Της Άννας Διαμαντοπούλου*
Στην πολιτική οι καταστάσεις είναι δύσκολες, πολύ δύσκολες ή πάρα πολύ δύσκολες. Σε διεθνές αλλά και σε εθνικό επίπεδο βρισκόμαστε στο τρίτο πεδίο. Η Δύση υποχωρεί και είναι εμφανές ότι από τις Ηνωμένες Πολιτείες έως την Ευρωπαϊκή Ενωση υπάρχει έλλειμμα πολιτικής ηγεσίας ικανής να αντιμετωπίσει τις τεράστιες προκλήσεις της εποχής μας.
Οι πολίτες, παντού, περιμένουν απαντήσεις από τις τοπικές ηγεσίες τους αναγνωρίζοντας, αλλά συνειδητά «αγνοώντας», τις επιπτώσεις των εξωτερικών επιδράσεων. Οι λύσεις στα προβλήματα και οι διέξοδοι στα αδιέξοδα απαιτούν πρώτα απ’ όλα μια ειλικρινή και αντικειμενική ανάλυση. Αυτό δεν σημαίνει ότι συμφωνείς ή αποδέχεσαι την πραγματικότητα που αναλύεις. Θα έλεγα ότι είναι μια περιγραφή, όπως ένας γιατρός περιγράφει την κατάσταση ενός ασθενούς.
Το δράμα είναι ότι στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης παρατηρούνται τριγμοί στα πολιτικά συστήματα και αναίρεση της κομματικής γεωγραφίας του παρελθόντος. Οι πολιτικές αναλύσεις ανάγονται σε συνωμοσιολογίες για τους έξω, σε εύκολες καταγγελίες από τις αντιπολιτεύσεις και σ’ ένα βαθμό ωραιοποιήσεις από τις κυβερνήσεις.
Οταν τα δεδομένα, η ανάλυσή τους και η γνώση του διεθνούς περιβάλλοντος είναι ελλιπή, οι πολιτικές προτάσεις είναι συνειδητά ή ασυνείδητα προϊόντα λαϊκισμού και κομματικού συμφέροντος.
Η Ελλάδα, έπειτα από βαθιά κρίση, σταθεροποίησε την οικονομία, αντιμετώπισε με σχετική επιτυχία την πανδημία και προετοιμάστηκε διπλωματικά και αμυντικά απέναντι στην εθνική απειλή. Η ανάλυση όμως της σημερινής κατάστασης για να αντιμετωπισθεί ο επόμενος πολύ δύσκολος χειμώνας, αλλά και τα επόμενα χρόνια, πρέπει να λάβει υπόψη και άλλα δεδομένα: Η δημοσιονομική ισορροπία είναι εξαιρετικά εύθραυστη. Η κυβέρνηση είναι προφανώς υποχρεωμένη να υποστηρίξει με κάθε τρόπο τους έχοντες ανάγκη και όχι όλους χωρίς διάκριση. Γνωρίζουμε όμως πόσο δύσκολο είναι σε μια χώρα με φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή και ελλιπή στοιχεία να εντοπισθούν οι πραγματικά αδύναμοι και όχι απλώς αυτοί που κοροϊδεύουν με πολύ χαμηλές φορολογικές δηλώσεις. Στο πεδίο λοιπόν αυτό γίνεται κατανοητό πόσο οι μεταρρυθμίσεις που αφορούν την οικονομία, τη Δικαιοσύνη, τους ελεγκτικούς μηχανισμούς ήταν και είναι αναγκαίες.
Οι επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης θα πρέπει να οδηγήσουν στην ταχύτατη διαδικασία έκδοσης αδειών για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί μόνο σε εθνικό επίπεδο. Το πρόβλημα είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν δείχνει να έχει την ίδια δύναμη, αποφασιστικότητα και βούληση που έδειξε στην οικονομική, αλλά κυρίως στην υγειονομική κρίση. Μακάρι το επόμενο διάστημα, για το καλό όλων των χωρών, να κινηθεί γρήγορα. Δυστυχώς είναι προβλέψιμο ότι η Ε.Ε. ή θα προχωρήσει σε γρήγορες θεσμικές αλλαγές και γρήγορες αποφάσεις ή θα διαλυθεί με εκκωφαντικό θόρυβο.
