Ολοκλήρωση της αξιολόγησης μέχρι και το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου με συμμετοχή του ΔΝΤ και, άρα αποδοχή των απαιτήσεών του για μέτρα εδώ και τώρα ή «πάγωμα» μέχρι και το καλοκαίρι και νέο Μνημόνιο, «made by Σόιμπλε», με κίνδυνο η Ελλάδα να βρεθεί ξανά στο αδιέξοδο που βρέθηκε πριν από δύο καλοκαίρια, είναι πλέον οι επιλογές της κυβέρνησης.
Η καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης έχει φέρει για πολλοστή φορά το ελληνικό πρόγραμμα σε μια κατάσταση οριακή. Οι Βρυξέλλες διαμηνύουν τώρα ότι, αν η αξιολόγηση δεν κλείσει μέχρι και το Eurogroup του Φεβρουαρίου, είναι πολύ πιθανό να «παγώσει» μέχρι και το καλοκαίρι, όταν αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία των εκλογών σε Ολλανδία και Γαλλία. Το χειρότερο είναι ότι οι βασικοί συντελεστές του Eurogroup θέτουν ως προϋπόθεση για το κλείσιμο της αξιολόγησης την ενεργό συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Σε κάθε περίπτωση, το ελληνικό ζήτημα θα συμπεριληφθεί στην ατζέντα του Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου, χωρίς όμως να υπάρχει προοπτική εξεύρεσης λύσης.
Η ελληνική κυβέρνηση εξακολουθεί να ελπίζει στη δυνατότητα συμβιβασμού μέχρι το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου, προκειμένου να προλάβει και την πρώτη εαρινή συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΚΤ στις αρχές Μαρτίου για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE). Αν παρέλθει άκαρπο και το Eurogroup του Φεβρουαρίου, το ελληνικό ζήτημα θα παραμείνει ανοιχτό σε μια εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο για την Ευρώπη εν γένει, καθώς η μία μετά την άλλη οι ευρωπαϊκές χώρες -Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία- θα μπαίνουν σε διαδικασία εκλογών.
Το ζητούμενο αυτή τη στιγμή είναι να ξεκινήσει από το σημείο απ’ όπου σταμάτησε η διαπραγμάτευση για το κλείσιμο της β’ αξιολόγησης και να γίνουν ουσιαστικές διαπραγματεύσεις για το τι μέλλει γενέσθαι μετά το 2018. Μπορεί η ελληνική πλευρά να μην χαρακτηρίζει απαραίτητη την επιστροφή του κουαρτέτου των θεσμών στην Αθήνα, ωστόσο, αν από τη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης προκύψει μια τέτοια εξέλιξη, θα αποτελέσει μία κατ’ αρχήν θετική ένδειξη τουλάχιστον για να κλείσουν οι ανοικτές εκκρεμότητες της β’ αξιολόγησης: τα ενεργειακά, τα εργασιακά, αλλά και το δημοσιονομικό κενό του 2018. Ακόμη και το κλείσιμο των εκκρεμοτήτων της β’ αξιολόγησης, και ειδικά το δημοσιονομικό κενό του 2018, δεν φαντάζει εύκολο αυτή τη στιγμή.
Από το τέλος του 2016, όπως γράφει η «Ναυτεμπορική», οι Ευρωπαίοι εντόπιζαν «τρύπα» της τάξης των 700 εκατ. ευρώ στον προϋπολογισμό του 2018, ενώ δεν έχει αποσαφηνιστεί -τουλάχιστον όχι δημόσια- η θέση του ΔΝΤ για τον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς. Μπορεί η ελληνική πλευρά να τονίζει ότι με μέτρα που έχουν προταθεί η «τρύπα» περιορίζεται στα 200-300 εκατ. ευρώ, ωστόσο, φαίνεται ότι οι δανειστές δεν αποδέχονται τις ελληνικές προτάσεις. Έτσι, παραμένουν «ζωντανά» τα σενάρια για λήψη πρόσθετων μέτρων με ορίζοντα υλοποίησης το 2018 (μεταξύ αυτών και η μείωση του αφορολογήτου), ώστε σε πρώτη φάση να συμφωνηθεί το πώς θα επιτευχθεί ο δημοσιονομικός στόχος για το τέταρτο και δυσκολότερο έτος του τρίτου Μνημονίου.
Από την στιγμή που θα κλείσει και αυτή η εκκρεμότητα, μένει να συμφωνηθεί και το τι θα γίνει μετά το 2018. Η ελληνική κυβέρνηση έχει βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, καθώς:
- Ενδεχόμενη αποχώρηση του ΔΝΤ (το οποίο ζητεί μέτρα 4,5 δισ. ευρώ αν αποφασιστούν δημοσιονομικοί στόχοι 3,5% για μετά το 2018) θα οδηγήσει -σύμφωνα με τα όσα είπαν χθες, Δευτέρα, οι Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και Κλάους Ρέγκλινγκ- σε εξαρχής διαπραγμάτευση για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδας.
- Ενδεχόμενη παραμονή του ΔΝΤ θα οδηγήσει σε αναγκαιότητα λήψης μέτρων της τάξεως των 4,5 δισ. ευρώ (ακόμη μεγαλύτερη περικοπή του αφορολογήτου και περικοπή υφιστάμενων συντάξεων). Η ελληνική πλευρά θα ήθελε να αποφύγει αυτόν τον σκόπελο με έναν «εξειδικευμένο κόφτη», πρόταση όμως που, προς το παρόν, δεν φαίνεται να βρίσκει τη σύμφωνη γνώμη των άλλων πλευρών.
Χρηματοδοτικά, η Ελλάδα μπορεί να αντέξει την καθυστέρηση στην επίτευξη συμφωνίας καθώς οι λήξεις του Φεβρουαρίου (συμπεριλαμβανομένων των τόκων) είναι της τάξεως του 1,5 δισ. ευρώ, τον Μάρτιο οι υποχρεώσεις πέφτουν κάτω από το ένα δισ., ενώ τον Απρίλιο ανεβαίνουν στα δύο δισ. ευρώ. Μάιος και Ιούνιος δεν έχουν σημαντικές λήξεις, αλλά ο Ιούλιος είναι γεμάτος υποχρεώσεις, που δεν είναι δυνατόν να καλυφθούν χωρίς εκταμίευση από τον ESM. Όπως και το 2015, οι λήξεις χρεολυσίων και οι τόκοι του Ιουλίου του 2017 αγγίζουν τα 7,5 δισ., ποσό που είναι αδύνατο να αναχρηματοδοτηθεί χωρίς τη λήψη δόσεων από τον ESM.