Του Γιάννη Μαρίνου
Συνεπής στην παράδοσή της, η στήλη αυτή δεν θα απουσιάσει κατά την περίοδο όπου ο συντάκτης της αποσύρεται στο νησί του για τις θερινές διακοπές. Τα σχετικά κείμενα έχουν παραδοθεί γραμμένα πριν αναχωρήσει γι’ αυτές και συνεπώς είναι εκτός τρέχουσας επικαιρότητας, αλλά σταθερά επίκαιρα ως διαχρονικής αξίας.
Είναι πια γενικά αποδεκτό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατέκτησε την πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο με μια σειρά ψευδών υποσχέσεων. Και καθώς διαπίστωσε ότι τα ψεύδη πείθουν τις μάζες συνέχισε να ψευδολογεί ποικιλότροπα, όταν δεν ωραιοποιεί τη μεθόδευση αυτή της λαϊκής παραπλάνησης με τον χαρακτηρισμό της αυταπάτης, η οποία έχει τη γοητεία του ρομαντισμού.
Η παραπλάνηση ή και αποπλάνηση ενός λαού από τους εκάστοτε δημαγωγούς ανατρέχει στα βάθη της Ιστορίας. Το αξιοσημείωτο δεν είναι ότι τα ψεύδη στην πολιτική παραμένουν σταθερή παράδοση και όπλο στη μάχη για την κατάκτηση και διατήρηση της εξουσίας, αλλά και όταν αποκαλύπτονται εξακολουθούν να γοητεύουν και πείθουν τις μάζες. Ετσι, μολονότι ο ΣΥΡΙΖΑ με ψευδείς υποσχέσεις κατέλαβε την εξουσία, ένα σταθερό ποσοστό του εκλογικού σώματος παραμένει πιστό στο κόμμα αυτό παρά τα δεινά που επισώρευσε στη χώρα. Και μπορεί η Νέα Δημοκρατία να εμφανίζεται σε όλες τις σφυγμομετρήσεις πρώτη με διαφορά έως και 10 ποσοστιαίων μονάδων, όμως προκαλεί έκπληξη ότι ένα ποσοστό 20% εξακολουθεί με αξιοπερίεργη σταθερότητα να στηρίζει ένα κόμμα που όχι μόνο το παραπλάνησε αλλά είχε πνίξει τον λαό στη φορολογία, περιέκοψε αγρίως τις συντάξεις, οδήγησε σε χρεοκοπία δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις και εμπόδισε με κάθε τρόπο την ανάπτυξη, την επιχειρηματική δραστηριότητα και συνεπώς τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Στην εύλογη αυτή απορία απαντά από τα βάθη 300 και πλέον ετών ο αγγλοϊρλανδός συγγραφέας Ιωνάθαν Σουίφτ, πασίγνωστος από το κλασικό έργο του «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ». «Η μάζα», γράφει, «είναι εύπιστη, λέει ψέματα, αυταπατάται. Το ψέμα είναι το φυσικό στοιχείο της, ο αέρας που αναπνέει. Χρειάζεται έτσι μεγαλύτερη τέχνη για να κάνεις έναν λαό να πιστέψει την αλήθεια παρά για να του υποβάλεις ένα σωτήριο ψέμα».
Το να αναδεικνύεις σε πειστικό ένα ψέμα προϋποθέτει πάντως κάποια τέχνη και καλή γνώση της ψυχολογίας των μαζών. Ο Σουίφτ με το δοκίμιό του «Η τέχνη της πολιτικής ψευδολογίας» (εκδόσεις Αγρα), καθώς θεωρεί ότι αυτή δεν έχει μόνο αρνητικές συνέπειες, διατυπώνει συμβουλές για το πώς πρέπει να λέγεται το ψέμα προκειμένου να είναι πειστικό. Φυσικά τότε ο κοινωνικός αυτός αναλυτής, ο οποίος χαρακτήριζε τους δημοσιογράφους της εποχής του ψευδολόγους με λειψό ταλέντο που τους λείπει η ικανότητα να πουλήσουν το ψέμα, δεν μπορούσε να προβλέψει την εξέλιξη που θα γνώριζε η διάδοση του πολιτικού ψεύδους μέσω της εξαρτημένης δημοσιογραφίας διά του Τύπου, της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης. Και ότι θα γνώριζε την αποθέωσή της χάρις στην ψηφιακή τεχνολογία και το ακαταμάχητο Διαδίκτυο και τη μαζική κατανάλωση που γνωρίζουν τα όσα ψευδή και παραπλανητικά διαδίδει 24 ώρες το εικοσιτετράωρο. Το ψέμα είναι πια ηλεκτρονικό, ψηφιακό, παγκόσμιο. Ο 21ος αιώνας εξελίσσεται ραγδαία στον αιώνα της ψηφιακής εποχής του ψεύδους.
Αυτά ως πρώτη γεύση της θερινής αρθρογραφίας μου με θεματολογία διαχρονικής αξίας.