Τα ζητήματα δημοκρατίας που προέκυψαν στη χώρα είναι σημαντικά και υπενθυμίζουν ότι στην Ελλάδα, παρά τον εξευρωπαϊσμό και την ωρίμανση της δημοκρατίας, οι θεσμοί και η πολιτική κουλτούρα υπολείπονται.
Στις ώριμες δημοκρατίες, τα κόμματα θέτουν ως πρόταγμα το εθνικό συμφέρον, έστω και εις βάρος του κομματικού οφέλους.
Η εθνική απειλή από τη γείτονα χώρα παίρνει πρωτοφανείς διαστάσεις. Η Τουρκία φαίνεται ότι αλλάζει στρατόπεδο κινούμενη προς την Ανατολή, θέτοντας μια νέα ατζέντα που παραπέμπει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ως να μην υπάρχουν συνθήκες, συμφωνίες και διεθνές δίκαιο.
Τέλος, ο ορατός πολιτικός κίνδυνος της ακυβερνησίας, όπως διαμορφώνεται μέσα από τις θέσεις των κομμάτων, θέτει σε αμφισβήτηση ό,τι επιτύχαμε και ό,τι πρέπει να επιτύχουμε.
Πώς διαμορφώνεται λοιπόν το μέλλον μας; Οι ώριμες δημοκρατίες αντιμετωπίζουν τον πολιτικό κίνδυνο με συναινέσεις, τα κόμματα θέτουν ως πρόταγμα το εθνικό συμφέρον, έστω και εις βάρος του κομματικού οφέλους. Εχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς αυτή την περίοδο τι συμβαίνει στη Γερμανία εν μέσω των τεραστίων προβλημάτων που αντιμετωπίζει και αυτή η χώρα.
Ο συνασπισμός των τριών κομμάτων με βάση τη συμφωνία τους παρουσίασε τον Ιούνιο ένα κοινό σχέδιο για την αγορά εργασίας, τους μισθούς και την υποστήριξη των νοικοκυριών, το οποίο θα συζητήσουν για να συμφωνήσουν τέλη Σεπτεμβρίου με τους κοινωνικούς εταίρους, δηλαδή τις επιχειρήσεις και τα συνδικάτα.
Οταν µία ομοσπονδία με κεντρική κυβέρνηση τριών κομμάτων και εξαιρετικά ισχυρή βιομηχανία και συνδικάτα επιτυγχάνει συναινέσεις, δεν θα ήταν τόσο δύσκολο να σκεφτούμε ότι θα μπορούσαμε να το επιχειρήσουμε και εμείς. Ομως η ελληνική πραγματικότητα μέρα με τη μέρα διολισθαίνει σε συγκρουσιακή τοξικότητα, με αφορισμούς, ύβρεις, συνθήματα από παλαιότερες εποχές πόλωσης και σαφείς δεσμεύσεις για το πώς ΔΕΝ θα γίνει κυβέρνηση. Παρ’ όλα τα παραπάνω, όμως, είναι οι πολίτες αυτοί που θα επιλέξουν πολιτική σταθερότητα και ισχυρή κυβέρνηση που θα μπορεί να αντιμετωπίσει το πρωτοφανώς απρόβλεπτο μέλλον (ή όχι).
Πιστεύω ότι οι ηγέτες που θα επιβληθούν είναι αυτοί που θα προσελκύσουν τους ψηφοφόρους του Κέντρου. Είναι οι ηγέτες που θα πείσουν ότι γνωρίζουν, προτείνουν, αλλά κυρίως είναι πρόθυμοι για ειλικρινή και με όρους συνεργασία. Είναι δηλαδή οι ηγέτες που θα απευθυνθούν και στα μη κομματικά ακροατήρια.
* Η κ. Aννα Διαμαντοπούλουείναι πρόεδρος του Δικτύου, πρόεδρος της Επιτροπής της Ε.Ε.για το Μέλλον του Κοινωνικού Κράτους, πρώην επίτροπος της Ε.Ε., πρώην υπουργός.
Πηγή: kathimerini.gr