«ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ή ΕΚΤΡΟΠΗ;»… Του Βασίλη Κοντογιαννόπουλου

313

Από το «σκάνδαλο» Novartis στο «σκάνδαλο» παρακολουθήσεων δύο ειδικά δικαστήρια δρόμος.

Του Βασίλη Κοντογιαννόπουλου

Στην αφετηρία της πορείας προς τις εκλογές, ο Αλέξης Τσίπρας πραγματοποιεί λανθασμένη εκκίνηση. Διαπράττει αλλεπάλληλα λάθη.

Η συζήτηση που προκάλεσε στη Βουλή με την κατάθεση πρότασης δυσπιστίας απέβη σε βάρος του. Από τις παρακολουθήσεις μετατέθηκε στη σύγκριση των δύο τετραετιών, όπου η υπεροχή της διακυβέρνησης Μητσοτάκη είναι καταλυτική.

Με την απόφαση αποχής των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ από τις ψηφοφορίες στη Βουλή διαπράττει δεύτερο, μεγαλύτερο λάθος. Η προσφυγή στον κοινοβουλευτικό ακτιβισμό από έναν ηγέτη που άσκησε εξουσία προδίδει πολιτική ανωριμότητα.

Με το σύνθημα «Δημοκρατία ή εκτροπή» και «με τη Δημοκρατία ή τη Νέα Δημοκρατία» επιβεβαιώνει την έλλειψη πολιτικής σοβαρότητας. Αποκαλύπτεται και ανιστόρητος. Για μισό αιώνα, η Ελλάδα γνωρίζει τη μακροβιότερη περίοδο πολιτικής ομαλότητας, σταθερότητας και απρόσκοπτης εναλλαγής των κομμάτων στην εξουσία, περιλαμβανομένης και της «πρώτη φορά Αριστεράς».

Αποτελεί γενική παραδοχή ότι τη νίκη στις εκλογές δίνει το κέντρο, ο λεγόμενος μεσαίος χώρος. Υιοθετώντας τη στρατηγική του λεγόμενου «μεσαίου χώρου» ο Αλ. Τσίπρας επιχείρησε να προσεγγίσει τους Ευρωπαίους σοσιαλιστές, τη σοσιαλδημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ του Ν. Ανδρουλάκη. Πραγματοποιώντας στροφή 180 (κι όχι 360) μοιρών, εγκαταλείπει τη στρατηγική του μεσαίου χώρου κι επιλέγει την τοξικότητα (σκανδαλολογία), το διχασμό (με τη Δημοκρατία ή τη Ν.Δ., το εμείς ή αυτοί σε νέα εκδοχή), το ρεβανσισμό (τη δεύτερη φορά θα είναι αλλιώς). Αλλαγή στρατηγικής την παραμονή της μάχης αποτελεί τη συνταγή βέβαιης ήττας.

Η αναγωγή των παρακολουθήσεων σε αιχμή του δόρατος της προεκλογικής εκστρατείας από τον Αλ. Τσίπρα αποκαλύπτει δύο κρίσιμες αδυναμίες. Πρώτον, διαζύγιο με την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα. Δεύτερον, πολιτική ένδεια. Αδυναμία αποτύπωσης αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης.

Γίνεται φανερό ότι προσλαμβάνοντας ένα σοβαρό δημοσκόπο, τον Δ. Μαύρο της MRB, ο Αλ. Τσίπρας συνειδητοποιεί ότι ο συσχετισμός της δύναμης των δύο κομμάτων είναι μη αναστρέψιμος. Επιχειρεί να διαχειριστεί την επερχόμενη ήττα. Αναζητεί στην τοξικότητα και την ακραία πόλωση σωσίβιο πολιτικής επιβίωσης. Φανατίζοντας την εκλογική του βάση επιδιώκει να διαφυλάξει τη θέση του στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ που είναι βέβαιο ότι θα αμφισβητηθεί μετά από νέα συνεχόμενη ήττα.

Το δίλημμα «δημοκρατία ή εκτροπή» επιστρέφει και πλήττει σαν μπούμερανγκ τον ίδιο τον Αλ. Τσίπρα. Είναι αυτός που καλείται να απαντήσει για τη σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με τη δημοκρατία. Η άσκηση εξουσίας από την «πρώτη φορά αριστερά» δεν τη στέρησε μόνο από το «ηθικό πλεονέκτημα» αλλά και από το «λευκό δημοκρατικό μητρώο». Δύο Υπουργοί του στενού περιβάλλοντος του ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ δικάζονται ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου. Παραπέμφθηκαν όχι από την κυβερνητική πλειοψηφία όπως ίσχυε στο παρελθόν αλλά από το Δικαστικό Συμβούλιο, αποτελούμενο από ανώτατους Δικαστικούς. Ο ένας κατηγορείται για απόπειρα χειραγώγησης της Δικαιοσύνης και ο άλλος της Ενημέρωσης. Πρόκειται για τους «αρμούς της εξουσίας» που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να ελέγξει. Υπόσχονται ότι «η δεύτερη φορά θα είναι αλλιώς» και «θα επαναφέρουν τη δημοκρατία με το καλό ή με το άγριο».

Στον κατήφορο της ακραίας πόλωσης και του διχασμού ο Αλ. Τσίπρας θα παραμείνει μόνος. Ο Κυρ. Μητσοτάκης δεν έχει κανένα λόγο να τον ακολουθήσει. Με την αυτοπεποίθηση που του προσφέρει η γόνιμη τετραετία και την αξιοπιστία των προτάσεών του για το μέλλον εμπιστεύεται την κρίση των πολιτών.