για ένα σύστημα αεράμυνας».
Όπως επισημαίνεται μάλιστα, η δέσμευση της Τουρκίας να διατηρήσει τους S-400 απενεργοποιημένους υπό την παρακολούθηση των ΗΠΑ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από την κυβέρνηση Μπάιντεν για να πείσει το Κογκρέσο να εγκρίνει την πώληση των F-16 Viper αλλά και την αναβάθμιση σε Viper άλλων 80 μαχητικών.
Επί της ουσίας, από το γερμανικό Think Tank εκβιάζεται τρόπον τινά η Αμερική να ακολουθήσει τον παραπάνω δρόμο, υποστηρίζοντας ότι δεδομένης της εγγύτητάς της με τη Ρωσία και την Ουκρανία, υπάρχει ένα ισχυρό επιχείρημα ότι η Τουρκία αποτελεί προτεραιότητα στην ανάπτυξη Patriot, ιδιαίτερα εάν δεσμευτεί να διατηρήσει ανενεργούς τους S-400, αφήνοντας να εννοηθεί ότι σε διαφορετική περίπτωση θα αποτελέσει το ουσιαστικό δεκανίκι του Ρώσου Προέδρου.
Ποιος είναι, όμως, ο συγγραφέας αυτού του απροκάλυπτου άρθρου;
Ο κύριος ονομάζεται Özgür Ünlühisarcıklı και είναι ο διευθυντής του γραφείου του GMF στην Άγκυρα της Τουρκίας. Δηλαδή, η Γερμανική Δεξαμενή Σκέψης, που έχει τα κεντρικά γραφεία στην Ουάσιγκτον, έχει γραφείο και στην Άγκυρα. Μάλιστα, όπως αναφέρεται στο βιογραφικό του, ο Özgür Ünlühisarcıklı πριν από την ένταξή του στο GMF, ήταν διευθυντής του Τμήματος Ανάπτυξης Πόρων του Ιδρύματος Εκπαιδευτικών Εθελοντών της Τουρκίας. Προηγουμένως, ο Ünlühisarcıklı εργάστηκε ως διευθυντής του ARI Movement, μιας τουρκικής ΜΚΟ που προωθεί τη συμμετοχική δημοκρατία, και ως σύμβουλος στην AB Consulting and Investment Services.
Δηλαδή Γιαλαντζί Tank